Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὁσία Συγκλητική, 5 Ἰανουαρίου

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὁσία Συγκλητική, 5 ἸανουαρίουἩ ὁσία Συγκλητική γεννήθηκε τό 270 μ.Χ. στήν Μακεδονία ἀπό γονεῖς εὔπορους καί εὐσεβεῖς. Ὅταν ἦταν ἀκόμα σέ μικρή ἡλικία οἱ γονεῖς της μετανάστευσαν στήν Ἀλεξάνδρεια. Φρόντισαν νά τήν ἀναθρέψουν «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου», ἀλλά τήν ἐμπιστεύθηκαν καί στούς καλύτερους δασκάλους, καί ἔτσι ἔτυχε λαμπρᾶς μορφώσεως. Παρά τίς πιέσεις τῶν γονέων της δέν παντρεύτηκε, ἐπειδή ἡ καρδιά της φλεγόταν ἀπό θεῖο ἔρωτα καί ἤθελε νά ἀφιερωθῆ ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. Μετά τήν κοίμηση τῶν γονέων της διαμοίρασε τήν περιουσία της στούς πτωχούς καί ἔζησε μέ ἐθελούσια πτωχεία καί ἄσκηση. Προόδευσε τόσο πολύ στήν ἀρετή, ὥστε πολλές παρθένες πού ἐπιθυμοῦσαν τήν ἀφιέρωση μαζεύτηκαν γύρω της. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συνέγραψε τόν βίο της, καθώς καί περίληψη τῆς διδασκαλίας της, πού στήν πραγματικότητα ἦταν νουθεσίες πρός τίς μοναχές, τίς ὁποῖες καθοδηγοῦσε.

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ σέ ἡλικία 80 ἐτῶν.

Στήν συνέχεια θά καταγραφοῦν ἀποσπάσματα ἀπό τήν ἐμπνευσμένη διδασκαλία της καί θά ἀναλυθοῦν μέ συντομία.

- «Ἄλλη λύπη εἶναι ὠφέλιμη καί ἄλλη βλαβερή. Καί ἡ ὠφέλιμη λύπη εἶναι, ὅταν λυπᾶται κανείς γιά τίς δικές του ἁμαρτίες καί γιά τήν ἀμάθεια τοῦ πλησίον καί γιά νά μήν ξεπέση ἀπό τόν καλό σκοπό πού ἔχει, καί ὅταν λυπᾶται καί ἀναστενάζη, πῶς νά φθάση στήν τελειότατη ἀρετή. Εἶναι δέ καί ἄλλη λύπη βλαβερή πού γίνεται ἀπό τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος προξενεῖ στήν ψυχή λύπη γεμάτη ἀπό ἀνοησία, ἡ ὁποία ὀνομάζεται ἀπό μερικούς ἀκηδία».

Ἡ λύπη τοῦ ἀνθρώπου γιά τίς ἁμαρτίες του ἔχει μέσα της τό στοιχεῖο τῆς ἐλπίδας καί τῆς ἀγάπης. Ἐνῶ ἡ λύπη πού προξενεῖ ὁ διάβολος δημιουργεῖ μίσος, σύγχυση καί ταραχή, καί ὁδηγεῖ στήν ἀπόγνωση, τήν ἀπελπισία, τήν ἀκηδία. Ἀκηδία εἶναι ἡ πνευματική ὀκνηρία καί ἀφροντισιά, ἡ ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν πνευματική προκοπή καί τήν σωτηρία του. Θεραπεύεται δέ μέ τήν νήψη-ἐγρήγορση, τήν πνευματική ἐργασία, τήν ἀγάπη καί τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης, μέ τήν προσευχή καί τήν ψαλμωδία, πού προξενοῦν στήν ψυχή χαρά καί πνευματική ἀγαλλίαση.

- «Ἡ φιλαργυρία εἶναι μεγάλη κακία καί μοχθηρή καί, ὅπως εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος, ρίζα ὅλων τῶν κακῶν. Ἡ φιλαργυρία ἔχει μαζί της πάντοτε καί τόν φθόνο, ὁ ὁποῖος φθείρει πρῶτα ἐκεῖνον πού τόν ἔχει. Διότι, ὅπως οἱ ὀχιές, ὅταν γεννιοῦνται, σκοτώνουν τίς ἴδιες τίς μητέρες τους, ἔτσι καί ὁ φθόνος καταμαραίνει ἐκεῖνον πού τόν ἔχει, προτοῦ βλάψη τούς ἄλλους».

Ἡ φιλαργυρία, μαζί μέ τήν φιληδονία καί τήν κενοδόξία, ἀποτελοῦν τά τρία μεγαλύτερα πάθη, τά πηγάζουν ἀπό τήν φιλαυτία, ἡ ὁποία, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, εἶναι «ἡ ἄλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα». Ὁ φιλάργυρος μαζεύει συνεχῶς, ἀλλά δέν χαίρεται τά ὅσα ἐχει. Ἀντίθετα, στενοχωρεῖται, ἐπειδή φθονεῖ αὐτούς πού ἔχουν περισσότερα, καθώς ἐπίσης φθονεῖ καί ἐκείνους πού εἶναι χαρούμενοι καί εὐχαριστημένοι ἀπό τήν ζωή τους, παρά τό ὅτι εἶναι φτωχοί ἀπό ὑλικά ἀγαθά. Καί κυριολεκτικά φθείρεται, ἐπειδή ὁ φθόνος ἔχει τήν ἰδιότητα νά ταλαιπωρῆ καί νά καταστρέφη αὐτόν πού τόν ἔχει, ἀφοῦ δέν μπορεῖ νά ἀντέξη τήν πρόοδο καί τήν προκοπή τῶν ἄλλων.

- «Τριῶν λογιῶν ἀντιλήψεις συναντοῦμε στούς ἀνθρώπους. Ἡ πρώτη εἶναι στά ἄκρα, στήν κακία. Ἡ δεύτερη εἶναι μεσαίας καταστάσεως, καί κλίνει καί στά καλά καί στά κακά. Ἡ τρίτη εἶναι ὑψωμένη σέ μεγάλη ἀρετή, καί ὄχι μόνο δυναμώνει τόν ἑαυτό της στά καλά, ἀλλά ἐπιθυμεῖ μέ κάθε τρόπο νά ὁδηγῆ στό καλό καί αὐτούς πού εἶναι στά ἄκρα, στήν κακία».

Χρειάζεται ἐπίμονος καί ἐπίπονος καθημερινός ἀγώνας γιά νά μπορῆ κανείς νά «ὑψώνεται σέ μεγάλη ἀρετή», καί νά μή ὀλισθαίνη στήν κακία, ἐπειδή ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι εὐόλισθη. Αὐτό δέ πού περισσότερο ἀπό ὅλα ἀποξενώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό καί τόν «πλησίον» εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια.

- «Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μεγαλύτερη ἀπό ὅλες τίς κακίες, ὅπως ἡ ταπεινοφροσύνη μεγαλύτερη ἀπό ὅλες τίς ἀρετές. Γι’ αὐτό εἶναι δύσκολο νά τήν ἀποκτήση κανείς. Καί τόσο μεγάλη εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ὥστε ὁ διάβολος φαίνεται, ὅτι μιμεῖται ὅλες τίς ἀρετές, ἀλλά τήν ταπεινοφροσύνη δέν γνωρίζει καθόλου τί εἶναι».

Τήν ὑπερηφάνεια, καθώς καί τήν θυγατέρα της τήν ἀπελπισία εἶναι δυνατόν νά θεραπεύση κανείς, ὅπως τονίζει ἡ Ἁγία, μέ ταπεινούς λογισμούς, ὅπως π.χ. «τί ὑπερηφανεύεσαι πού νηστεύεις ἕως τό βράδυ; Ἄλλοι περνοῦν δύο καί τρεῖς μέρες νηστικοί. Καί ἄν τυχόν κάνης αὐστηρότατη ἄσκηση, μήν ὑπερηφανεύεσαι, διότι καί οἱ δαίμονες ἔκαναν καί κάνουν περισσότερα ἀπό σένα, διότι αὐτοί οὔτε τρῶνε οὔτε πίνουν ποτέ, οὔτε κοιμοῦνται, ἀλλά καί στίς ἐρήμους διαμένουν».

Ἡ ταπεινοφροσύνη, ὅπως τονίζει χαρακτηριστικά, κατορθώνεται μέ τήν ὑπομονή στίς κατηγορίες, τίς βρισιές, τίς πληγές. «Ὅταν ἀκούσης νά σέ λένε ἀνόητο καί τρελό, ἄπορο καί φτωχό, αὐτά εἶναι τά νεῦρα καί ἡ δύναμη τῆς ταπεινοφροσύνης. Αὐτά ἄκουσε καί ἔπαθε καί ὁ Κύριός μας».

- «Σέ αὐτόν τόν κόσμο βρισκόμαστε ὅπως σέ μία ἄλλη κοιλιά μητέρας. Ὅπως, λοιπόν, ὅταν βρισκόμασταν στήν κοιλιά τῆς μητέρας μας, στερούμασταν πολλά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου, ἔτσι πάλι καί τώρα πού βρισκόμαστε σέ αὐτόν τόν κόσμο, στερούμαστε πολλά ἀγαθά τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Διότι, ὅπως τά βρέφη πού εἶναι μέσα στήν κοιλιά τῆς μητέρας τους, ὅταν γίνουν τέλεια καί γεννηθοῦν, ἀπό τήν λιγότερη τροφή καί ζωή πού εἶχαν περνοῦν σέ περισσότερη τροφή καί σέ καλύτερη ζωή, ἔτσι καί οἱ δίκαιοι ἀναχωροῦν ἀπό αὐτήν τήν ζωή τοῦ κόσμου καί πηγαίνουν στήν οὐράνια καί καλύτερη ζωή, σύμφωνα μέ τό γραμμένο, "ἀπό δύναμη σέ δύναμη"».

Ἡ παροῦσα ζωή εἶναι πρόσκαιρη, καί ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε «πάροικοι καί παρεπίδημοι». Δέν εἴμαστε πολίτες τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά «ὁδίτες», περαστικοί διαβάτες. Ἡ ἀληθινή πατρίδα μας εἶναι ὁ οὐρανός, γι’ αὐτό καί πρέπει νά προετοιμαζόμαστε συνεχῶς γιά ἐκεῖ, ἐπειδή εἶναι ἄγνωστη ἡ ὥρα τῆς ἀναχωρήσεώς μας. Ὅποιος σκέπτεται τήν αἰώνια ζωή καί προετοιμάζεται γιά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου του, αὐτός χαίρεται ἀληθινά καί τήν παροῦσα ζωή, ἐπειδή ἡ μνήμη τοῦ θανάτου τόν βοηθᾶ νά ἀποφεύγη τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία τόν ὑποβιβάζει, δηλητηριάζει ὅλη τήν ὑπαρξή του καί τοῦ προξενεῖ ταραχή, πίκρα καί πόνο, ἀλλά καί φυγαδεύει ἀπό τήν ψυχή του τήν γαλήνη, τήν εἰρήνη καί τήν χαρά.

Ὅσοι ἀγωνίσθηκαν νά μάθουν καί νά βιώσουν τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ, καί ἀξιώθηκαν νά γευθοῦν, σέ μικρό ἤ μεγάλο βαθμό, τήν δόξα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, αὐτοί δέν τήν ἀνταλλάσσουν μέ ὅλα τά ἀγαθά τοῦ παρόντος βίου, τά ὁποῖα «ἡγοῦνται σκύβαλα εἶναι, ἵνα Χριστόν κερδίσουν».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 2915