Γράφτηκε στις .

Ὁ Ἐπίσκοπος Σαλώνων Ἠσαΐας

Ἔπεσε στά χέρια μας ἡ ἔκδοση τοῦ Δημητρίου Ι. Παπακωνσταντίνου καί τοῦ Συλλόγου Δεσφινιωτῶν “Ὁ Ἠσαΐας”, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στόν ἐθνεγέρτη καί ἐθνομάρτυρα Ἐπίσκοπο Σαλώνων Ἠσαΐα. Ὁ συγγραφέας καταβάλει προσπάθεια, στήν μνήμη τοῦ Ἐπισκόπου Σαλώνων, ὥστε ὁ ἥρωας αὐτός τῆς Ἐπανάστασης τοῦ ’21 νά ἀναδειχθῆ στό ὕψος πού τοῦ ταιριάζει. Πράγματι, ἡ Ρούμελη πρέπει νά τό ἔχει τιμή καί καμάρι πού ἀνάμεσά σε τόσους ἀκόμα ἥρωες ἀξιώθηκε νά γεννήση καί τόν δεσπότη Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος, ὄχι μόνο βοήθησε ἀπό τήν θέση τοῦ τήν Ἐπανάσταση, ἀλλά καί ἔπεσε μαχόμενος στό πεδίο τῆς μάχης, στήν ἴδια μάχη πού θυσιάστηκε καί ὁ Ἀθανάσιος Διάκος.

Ἀπό τό βιβλίο τοῦ κ. Παπακωνσταντίνου, ὁ ὁποῖος βλέπει τόν Ἐπίσκοπο Ἠσαΐα ἀπό τήν σκοπιά του καί μέσα στήν προοπτική πού ἀναφέραμε, ὑπογραμμίζουμε μερικά σημεῖα πού δείχνουν τόν προσανατολισμό καί τά “ἐφόδια” τῶν ἡρώων τοῦ ’21.

Ἀπό τά πρῶτα βιογραφικά του στοιχεῖα πού παρατίθενται φαίνεται ἡ δίψα τοῦ Ρωμηοῦ Ἠσαΐα γιά τήν παιδεία. Ἔτσι, ζητᾶ ἀπό τόν Ἀλή Πασά, πού χρωστοῦσε χάρη στήν οἰκογένειά τους, νά τοῦ ἐξασφαλίση, ἀντί ἄλλων δώρων, τίς σπουδές του. Νά τοῦ δώση αὐτό πού ὀνειρεύονταν τά Ρωμηόπουλα καί πού κρατοῦσε τά χρόνια ἐκεῖνα ὁ Ἅγιος Βασίλειος: χαρτί καί καλαμάρι.

Ἡ εὐμένεια τοῦ Ἀλῆ Τεπελενλῆ –τήν ὁποία κληρονόμησε ὁ Ἠσαΐας ἀπό τόν “καλό Σαμαρείτη” πάπα-Στάθη, τόν πατέρα τού– δέν ἔγινε αἰτία νά θελχθῆ ἀπό τήν ἐξουσία ἤ τόν πλοῦτο τοῦ ἀλλοθρήσκου, ἀλλά ἐκμεταλλεύτηκε τήν σχέση αὐτή, ὥστε νά σκεπάζει τούς Ἕλληνες.

Ἀργότερα, ὅταν ἀναδείχθηκε ὁ Ἠσαΐας Ἐπίσκοπος Σαλώνων, ἀλληλογραφοῦσε μέ τόν Πατριάρχη Γρηγόριο τόν Ε’, καί ὄχι μόνο γιά ἐκκλησιαστικά θέματα, ἀλλά καί γιά ἐθνικά. Αὐτό δείχνει τόν προσανατολισμό τοῦ Ἐπισκόπου Σαλώνων πρός τήν Ρωμηοσύνη, ἀλλά καί τό ἔργο τοῦ Πατριάρχη. Στό βιβλίο παρουσιάζεται μιά ἐπιστολή τοῦ Πατριάρχη στήν ὁποία φαίνεται καί ἡ στάση πού κρατοῦσε καί ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης ἀπέναντι στούς Τούρκους καί τόν Σουλτάνο. Φαίνεται καθαρά ἡ δύσκολη θέση τῶν ἡγετῶν τῆς Ρωμηοσύνης τήν ἐποχή ἐκείνη, κατά τήν ὁποία δέχονταν τρομερές πιέσεις ἀπό τήν τουρκική ἡγεσία, τῆς ὁποίας τήν εὔνοια προσπαθοῦσαν νά διατηρήσουν, ὄχι γιά προσωπικούς λόγους, ἀλλά γιά νά εὐεργετήσουν τό Γένος. Συμβουλεύει ὁ Πατριάρχης τόν Ἐπίσκοπο Σαλώνων: “...Κρύφα ὑπερασπίζου αὐτόν (τόν Πάπα-Ἀνδρέα Μόρη, πού εἶχε πάρει τά ὅπλα ἐναντίον τῶν Τούρκων), ἐν φανερῶ δ’ ἄγνοιαν ὑποκρίνου (στόν Ἀλή Πασά)... ἰδία πράϋνον τόν Βεζύρην λόγοις καί ὑποσχέσεσιν, ἀλλά μή παραδοθήτω εἰς λέοντος στόμα.” Καί σημειώνει ὁ κ. Παπακωνσταντίνου: “Ἕνας παπάς ἐπικεφαλῆς ὁπλισμένων νά ὀργώνη τήν περιφέρεια ἦταν καρφί στά μάτια τῶν Τούρκων, ἀλλά καί σπαζοκεφαλιά γιά τόν Ἠσαΐα φοβερή. Κι’ ὅμως τό χειρίστηκε μέ μεγάλη δεξιοτεχνία τό θέμα ἔτσι πού οὔτε νά παραδοθῆ στοῦ λέοντος τό στόμα, ἀλλά καί ν’ ἀποτελέση τόν πρῶτο πυρήνα τοῦ ἐπαναστατικοῦ στρατοῦ τῆς Ρωμηοσύνης στήν ἀναμέρτηση τῆς Ἀλαμάνας”. Σέ ἄλλο σημεῖο ὑπογραμμίζει ὁ συγγραφέας τήν σύνεση τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος “κατάφερε νά περάση τήν προεπαναστατική του Ἀργώ ἀπό λογής-λογής Συμπληγάδες, δίχως καμμιά ἀβαρία ... ποῦ αὐτό εἶναι σίγουρο κριτήριο τῆς θετικότητος τού”.

Ἀπό τό βιβλίο δέν λείπουν καί οἱ συγκλονιστικές στιγμές τῆς κήρυξης τῆς Ἐπανάστασης στήν Ρούμελη, καθώς καί οἱ τελευταῖες στιγμές τοῦ δεσπότη, ὁ ὁποῖος ξεψυχώντας ἔδειξε τό ὅραμα καί τόν θησαυρό πού κρατοῦσε μέσα του κάθε Ρωμηός: “Παναγιά μου, σῶσον τουλάχιστον τήν Πατρίδα”. Ποιό εἶναι τό ὅραμα; Ἡ ἐλευθερία τῆς Πατρίδας. Καί ὁ θησαυρός; Ἡ ἀγάπη στήν Παναγία. Καί πιστεύουμε ὅτι αὐτή ἡ εὐχή τοῦ δεσπότη, αὐτές οἱ κραυγές-εὐχές τῶν ἁγνῶν αὐτῶν μορφῶν, μαζί μέ τήν θυσία τους, ἔδωσαν τελικά τήν λευτεριά σέ ἕνα κομμάτι ἔστω τῆς Πατρίδας μας.

Ν.Γ.