Γράφτηκε στις .

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Μεγαλομάρτυς Χριστόφορος, 9 Μαΐου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Μεγαλομάρτυς Χριστόφορος, 9 ΜαϊουΣτην Ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ὁ ἅγιος εἰκονίζεται νά μεταφέρη στόν ὦμο τοῦ τόν Χριστό καί γι’ αὐτό, σύμφωνα μέ μιά παράδοση, ὀνομάστηκε καί Χριστοφόρος. Αὐτό δέν φαίνεται μέσα στά συναξάρια, ὅμως ἐκεῖνο πού εἶναι ἀληθινό καί ἔχει καί τήν μεγαλύτερη σημασία εἶναι το ὅτι ἦταν ὄντως χριστοφόρος καί θεοφόρος, ἀφοῦ εἶχε τόν Χριστό μέσα στήν καρδιά τοῦ “κατοικοῦντα καί ἐμπεριπατούντα”, κατά τόν λόγο τοῦ Ἰδίου: “Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καί ἐμπεριπατήσω καί ἔσομαι αὐτῶν Θεός καί αὐτοί ἔσονται μοί λαός” (Β’ Κορ. στ’, 16). Ἐξ ἀφορμῆς ἴσως τῆς παραδόσεως αὐτῆς θεωρεῖται προστάτης τῶν ὁδηγῶν. Στό “Μικρόν Εὐχολόγιον” τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί συγκεκριμένα στήν Ἀκολουθία “ἐπί εὐλογήσει νέου ὀχήματος” ὑπάρχει, πρῶτο στήν σειρά, τό Ἀπολυτίκιό του.

Ὁ Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Χριστοφόρος ὡς πρός τήν ἐξωτερική ἐμφάνιση ἦταν τόσο πολύ ἄσχημος, πού ἔκαμε μερικούς ἁγιογράφους νά τόν παριστοῦν μέ μορφή σκύλου. Φυσικά, αὐτό εἶναι ὑπερβολή. Εἶχε ὄψη δύσμορφη καί ἄγρια, ὅμως ἀνθρώπινη. Καταγόταν ἀπό χώρα εἰδωλολατρῶν ἀνθρωποφάγων. Τό ἀρχικό του ὄνομα ἦταν Ρέπρεβος, πού σημαίνει ἀδόκιμος, ἀποδοκιμασμένος, κολασμένος. Πιθανότατα ἔζησε τόν καιρό τοῦ Δεκίου (249-251), ὅταν στήν Ἀντιόχεια Ἐπίσκοπος ἦταν ὁ ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαβύλας.

Ἡ μεταστροφή του στόν Χριστό ἔγινε μέ τρόπο θαυμαστό. Συνελήφθη αἰχμάλωτος σέ μάχη, πού διεξήγαγε τό ἔθνος του μέ τά αὐτοκρατορικά στρατεύματα. Ἄγριος καί ἀπρόσιτος ὅπως ἦταν, δυσκολευόταν καί στήν ὁμιλία, γι’ αὐτό καί προσευχήθηκε θερμά. Καί ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερός συναξαριστής, ἦλθε ἄγγελος Κυρίου, ἀκούμπησε τά χείλη του καί ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή ἄρχισε νά ὁμιλῆ ἐλεύθερα. Ἀπό ἄλαλος καί εἰδωλολάτρης ἔγινε εὔλαλος κήρυκας καί ὁμολογητής τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια, τό θαῦμα δέν γεννᾶ τήν πίστη, ἀντίθετα ἡ πίστη εἶναι ἐκείνη πού γίνεται αἰτία τοῦ θαύματος. Παρ’ ὅλα αὐτά ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ πολλές φορές τό θαῦμα, ὅταν πρόκειται γιά ἀπίστους, πλήν ὅμως καλοπροαιρέτους, καί κυρίως γιά ἀνθρώπους πού δέν τούς δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀκούσουν καί νά μάθουν πολλά πράγματα γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του.

Ὁ ἅγιος Βαβύλας κατά τό Βάπτισμα τόν μετονόμασε σέ Χριστοφόρο. Ἡ ἄκτιστη θεία Χάρη πού ἔλαβε τήν ὥρα τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, μεταμόρφωσε ὅλη του τήν ὕπαρξη. Καί αὐτή ἀκόμα ἡ δύσμορφη ὄψη τοῦ φαινόταν φωτεινότερη καί ὀμορφότερη. Ἡ ἐσωτερική ὡραιότητα ἤ ἀσχήμια ἀντανακλᾶ καί στήν ἐξωτερική ὄψη τοῦ ἀνθρώπου μέ ἀποτέλεσμα νά προσθέτη ἤ νά ἀφαιρῆ ὀμορφιά. Τά ψυχικά χαρίσματα καί οἱ ἀρετές ὅπως ἡ ταπείνωση, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀνθρωπιά, ἡ χωρίς ὑστεροβουλία ἐξυπηρέτηση τοῦ συνανθρώπου, προσθέτουν ὡραιότητα καί κάλλος καί στήν ἐξωτερική ἐμφάνιση. Ἡ αὐταρχικότητα, ἡ γκρίνια, ὁ φθόνος, ἡ ἔλλειψη καλωσύνης καί χαμόγελου ἀσχημαίνουν καί τόν πιό ὄμορφο ἐξωτερικά ἄνθρωπο. Καί κάτι ἄλλο. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σάρκα. Ἡ ψυχή δέν φαίνεται, ὅπως καί τά χαρίσματά της δέν γίνονται ἀντιληπτά ἀπό τήν πρώτη ματιά καί ἀπό τόν οἱονδήποτε. Γι’ αὐτό χρειάζεται ὑπομονή καί προσοχή στίς κρίσεις. Ὅποιος βιάζεται σίγουρα κάνει λάθη. “Άφησε τόν ἄλλο νά σού ἀποκαλύπτεται καί ὅταν τόν γνωρίσης καλά τότε καί ἡ γνώμη σου γι’ αὐτόν θά εἶναι ὀρθοτερη” ἤ κατά τόν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς “μή κρίνετε κατ’ ὄψιν, ἀλλά τήν δικαίαν κρίσιν κρίνετε”. Ὁ λεγόμενος θεσμός τῶν καλλιστείων πού στίς μέρες μας, λόγω καί τῆς τηλεόρασης, γνωρίζει ἄνθηση, φανερώνει μιά ἐπιπολαιότητα στίς κρίσεις μας, ἀλλά καί τήν ἀκατάσχετη μανία γιά ἐμπορευματοποίηση τῶν πάντων καί τῶν πιό ἱερῶν ἀκόμη πραγμάτων. Ἐπί πλέον δείχνει ἕνα δυϊσμό καί μιά αὐτονόμηση τῆς σάρκας. Ἡ ἐξωτερική ὀμορφιά, ἡ ὡραία φωνή καί τόσα ἄλλα χαρίσματα εἶναι δῶρα χαρισμένα ἀπό τόν Θεό, ὅπως ἀκριβῶς τό λέει καί ἡ λέξη. Ἄλλωστε τό κάλλος δέν ἔχει σχέση μόνο μέ ἐξωτερικά πράγματα. Δέν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό τήν ὄψη καί τήν συμμετρία τῶν μελῶν τοῦ σώματος, γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο σῶμα. Εἶναι ψυχοσωματική ὕπαρξη καί ὡς τέτοια πρέπει νά κρίνεται. Τό σῶμα δέν εἶναι ὁ ὅλος ἄνθρωπος, ἀλλά τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως καί ἡ ψυχή, εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι “τό συναμφότερον”, δηλαδή καί τά δύο μαζί. Ὑπάρχει ἑπομένως ἀλληλεπίδραση. Ὅταν στήν καρδιά κατοικεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα, αὐτό φωτίζει καί ὀμορφαίνει καί τήν ψυχή καί τό σῶμα. Ἀντίθετα, ὅταν τό πονηρό πνεῦμα ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στήν ἄνθρωπινη ὕπαρξη, τότε αὐτή γίνεται, ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά, σκοτεινή καί ἄκομψη.

Ὡραία πόδια εἶναι αὐτά πού λιώνουν στήν διακονία τῆς ἀγάπης. “Ως ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων τήν εἰρήνην τῶν εὐαγγελιζομένων τά ἀγαθά”. Ὡραία χέρια αὐτά πού ἐργάζονται τήν προσφορά καί τήν ἐλεημοσύνη καί γενικά ὡραῖο σῶμα αὐτό πού καταυγάζεται ἀπό τό ἄκτιστο φῶς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.