Skip to main content

Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή (ἄσκηση καί μυστήρια)

 Ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στά συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου

τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ὁμιλία στό Ε' Θεολογικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου μέ γενικό θέμα «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως» τό Σάββατο 5 Ὀκτωβρίου 2019.

Ἡ ὁμιλία σὲ video

Ὅλοι οἱ ἅγιοι, μέσα στήν θεολογική πίστη τῶν Ὀρθοδόξων, εἶναι φορεῖς τῆς ἴδιας παραδόσεως, ἡ ὁποία στό κεντρικό περιεχόμενό της εἶναι ἡ μετάδοση ἀπό πνευματικό πατέρα σέ πνευματικό παιδί ἤ ἀπό τόν ποιμένα τῆς Ἐκκλησίας στόν λαό, τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, μέ λόγο, πράξη καί «ἐν μυστηρίῳ»· «ἐν τῷ μυστηρίῳ» τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, ἀλλά καί στό παμμυστήριο τῆς Ἐκκλησίας· στήν τελετουργική δηλαδή μετάδοση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, στούς προετοιμασμένους μέ τόν καθαρτικό λόγο καί δεκτικούς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἅγιοι κατά τήν μετάδοση τῆς παραδόσεως στίς διατυπώσεις –στά «ρήματα»– μπορεῖ μεταξύ τους νά διαφέρουν. Στά νοήματα ὅμως ταυτίζονται. Μέ δεδομένη τήν ταύτιση στά νοήματα ἀπό ὅλους τούς ἁγίους, ἑρμηνεύονται εὔκολα οἱ ἰδιαίτερες ἔννοιες, ἀκόμη καί ἐκεῖνες πού εἶναι δάνεια ἀπό ξένες παραδόσεις, τίς ὁποῖες ὁ καθένας ἀπό τούς ἁγίους χρησιμοποιεῖ, ἀφοῦ προηγουμένως τίς φορτίζει μέ ὀρθόδοξες σημασίες, ἤ ἁπλῶς ἐξουδετερώνει τό αἱρετικό περιεχόμενό τους, ἀντιμετωπίζοντας συγκεκριμένα προβλήματα, θεολογικά ἤ ποιμαντικά. Αὐτήν τήν διαδικασία βλέπουμε στόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη.

Ὁ πειρασμός τοῦ ἁγίου Νικοδήμου καί ἐνόσω ζοῦσε, ἀλλά (θά μποροῦσε κανείς νά πῇ) καί μετά τήν κοίμησή του ἕως σήμερα, εἶναι ἡ κατηγορία ἐκ μέρους ὁρισμένων «πεπαιδευμένων», «τῇ ἱερᾷ μάλιστα θεολογίᾳ [σχολαζόντων]», ὅτι εἰσήγαγε δυτικές διδασκαλίες στήν ὀρθόδοξη ἀνατολή. Πράγματι ὑπάρχουν κάποια λεξίδια, ὅπως «οἱ ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ» ἤ «ἱκανοποίηση», τά ὁποῖα στούς πάσχοντες περί τάς λέξεις, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι πρόθυμοι νά περάσουν ἀπό τήν σάρκα στήν ψυχή τους –στήν σημασία τους– δημιουργοῦν σκανδαλισμό. Κάποιοι ὅμως προκαλοῦνται ἑκουσίως καί ἰδιοτελῶς, γιατί θεωροῦν ὅτι ἡ χρήση λέξεων πού χρησιμοποιοῦνται ἀπό ἑτερόδοξες θεολογικές παραδόσεις, τούς δίνει ἰσχυρό ἄλλοθι νά ἐπιτεθοῦν στήν ἡσυχαστική ἀσκητική θεολογία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνερανιστής, ἑρμηνευτής καί παραγωγός-γεννήτωρ σημαντικῶν θεολογικῶν συγγραφῶν, χαρακτηρίζεται πατερικός θεολόγος. Στό συγγραφικό του ἔργο βλέπει κανείς καθαρά ὅτι ἐφαρμόζεται ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, πού ἐπαναλαμβάνει σχεδόν αὐτολεξεί καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «ἐμόν οὐδέν ἐρῶ». Εἶναι ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις Πατράσι, Ἀποστόλοις καί Προφήταις. Ἀκολουθεῖ ἰδιαιτέρως τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὄχι ἁπλῶς μέ πολλές παραπομπές στά ἔργα του, ἀλλά κυρίως μέ τόν τρόπο τῆς συγγραφῆς του καί τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς του, ὅπως περιγράφεται στόν βίο του.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος μπορεῖ νά προστεθῇ στούς προσυπογράφοντες καί ἐπιβεβαιοῦντες τόν Ἁγιορειτικό Τόμο τοῦ 14ου αἰῶνος, ὁ ὁποῖος καταλήγει μέ τήν συνοπτική περιγραφή τῆς ἱερᾶς Παροδόσεως, μέ τά ἑξῆς λόγια: «Ταῦτα ὑπό τῶν Γραφῶν ἐδιδάχθημεν, ταῦτα παρά τῶν ἡμετέρων Πατέρων παρελάβομεν, ταῦτα διά τῆς μικρᾶς ἐγνώκαμεν πείρας, ταῦτα καί τόν ἐν ἱερομονάχοις τιμιώτατον καί ἀδελφόν ἡμέτερον κύρ Γρηγόριον ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων συγγραψάμενον ἰδόντες καί ἀποδεξάμενοι ὡς ταῖς τῶν ἁγίων ἀκριβεῖς ἐχόμενα παραδόσεσι, πρός πληροφορίαν τῶν ἐντυγχανόντων ὑπεγράψαμεν».

Ἡ θεολογία τοῦ «κυρ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ» εἶναι κυρίαρχη μέσα στό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ὅπως καί σέ ὅλους, λίγο πολύ, τούς συγγραφεῖς τῆς Τουρκοκρατίας, εἴτε ὡς ὑλικό στήν ἀντιλατινική πολεμική τους, ὅπως ἀποδεικνύει ὁ Podskalsky (Ποντσκάλσκι) στό ἔργο του «Ἡ Ἑλληνική Θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας, 1453-1821», εἴτε ὡς θεμέλιο τοῦ ἡσυχαστικοῦ ἀσκητισμοῦ. Ὁ Podskalsky παρατηρεῖ, ὅτι «κατά τό β΄ μισό τοῦ 18ου αἰώνα, ἔρχεται νά προστεθεῖ ἡ στροφή τῶν ὀρθοδόξων ἀπό τήν θεολογία πρός τήν πνευματικότητα –αὐτή ἡ τάση χαρακτηρίζει καί τόν νεοπαλαμισμό τῶν ἡμερῶν μας».

Στό β΄ μισό τοῦ 18ου αἰώνα ἐντάσσεται ὁ κύριος ὄγκος τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, μέ πρῶτα ἔργα τήν «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν», τόν «Εὐεργετινό» καί τό «Περί συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως». Ἔργα πού δέν σηματοδοτοῦν στροφή ἀπό τήν θεολογία στήν πνευματικότητα, ὅπως ἀντιλαμβάνεται τό περιεχόμενό τους ὁ Ἰησουΐτης μελετητής Γκέρχαρντ Ποντσκάλσκι, ἀλλά πού ἀναζωπυρώνουν τό ἐνδιαφέρον τῶν ὑποδούλων στούς Ὀθωμανούς Ὀρθόδοξων γιά τό θεολογικό θεμέλιο τῆς ἡσυχαστικῆς ἄσκησης, γενικά τῆς εὐαγγελικῆς πράξεως, μέ τήν ὁποία «ὀ νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται καί τελειοῦται», φθάνει δηλαδή ἀπό τό σκότος τῶν παθῶν καί τῆς σαρκικῆς γνώσεως, στό φῶς τῆς θεογνωσίας, τῆς ἐμπειρικῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος δέν εἶναι συγγραφέας αὐτῶν τῶν πρώτων ἔργων. Εἶναι ἐπιμελητής, διορθωτής, ἐμπλουτιστής μέ παραπομπές, σημειώσεις καί εἰσαγωγές, ὅπως καί σέ πολλά ἄλλα κατοπινά ἔργα του, ὅπως ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος», «Τά Πνευματικά Γυμνάσματα», τό «Ἑορτοδρόμιο» καί ἄλλα.
Ὁ ἅγιος Μακάριος Κορίνθου πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1777, «διά νά προσκυνήσῃ τά ἅγια Λείψανα τῶν ἁγίων τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας», ὅπως γράφει ὁ μ. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ἀλλά καί νά συναντήσῃ τόν νεαρό μοναχό Νικόδημο (28 ἐτῶν τότε καί μόλις 2 χρόνια μοναχό). Ὁ ἅγιος Μακάριος ἦταν τότε 47 ἐτῶν καί ἤδη εἶχε συγκροτήσει τήν συλλογή τῶν κειμένων τῆς Φιλοκαλίας. Ἡ συνάντηση ἔγινε στίς Καρυές. Ἐκεῖ ὁ ἅγιος Μακάριος «παρέδωκε τῷ Ἁγίῳ Νικοδήμῳ τήν “Φιλοκαλίαν” χειρόγραφον, ὅπως τήν ἀποκαθάρῃ ἐκ τῶν σφαλμάτων, ἑτοιμάσῃ πρόλογον καί συνοπτικούς βίους τῶν ἐν αὐτῇ ἁγίων συγγραφέων». Τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἐπίσης τόν «Εὐεργετινό» χειρόγραφο «καὶ τό “Περὶ τῆς συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως” πονημάτιον, [...] ὅπως τό ἐπιπλατύνῃ καί ἑτοιμάσῃ δι’ ἔκδοσιν»(ὅ.π.). Αὐτή ἦταν ἡ ἀφετηρία τοῦ πλούσιου συγγραφικοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἕνας σημαντικός σταθμός τοῦ ὁποίου ἦταν ἡ ἑτοιμασία τῆς ἔκδοσης τῶν Ἁπάντων τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τήν ὁποία ἀνέλαβε μέ προτροπή τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου καί τοῦ Μητροπολίτου Ἡλιουπόλεως Λεοντίου. Τό ἔργο ἑτοιμάστηκε ἀπό τόν Ἅγιο στὴν Καψάλα γύρω στὸ 1787. Στάλθηκε τό 1796 στήν Βιέννη γιά ἐκτύπωση, στό τυπογραφεῖο ὅπου τύπωνε καί ὁ Ρήγας τήν ἐπαναστατική προκήρυξη καί τόν Θούριό του. Ἐκεῖ τά ἕτοιμα γιά ἔκδοση Ἅπαντα χάθηκαν, ὡς παράπλευρη ἀπώλεια, ὅταν ὁ Ρήγας Φεραῖος παραδόθηκε ἀπό τήν ἐξουσία τῆς Βιέννης στούς Τούρκους, ὁ τυπογράφος στάλθηκε στήν ἐξορία καί τά πράγματα τοῦ τυπογραφείου δεσμεύτηκαν ἀπό τήν Ἐξουσία.

Στήν συνέχεια θά δοῦμε πιό συγκεκριμένα τό πῶς διαζωγραφεῖται ἡ ἐν Χριστῷ ζωή στό συγγραφικό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Πῶς, στήν ζωή αὐτή (τήν ἐν Χριστῷ), ἡ ἄσκηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν περιλαμβάνει τήν μύηση καί μετοχή στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.

Θά δοῦμε ἐπίσης τό ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶναι θεμέλιο τῆς ζωῆς καί τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Θά ἐπιδιώξουμε οἱ ἀναφορές μας νά εἶναι κυρίως στά ἔργα «Ἀόρατος Πόλεμος» καί «Πνευματικά Γυμνάσματα», διότι γι’ αὐτά κυρίως ἔχει κατηγορηθῇ ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὅτι εἰσάγει στό χῶρο τῆς Ἀνατολῆς δυτικές διδασκαλίες, ἐνῷ σαφῶς εἰσάγει τήν ὀρθόδοξη ἄσκηση μέ τό θεολογικό της θεμέλιο.

Στίς συγγραφές τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ζωή ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, πού ἀρχίζει μέ τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, ἡ Χάρη τῶν ὁποίων ἐγκαθίσταται στό βάθος τῆς καρδιᾶς τῶν νεοφωτίστων καί στήν συνέχεια ἀρχίζει ὁ ἀγώνας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Στά Πνευματικά Γυμνάσματα μιλᾶ γι’ αὐτόν τόν ἀγώνα, γιά τίς κατ’ ἀρχήν ἔνδοθεν καί μετά τό Βάπτισμα ἔξωθεν ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, στηριζόμενος στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τόν ἅγιο Διάδοχο, Ἐπίσκοπο Φωτικῆς. Σ’ αὐτόν τόν ἀγώνα ἀποκτᾶται ἡ πείρα τοῦ πολέμου μέ «τά πνευματικά τῆς πονηρίας» καί τούς λογισμούς τους, πού ἀπαιτεῖ ἀνάληψη ἀσκητικοῦ ἀγώνα, μέ πολλές κακοτοπιές, ὁ ὁποῖος ἐνισχύεται καί καθοδηγεῖται ἀπό τήν χάρη τῶν μυστηρίων τῆς Μετανοίας καί τῆς Θ. Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία ἐμπεριέχει καί τό τέλος αὐτῆς τῆς ἀτελεύτητης πορείας, πού εἶναι τό νά «καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»(Ἐφ.4,13).

Ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος», μέ τίτλο τοῦ πρωτοτύπου «Combattimento Spirituale»(Πόλεμος Πνευματικός) θεωρεῖται ἀπό τούς πολλούς ἔργο τοῦ Λορέντζο Σκούπολι [γεννήθηκε τό 1530 στό Ὀτράντο τοῦ βασιλείου τῆς Νεάπολης καί πέθανε τό 1610 στήν Νεάπολη] ἀδελφοῦ τοῦ τάγματος τῶν Θηατίνων, πού ἰδρύθηκε στήν Β. Ἰταλία τό 1524 (ἀπό τόν Theato Ἰωάννη Πέτρο Carafa). Τάγμα αὐστηρό, πού εἶχε ὁδηγό τήν Κλίμακα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτη. Εἶχε στήν ἀρχή δεσμούς μέ τούς Ἰησουΐτες, ἀλλά κατόπιν πολεμήθηκε ἀπό αὐτούς. Κατά τόν Κων/νο Παπουλίδη δέν εἶναι ἐξακριβωμένο ἄν ὁ Σκούπολι εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ Βιβλίου, πού ἐπιμελήθηκε ὁ ἅγιος Νικόδημος. Ὁ Ἐμμανουήλ Φραγκίσκος ἐπίσης ἀπέδειξε ὅτι τόν Ἀόρατο Πόλεμο καί τά Πνευματικά Γυμνάσματα δέν τά μετέφρασε ἀπό τά γαλλικά ἤ ἄλλη γλώσσα ὁ ἅγιος Νικόδημος, ἀλλά τά βρῆκε μεταφρασμένα «ἀπό τόν κρητοπάτμιο καγκελάριο τῆς κοινότητας τῆς Πάτμου Ἐμμανουήλ Ρωμανίτη καί ἀποκείμενα μετά τόν θάνατό του (περί τό 1760) στή βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου» τῆς Πάτμου. Ἐπίσης γιά τά Πνευματικά Γυμνάσματα ὁ ἅγιος Νικόδημος ἐθεωρεῖτο ὅτι εἶχε ἀφετηρία καί πρότυπο ἕνα σύντομο ἀντίστοιχο ἔργο τοῦ Ἰγνάτιου Λοϋόλα. Ὁ Κ. Παπουλίδης μᾶς πληροφορεῖ, καί τό δέχεται καί ὁ Ἐμμανουήλ Φραγκίσκος, ὅτι τό ἔργο πού βρῆκε μεταφρασμένο ἀπό τόν Ρωμανίτη ὁ ἅγιος Νικόδημος ἦταν τοῦ Ἰταλοῦ Πιναμόντι (Pinamonty).

Θεωροῦμε πολύ σημαντικό τόν πρόλογο στό βιβλίο Ἀόρατος Πόλεμος, ὁ ὁποῖος γράφηκε ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο. Τό ὅτι συγγραφέας του εἶναι ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὕφος τῆς γραφῆς, ἀλλά καί ἀπό τήν τελευταία παράγραφό του, στήν ὁποία γράφει: «ἐνθυμηθῆτε, ἀδελφοί μου, νὰ δεηθῆτε πρὸς τὸν Κύριον καὶ διὰ τὴν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν ἐκείνου, ὅπου σᾶς ἔγινε συνεργὸς τοῦ τοιούτου καλοῦ, διὰ μέσου τῆς τοῦ βιβλίου τούτου ἐκδόσεως». Τόν πρόλογο λοιπόν τόν ἔγραψε ὁ ἐκδότης, ὄχι ὁ συγγραφέας.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος περιγράφοντας συνοπτικά τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου, γράφει, ὅτι τό βιβλίο αὐτό δέν διδάσκει γιά κάποιον αἰσθητό καί ὁρατό πόλεμο, μέ ἐχθρούς πού ἔχουν σώματα, «ἀλλὰ διὰ τὸν νοητὸν καὶ ἀόρατον πόλεμον, τὸν ὁποῖον ἀναλαμβάνει κάθε χριστιανός, εὐθὺς ἀπὸ τὴν ὥραν ἐκείνην ὅπου βαπτισθῇ καὶ ὑποσχεθῇ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νὰ πολεμῇ εἰς αὐτὸν ἕως θανάτου ὑπὲρ τοῦ θείου Αὐτοῦ ὀνόματος. [...]

Καὶ στρατιῶται μέν, ὅπου ἔχουν νὰ πολεμοῦν εἰς τοῦτον τὸν πόλεμον, διδάσκει πὼς εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί. Ἀρχιστράτηγος δὲ τούτων, παρασταίνεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, συντροφιασμένος μὲ ὅλους Του τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους, ἤτοι μὲ ὅλα τὰ Τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων· στάδιον δὲ καὶ πολεμήστρα καὶ τόπος, μέσα εἰς τὸν ὁποῖον αὐτὸς ὁ πόλεμος γίνεται, εἶναι αὐτὴ ἡ ἰδία μας καρδία καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος· καὶ καιρὸς τοῦ πολέμου ὅτι εἶναι, ὅλη μας ἡ ζωή».

Στήν συνέχεια ἀναφέρει ποιά εἶναι τὰ ἅρματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἁρματώνει τοὺς στρατιῶτες του αὐτός ὁ Ἀόρατος Πόλεμος. Ἐκθέτει περιληπτικά ὅλο τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου καί περιγράφει παραστατικά τήν ἐν Χριστῷ ζωή, ὡς ἄσκηση συνδεδεμένη μέ τήν Χάρη τῶν μυστηρίων. Γράφει, ὅτι στούς στρατιῶτες αὐτοῦ τοῦ πολέμου περικεφαλαία, σκουτάρι, θυρεός, σιδηροποκάμισον, ζώνη, ὑποδήματα, μάχαιρα, κοντάρι τρίλογχον, ἁσπίδα, σιτηρέσιον καὶ τροφαὶ κ.λπ. εἶναι:

«–ἡ τελεία ἀπιστία καὶ ἀπελπισία τοῦ ἑαυτοῦ των,
–τὸ πρὸς τὸν Θεὸν θάρρος καὶ ἡ βεβαία ἐλπίς,
–ἡ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου,
–ἡ τῶν σαρκικῶν παθῶν ἀποχή.
–ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ τῆς ἰδικῆς των ἀσθενείας ἐπίγνωσις.
–ἡ ὑπομονὴ ἐν τοῖς πειρασμοῖς καὶ ἡ τῆς ἀμελείας ἀποδίωξις.
–ἡ ἱερὰ προσευχή, τόσον ἡ νοερὰ καὶ προφορική, ὅσον καὶ ἡ διὰ μελέτης γινομένη.
–τὸ νὰ μὴ συγκατατίθενται εἰς τὸ πάθος, ὅπου τοὺς πολεμεῖ· τὸ νὰ διώκουν αὐτὸ ἀπὸ λόγου των μὲ ὀργὴν καὶ τὸ νὰ μισοῦν αὐτὸ καὶ νὰ τὸ σιχαίνονται ἀπὸ καρδίας.
–ἡ συνεχὴς μετάληψις τῆς Θείας Κοινωνίας, τόσον τῆς μυστηριώδους τοῦ θυσιαστηρίου, ὅσον καὶ τῆς νοερᾶς.
–ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τοῦ νοὸς εἰς τὸ νὰ γνωρίζῃ ὀρθῶς τὰ πράγματα καὶ ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τῆς θελήσεως, εἰς τὸ νὰ θέλῃ μόνην τὴν εὐαρέστησιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ τῆς καρδίας εἰρήνη καὶ ἡσυχία».

Ὅλος ὁ ἀγώνας ξεκινᾶ ἀπό τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος καί στόν πόλεμο πρός τά πάθη καί τούς μισάνθρωπους, ὅπως γράφει, δαίμονες, «οἱ ὁποῖοι δέν παύουν ἡμέραν καί νύκτα νά μᾶς πολεμοῦν» ἐνισχυόμαστε ἀπό τήν συνεχῆ μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν, ὅπως σημειώνει ἀλλοῦ, δέν εἴμαστε κάτω ἀπό κανόνα.

Ὁ πρόλογος στό βιβλίο Ἀόρατος Πόλεμος δείχνει τό πῶς ὁ ἅγιος Νικόδημος διάβασε τό μεταφρασμένο ἀπό τόν Ἐμμανουήλ Ρωμανίτη ἔργο τοῦ θηατίνου μοναχοῦ Λορέντζο Σκούπολι. Τό διάβασε μέ προϋποθέσεις ὀρθόδοξες, γι’ αὐτό καί ὁ πρόλογός του, στόν ὁποῖο παρουσιάζεται συνοπτικά τό περιεχόμενό του, εἶναι ἕνα ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξο κείμενο, χαρακτηριστικό δεῖγμα τῆς ὀρθόδοξης ἀσκητικῆς γραμματείας.

Σ’ αὐτήν τήν συνάφεια μποροῦμε νά παρεμβάλουμε τά περί ἀξιομισθιῶν τοῦ Χριστοῦ, ὅρο πού διατηρεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος, στό βιβλίο Ἀόρατος Πόλεμος, μέ ἐξουδετερωμένο ὅμως τό αἱρετικό περιεχόμενό του. Ἀναφερόμενος στό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας γράφει:

«Πρὸ τῆς μεταλήψεως, πρέπει νὰ καθαρισθῶμεν μὲ τὸ μυστήριον τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως [...]· καὶ μὲ τὴν διάθεσιν ὅλης μας τῆς καρδίας, νὰ δοθῶμεν ὁλοτελῶς [...] εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ εἰς ὅλον ἐκεῖνο ὅπου τοῦ ἀρέσῃ. Ἐπειδὴ καὶ Αὐτὸς εἰς τοῦτο τὸ μυστήριον μᾶς δίδει τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα Του, μὲ τὴν ψυχὴν καὶ τὴν Θεότητα καὶ τὰς ἀξιομισθίας Του».

Οἱ ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ στήν δυτική παράδοση συνδέονται μέ δύο αἱρετικά δόγματα: τό καθαρτήριο πῦρ καί τήν ἱκανοποίηση τῆς προσβληθείσης θείας δικαιοσύνης ὡς κίνητρο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Στό κείμενο πού ἐπιμελήθηκε ὁ ἅγιος Νικόδημος δέν ὑπάρχουν αὐτές οἱ διδασκαλίες. Ὅπου τυχόν συναντᾶται ὁ ὅρος «ἱκανοποίηση» ἀναφέρεται στήν τήρηση τοῦ κανόνα πού δέχεται ὁ πιστός ἀπό τόν Πνευματικό του, ὅπως ἐπεσήμανε σέ σχετική εἰσήγησή του στό περσινό συνέδριό μας ὁ π.Γεώργιος Μεταλληνός. Δηλαδή, ἡ «ἱκανοποίηση τοῦ κανόνα» ἀφορᾶ, στόν ἅγιο Νικόδημο, τήν θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι τήν θεραπεία τοῦ ὀργισμένου Θεοῦ. Τό τελείως διαφορετικό πνεῦμα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Ἄνσελμου Καντερβουρίας, κύριου εἰσηγητῆ τῆς βλάσφημης θεωρίας περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, δηλώνεται σαφέστατα σέ ὑποσημείωση τοῦ κεφαλαίου μθ΄(49), τοῦ Ἀοράτου Πολέμου, τό ὁποῖο (κεφάλαιο) ἔχει τίτλο: «Τρόπος διὰ νὰ προσεύχεσαι διὰ μέσου τῆς Θεοτόκου Μαρίας». Στήν ἐν λόγῳ ὑποσημείωση ἀκυρώνεται τό δόγμα τῆς προσβληθείσης θείας δικαιοσύνης ὡς κίνητρο τῆς σαρκώσεως. Ἡ ὑποσημείωση αὐτή, βέβαια, πρέπει νά ποῦμε ὅτι ξεσήκωσε πολλές ἀντιδράσεις· (σκληρή γιά παράδειγμα ἦταν ἡ κριτική τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου στήν ἀπολογία πού ἔγραψε γι’ αὐτήν τήν ὑποσημείωση ὁ ἅγιος Νικόδημος στό τέλος τοῦ ἔργου του Συμβουλευτικόν Ἐγχειριδίον). Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε σ’ αὐτήν τήν πολύ σημαντική ὑποσημείωση.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος, βάζοντας θεμέλιό του τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, γράφει: «μὲ κάθε δίκαιον ἔχαιρε καὶ ὑπερέχαιρε πρὸ τοῦ αἰῶνος ἡ Ἁγία Τριάς, προγιγνώσκουσα κατὰ τὴν θεαρχικήν Της ἰδέαν, τὴν ἀειπάρθενον Μαρία», διότι ἄν καθ’ ὑπόθεσιν τά πάντα στρεφόταν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, μόνη ἡ Θεοτόκος ἦταν «ἱκανὴ νὰ Τὸν εὐχαριστήσῃ κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα καὶ νὰ μὴ Τὸν ἀφήσῃ τόσον νὰ λυπηθῇ διὰ τὸν χαμὸν καὶ τὴν ἀπώλειαν τῶν τόσων καὶ τόσων κτισμάτων Του». Στήν συνέχεια συμπερασματικά συμπληρώνει:

«Συνάγεται λοιπὸν ἐκ τῶν εἰρημένων, ὅτι, ἐπειδὴ καὶ ὁ Θεὸς προώρισε τὴν Θεοτόκον κατὰ τὴν προαιώνιον Αὐτοῦ εὐδοκίαν, ἥτις εἶναι, οὐχὶ τὸ ἑπόμενον καὶ κατ’ ἐπακολούθησιν θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὸ προηγούμενον καὶ κύριον αὐτοῦ θέλημα, ὡς τὸ ἑρμηνεύει ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (λόγ. α΄ εἰς τὰ Φῶτα καὶ λόγῳ εἰς τὴν Χριστοῦ Γέννησιν). Συνάγεται, λέγω, ἐκ τούτων, ὅτι, καθὼς τὸ περιβόλι γίνεται διὰ νὰ φυτευθῇ τὸ δένδρον καὶ πάλιν τὸ δένδρον φυτεύεται διὰ τὸν καρπόν, τοιουτοτρόπως ὅλος ὁ νοητὸς καὶ αἰσθητὸς κόσμος ἔγινε διὰ τὸ τέλος τοῦτο· ἤτοι διὰ τὴν κυρίαν Θεοτόκον· καὶ πάλιν ἡ κυρία Θεοτόκος, ἔγινε διὰ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· καὶ οὕτως ἐτελειώθη ἡ ἀρχαία βουλὴ καὶ ὁ σκοπὸς ὁ πρῶτος τοῦ Θεοῦ· μὲ τὸ νὰ ἀνακεφαλαιώθησαν τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ καὶ ἠνώθη ἡ κτίσις μὲ τὸν Κτίστιν, οὐχὶ φυσικῶς, οὐχὶ προαιρετικῶς καὶ κατὰ χάριν, ἀλλὰ κατ’ αὐτὴν τὴν ὑπόστασιν· ὅστις εἶναι ὁ ἀνώτατος βαθμὸς τῆς ἑνώσεως, ὕστερα ἀπὸ τὸν ὁποῖον, ἄλλος ἀνώτερος, οὔτε εὑρέθη, οὔτε εὑρεθήσεται».

Ἐδῶ, ἡ ἐνανθρώπηση εἶναι «ὁ σκοπὸς ὁ πρῶτος τοῦ Θεοῦ», ἀνεξάρτητος ἀπό τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, τελείως ξένος πρός τό βλάσφημο δόγμα τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς προσβληθείσης δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὡς κινήτρου τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Τά παραπάνω θεωροῦμε, ὅτι ἀποφορτίζουν τόν ὅρο «ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ» ἀπό τό αἱρετικό περιεχόμενό του, στήν ἀποδοχή καί χρήση του ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο καί σημαίνει ἁπλῶς τίς ἀπερινόητες δωρεές καί χάριτες πού μᾶς δωρίζει ἡ μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Κλείνοντας τήν εἰσήγηση, θά μιλήσουμε λίγο στατιστικά. Στό Ἀόρατο Πόλεμο ἐντοπίσαμε 11 ἀναφορές στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ· στά Πνευματικά Γυμνάσματα 35. Εἶναι ἀναφορές κυρίως σέ ὑποσημειώσεις. Καί γιά νά γίνῃ μιά σύγκριση, στό Ἑορτοδρόμιο ἐντοπίσαμε 119. Στίς ἀναφορές συνήθως χαρακτηρίζεται «ὁ Θεσσαλονίκης θεῖος Γρηγόριος» ἤ «ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος».

Δέν γνωρίζω ἄν αὐτό ἔχη κάποια σημασία, ἀλλά στόν Ἀόρατο Πόλεμο καί στά Πνευματικά Γυμνάσματα δέν ἀναφέρεται πουθενά τό ἐπώνυμο «Παλαμᾶς». Στό Ἑορτοδρόμιο ἀναφέρεται 15 φορές.

Ἄς κλείσουμε (δανειζόμενοι τόν λόγο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου) μέ «ἐκεῖνο ὅπου λέγει σκοτεινὰ ὁ μέγας ἐκεῖνος ἐργάτης καὶ διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς, Γρηγόριος ὁ Θεσσαλονίκης, ἐν οἷς λέγει. “Ὅταν τὸ ἑνιαῖον τοῦ νοῦ γένηται τρισσόν, μένον ἑνιαῖον, τότε συνάπτεται τῇ Θεαρχικῇ Τριαδικῇ Μονάδι, πᾶσαν ἀποκλεῖσαν πλάνης εἴσοδον καὶ ὑπεράνω καθεστὼς σαρκὸς καὶ κόσμου καὶ κοσμοκράτορος”».

«Τὸ ἑνιαῖον τοῦ νοῦ γένηται τρισσόν, μένον ἑνιαῖον» ὅταν, κατά τόν ἅγιο Νικόδημο, «ὁ μὲν νοῦς προσέχῃ ὅλος εἰς τὸν ἐνδιάθετον λόγον του τὸν ἐν τῇ καρδίᾳ λαλούμενον, ὁ δὲ ἐνδιάθετος λόγος λέγει τό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με, τὸ δὲ Πνεῦμα καὶ ἡ φυσικὴ θέλησις μὲ ὅλην της τὴν δύναμιν ἀγαπᾷ καὶ διατίθεται εἰς τὰ ρήματα τῆς προσευχῆς ταύτης, τότε αἱ τρεῖς δυνάμεις αὗται, γίνονται ἕνα, μένουσαι τρεῖς· καὶ ὁ ἕνας ἄνθρωπος γίνεται τρία, μένοντας ἕνας».

Ἔτσι, ἐπιθυμώντας νά καταστοῦμε «ἐν τρισίν ἑνιαῖοι», ἄς ζητήσουμε ἀπό τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία, σύμφωνα μέ αὐτά πού γράφει γι’ αὐτήν ὁ ἅγιος Νικόδημος στά Πνευματικά Γυμνάσματα, «Αὐτὴ μόνη εἶναι καὶ ὁ ταμειοῦχος ἐν ταὐτῷ καὶ ὁ χορηγός τοῦ πλούτου τῆς Θεότητος καὶ χωρὶς τὴν μεσιτείαν Αὐτῆς, δὲν δύναται νὰ πλησιάσῃ τινὰς εἰς τὸν Θεόν, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, καθὼς περὶ Αὐτῆς ὑψηγορεῖ ὁ Μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ἐν τῷ α΄. λόγῳ τῶν Εἰσοδίων», [Αὐτή, λοιπόν,] νά γεννᾶ διαρκῶς μέσα μας τήν προσευχή, πού μᾶς ἑνοποιεῖ, πού ἀναζωπυρώνει τήν Χάρη τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, μᾶς φωτίζει τόν νοῦ στόν ἀγώνα τῆς πίστεως καί μᾶς κάνει νά διψοῦμε γνησίως τήν συνεχῆ Θεία Μετάληψη, καθιστώντας μας ζωντανά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας.

  • Προβολές: 1666