Skip to main content

Γεγονότα καὶ Σχόλια: Ἠθικιστικός λαϊκισμός - Εὐχή στόν θαμμένο σπόρο

Ἠθικιστικός λαϊκισμός

Πρίν μερικές μέρες ἔφυγε ἀπό αὐτήν τήν ζωή ὁ ποιητής καί στοχαστής Ντίνος Χριστιανόπουλος, ἕνας ἀπό τούς χαρακτηριστικούς ἐκπροσώπους τῆς σχολῆς τῆς Θεσσαλονίκης.

Ἡ ἀναφορά μας σ’ αὐτόν δέν εἶναι φιλολογική, οὔτε γιά νά προσλάβουμε ἀπό αὐτόν ὑγιῆ θεολογικά νοήματα. Θά διατυπώσουμε μιά παρατήρηση πού ἔχει σχέση μέ τό πῶς ἐπιβιώνει σέ ὁρισμένους στοχαστές τό ἐκκλησιαστικό παρελθόν τους, μετασχηματιζόμενο σ’ ἕνα ἠθικιστικό λαϊκισμό, πού ἀρέσει στόν κόσμο καί ἄς ἔχει ὑπερβολές, ἀκόμη καί ἐκκεντρικότητες.

Ὡς πρῶτο δεῖγμα παραθέτω μικρό ἀπόσπασμα ἀπό ἕνα κείμενό του μέ τίτλο: Ἐναντίον. Γράφει:

«Εἶμαι ἐναντίον τῆς κάθε τιμητικῆς διάκρισης, ἀπ΄ ὅπου καὶ ἂν προέρχεται. Δὲν ὑπάρχει πιὸ χυδαία φιλοδοξία, ἀπ’ τὸ νὰ θέλουμε νὰ ξεχωρίζουμε. Αὐτὸ τὸ ἀπαίσιο «ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων», πού μᾶς ἄφησαν οἱ ἀρχαῖοι».

Δέν θά μποροῦσε νά διαφωνήση κανείς μέ αὐτήν τήν ἄποψη τοῦ Χριστιανόπουλου. Δείχνει ὥριμη ψυχή, πού ξέρει τί ἔχει ἀξία. Βρίσκει μάλιστα στήν Ἰλιάδα τοῦ Ὁμήρου (ραψωδία Ζ, 208) τήν παιδευτική ἀφετηρία αὐτῆς τῆς «χυδαίας φιλοδοξίας»· «ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων», δηλαδή, σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση, «νά ξεπερνᾶς τούς ἄλλους». Ἡ χυδαιότητα βρίσκεται στήν σύγκριση μέ τούς ἄλλους προκειμένου νά τούς ξεπεράσης, κάτι πού εἶναι σύμφυτο μέ τήν ἐκπαιδευτική διαδικασία. Συνεχίζει ὅμως:

«Εἶμαι ἐναντίον τῶν βραβείων, γιατὶ μειώνουν τὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου. Βραβεύω σημαίνει ἀναγνωρίζω τὴν ἀξία κάποιου κατώτερού μου -καὶ κάποτε θὰ πρέπει νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν συγκατάβαση τῶν μεγάλων. Παίρνω βραβεῖο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικὰ ἀφεντικὰ -καὶ κάποτε θὰ πρέπει νὰ διώξουμε τὰ ἀφεντικὰ ἀπὸ τὴ ζωὴ μας».

Ἐδῶ φαίνεται ἡ ἀρρώστια τοῦ αὐτόνομου «διαφωτισμένου» νοῦ, πού δέν δέχεται νά ὑποτάσσεται σέ τίποτε καί σέ κανέναν. Φαίνεται καί ἡ ἀρρώστια πού διακατέχει πολλούς συγγραφεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν τήν εὐαισθησία νά αἰσθάνονται τούς ἀναγνῶστες τους ὡς ἀφεντικά τους, ὁπότε δέν μποροῦν νά χαροῦν, ὅταν κάποιοι ἀπό αὐτούς τούς ἐπιβραβεύουν γιά τό ἔργο πού τούς παρέχουν.

Εὐχή στόν θαμμένο σπόρο

Ὁ Χριστιανόπουλος χρημάτισε καί κατηχητής. Ἀργότερα πῆρε ἄλλους δρόμους. Κράτησε ὅμως τόν χαρακτηρισμό «χριστιανόπουλο», ὅπως λέμε «κατηχητόπουλο», καί τό ἔκανε ψευδώνυμό του. Τό πραγματικό του ὄνομα ἦταν Κωνσταντῖνος Δημητριάδης.

Δέν ἔπαψε ποτέ νά πηγαίνη στήν Ἐκκλησία, παρά τίς διαφοροποιήσεις του στόν δρόμο τῆς ζωῆς του.

Ὁ Χριστιανισμός του, ὅπως σημειώσαμε, ἐπιβίωσε ὡς ἠθικιστικός λαϊκισμός καί ἄς τόν θεωροῦσε ἀλλιῶς ὁ ἴδιος καί ἄς τόν θεωροῦν ἀλλιῶς καί πολλοί ὁμότροποί του στοχαστές.

Παραθέτω δύο χαρακτηριστικά μικρά ποίηματά του:

«Ἔλαιον θέλω καὶ οὐ θυσίαν / κι ἐμεῖς ποὺ θυσιαστήκαμε; / κι ἐμεῖς ποὺ δὲ λαδώσαμε;». Γράφει λανθασμένα τό «ἔλεον θέλω» μέ αι (ἔλαιον) γιά νά ταιριάση μέ τό «κι ἐμεῖς ποὺ δὲ λαδώσαμε;». Θεωρεῖ ὅτι θυσιάστηκε, ὅτι δέν «λάδωσε» καί ὅτι (γι αὐτό) βρίσκεται ἔξω ἀπό αὐτό πού θέλει ὁ Χριστός γιά νά σώση τόν κόσμο. Μᾶλλον μοιάζει μέ ἀντίδραση ἐπαναστατημένου κατηχητόπουλου, πού ἔχει τήν ἱκανότητα νά φτιάχνη ἀληθοφανεῖς κριτικούς στίχους.

Δείχνοντας τήν αὐτοεκτίμησή του καί τήν ἀποτυχία τῶν ἐπιβουλῶν πού ὀργάνωναν ἐναντίον του οἱ ἀντικείμενοί του, γράφει:

«Καὶ τί δὲν κάνατε γιὰ νὰ μὲ θάψετε / ὅμως ξεχάσατε πὼς ἤμουν σπόρος».

Εὐχόμαστε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ νά τόν ἀναδείξη ἤ νά τόν μετασχηματίση σέ σπόρο ἱκανό νά βλαστήση τώρα στήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ.

π.Θ.Α.Β.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ

  • Προβολές: 1502