Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ἁγία Δομνίνη καί οἱ θυγατέρες της Βερνίκη καί Προσδόκη, 4 Ὀκτωβρίου

Τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ἡ ἁγία Δομνίνη καταγόταν ἀπό τήν Ἀντιόχεια καί ἔζησε στά χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ. Ἀσπάσθηκε τήν Χριστιανική πίστη μαζί μέ τίς δύο θυγατέρες της, τήν Βερνίκη καί τήν Προσδόκη. Μετά τήν βάπτισή τους ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τους ἄλλαξε, ἀφοῦ ἡ καρδιά τους ξεχείλισε ἀπό ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, καί γενικά ἀπό ὅλους τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐνοίκησε στήν καρδιά τους. Τήν ἀλλαγή αὐτήν τοῦ τρόπου ζωῆς καί συμπεριφορᾶς τους δέν ἄργησε νά τήν καταλάβη ὁ εἰδωλολάτρης σύζυγος τῆς Δομνίνης, ὁ ὁποῖος προσπάθησε νά πείση σύζυγο καί θυγατέρες νά θυσιάσουν στά εἴδωλα. Καί ἐπειδή ἀρνήθηκαν νά τό πράξουν, τότε γεμάτος μίσος θέλησε νά ἀτιμασθοῦν οἱ ἴδιές του οἱ θυγατέρες. Ἡ Δομνίνη, ὅμως, μέ αὐτοθυσία τίς προστάτεψε, καί προτίμησαν ὅλες νά ὑποστοῦν τόν διά πνιγμοῦ μαρτυρικό θάνατο σέ ποτάμι, παρά νά χάσουν τήν πίστη τους, τήν ἐσωτερική καθαρότητά τους καί τήν εἰρήνη τῆς ψυχῆς τους, αὐτά τά πολύτιμα καί ἀνεκτίμητα ἀγαθά.

Τόν βίο τους καί τό μαρτύριό τους διέσωσε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος στόν ἐγκωμιαστικό του λόγο πρός τίς μάρτυρες, ἐρωτᾶ:

«Πῶς (ἡ Δομνίνη) διεφύλαξε τό πολύτιμο ἀγαθό τῶν θυγατέρων της, ἤτοι τήν παρθενία; Καί ἀπαντᾶ: «Μέ τήν φύλαξη τῶν θείων νόμων. Δέν εἶχε στέγη νά τήν σκεπάζη, ἀλλά εἶχε τό ἰσχυρό χέρι τοῦ Θεοῦ νά τήν σκεπάζη ἀπό πάνω. Δέν εἶχε θύρα, οὔτε μοχλό, ἀλλά εἶχε τήν ἀληθινή θύρα (τόν Χριστό) πού προφυλάσσει ἀπό τήν ἐπιβουλή. Καί ὅπως ἀκριβῶς στό μέσο τῶν Σοδόμων πολιορκοῦνταν ἡ οἰκία τοῦ Λώτ, ἀλλά δέν πάθαινε κανένα κακό, διότι εἶχε μέσα ἀγγέλους, ἔτσι, λοιπόν, καί αὐτές οἱ μάρτυρες, εὑρισκόμενες μεταξύ τῶν Σοδόμων καί ὅλων τῶν ἐχθρῶν καί πολιορκούμενες ἀπό παντοῦ, δέν πάθαιναν κανένα κακό, διότι εἶχαν τόν Κύριο τῶν ἀγγέλων νά κατοικῆ στίς ψυχές τους». Δέν εἶχαν ἀνθρώπινη βοήθεια καί προστασία, ἀλλά «πορευόμενες στόν δρόμο τόν ἔρημο δέν ἔπαθαν τίποτε διότι εἶχαν τήν ἀληθινή ὁδό, πού τίς ὁδηγοῦσε πρός τόν οὐρανό. Γι’ αὐτό ἐγκαταλελειμμένες μέσα σέ τόσο μεγάλο πόλεμο καί ταραχή καί κύματα, βάδιζαν μέ ἀσφάλεια». Καί συνεχίζει γιά νά πῆ ὅτι «ὁ Χριστός τύφλωσε τά μάτια ὅλων, γιά νά μή προδοθοῦν τά παρθενικά σώματα».

Ὁ βίος τους καί ἡ πολιτεία τους μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.

Πρῶτον. Δέν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις πού συνάνθρωποί μας παραπονοῦνται ὅτι δέν ἔχουν ἀνθρώπινη βοήθεια, ἰδιαίτερα σέ δύσκολες στιγμές τῆς ζωῆς τους. Καί τό παράπονο γίνεται μεγαλύτερο στίς περιπτώσεις πού κάποιοι ἔχουν ἀναθρέψει παιδιά καί ἐγγόνια, καί στό τέλος βρίσκονται μόνοι καί ἐγκαταλελειμμένοι. Ὁ πόνος κάποιες φορές ἴσως νά εἶναι «βουβός», δηλαδή νά μή ἐκδηλώνεται ἐξωτερικά, ὡστόσο, ὅμως, δέν παύει νά εἶναι ἀπό ἰσχυρός μέχρι ἀβάσταχτος. Καί δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος γιά νά μαλακώση αὐτός ὁ πόνος παρά μόνον ἄν μετατραπῆ σέ προσευχή, ἱκεσία, δοξολογία καί εὐχαριστία πρός τόν ἀγαθό καί φιλάνθρωπο Θεό, γιατί τότε κατέρχεται καί κατασκηνώνει μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί στήν περίπτωση αὐτήν παύει νά αἰσθάνεται μόνος καί ἐγκαταλελειμμένος, ἐπειδή ἀποκτᾶ οὐράνιους φίλους, τῶν ὁποίων αἰσθάνεται τήν παρουσία καί τήν προστασία, γι’ αὐτό καί ἀλλάζει ὅλη ἡ διάθεσή του. Καί αὐτοί εἶναι ὁ Χριστός, ἡ Θεοτόκος, οἱ Ἅγιοι καί οἱ Ἄγγελοι. Αὐτό, βέβαια, δέν γίνεται ἀντιληπτό ἀπό τούς πολλούς, ἀλλά μόνον ἀπό ἐκείνους πού ἀγωνίζονται μέσα στήν Ἐκκλησία νά νικήσουν τά πάθη τους καί νά ἐπιτύχουν τόν προσωπικό τους ἁγιασμό.

Αὐτή ἡ οὐράνια φιλία καί προστασία ἀποκτᾶται, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, μέ τήν «φύλαξη τῶν θείων νόμων», ἡ ὁποία κατά τόν Προφητάνακτα Δαυίδ προϋποθέτει σύνεση, καί γι’ αὐτό προσεύχεται στόν Θεό, τόν Δημιουργό του, καί Τόν παρακαλεῖ: «Αἱ χεῖρές σου ἐποίησάν με καί ἔπλασάν με· συνέτισόν με καί μαθήσομαι τάς ἐντολάς σου». Αὐτό σημαίνει ὅτι γιά νά μάθη κανείς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί νά τίς κατανοήση σέ βάθος, καί τό κυριότερο, γιά νά τίς κάνη τρόπο τῆς ζωῆς του πρέπει νά εἶναι συνετός ἄνθρωπος. Καί συνετός, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τήν ἐκφράζει ὁ ὅσιος Θαλάσσιος, εἶναι «ὁ συμβουλῆς ἀνεχόμενος, καί μάλιστα πνευματικοῦ πατρός κατά Θεόν συμβουλεύοντος». Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἐμπιστεύεται τόν λογισμό του καί τό θέλημά του καί ζητᾶ τήν συμβουλή πεπειραμένων καί φωτισμένων ἀνθρώπων, δέν διαπράττει λάθη, σοβαρά καί ἀνεπανόρθωτα, τά ὁποῖα ὁδηγοῦν στήν αἰώνια ἀπώλεια. Καί, μάλιστα, ὅταν πρόκειται γιά θέματα πίστεως, τότε δέν περιπίπτει σέ πλάνη καί δέν διασπᾶ τήν ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι τό εὐλογημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά μᾶλλον συμβάλλει σέ αὐτήν τήν ἑνότητα.

Δεύτερον. Οἱ Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, παλαιότεροι καί νεώτεροι, γεμάτοι ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν δείλιασαν μπροστά στά φρικτά βασανιστήρια καί τόν ἐπικείμενο θάνατο, ἐπειδή γνώριζαν μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ὅτι ὁ θάνατος ὁ ὁποῖος ἀκολουθεῖ τήν ὁμολογία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τήν σφράγισή της μέ τήν αἱματοβαμμένη σφραγίδα τοῦ μαρτυρίου, ὁδηγεῖ στήν ἕνωση μέ τόν Θεό, πού εἶναι ζωή αἰώνια καί ἀτελεύτητη μέσα στό ἄκτιστο Θεῖο Φῶς. Τό μόνο πού «φοβόντουσαν» στήν ζωή τους καί τό ἀπέφευγαν ἐπιμελῶς, ἤ τό διόρθωναν μέ τήν μετάνοια, ἦταν ἡ ἁμαρτία. Καί ἀγωνίζονταν μέ ἔνταση γιά νά τήν ἀποφύγουν, ὅπως ἀποφεύγει κανείς ἕνα δηλητηριῶδες φίδι, ἐπειδή γνώριζαν πολύ καλά ὅτι ἡ ἁμαρτία ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια τῆς Θείας Χάριτος καί φυγαδεύει ἀπό τήν ψυχή τήν εἰρήνη, ἡ ὁποία εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί μία, ὄντως, παραδεισένια κατάσταση. Καί στήν συνέχεια ὑποδουλώνει τόν ἄνθρωπο στόν διάβολο, ὁ ὁποῖος τοῦ προξενεῖ «ταραχή καί δειλία», πού εἶναι πραγματική κόλαση.

Τούς ἀγωνιστές τοῦ καλοῦ ἀγώνα τῆς πίστεως τούς σκεπάζει μέ τήν Χάρη Του καί τούς προστατεύει ἀπό τό μίσος καί τήν κακία τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου καί τῶν ὀργάνων του, ἤτοι τῶν «φθοροποιῶν καί φθονερῶν ἀνθρώπων», ὁ Χριστός, «ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων», ὁ Ὁποῖος «κατοικεῖ στίς ψυχές τους», ὅπως ἀκριβῶς προστάτευσε τόν δίκαιο Λώτ στά Σόδομα καί τίς τρεῖς αὐτές μάρτυρες, μητέρα καί θυγατέρες.

Ἑπομένως, ὅσοι ἐπιθυμοῦμε νά γίνεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας θά πρέπει νά βαδίζουμε τήν ὁδό τῶν Θείων ἐντολῶν χωρίς ταραχή καί δειλία, ἀλλά μέ χαρά, ἀνδρεία καί ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος, κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, «οὐ γάρ ἔδωκεν ἡμῖν Πνεῦμα δειλίας, ἀλλά δυνάμεως καί ἀγάπης καί σωφρονισμοῦ».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 1116