Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ἐπικήδειος λόγος γιά τόν Μητροπολίτη Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κυρό Κοσμᾶ (video)

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐντιμότατοι Ἄρχοντες,
Τίμιον Πρεσβυτέριον, Χριστοῦ διακονία,
Ὁσιώτατοι μοναχοί,
Πενθηφόρε λαέ τοῦ Κυρίου,

Θλιβερό καθῆκον μᾶς συγκέντρωσε σήμερα στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος Μεσολογγίου γιά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κυροῦ Κοσμᾶ.

Προεξάρχω στήν ἐξόδιο ἀκολουθία, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, τοῦ ὁποίου μεταφέρω τίς εὐχές γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κυροῦ Κοσμᾶ ἐν σκηναῖς δικαίων, καί τίς εὐχές του στούς ἀπορφανισθέντες εὐλαβεῖς Κληρικούς, μοναχούς καί λαϊκούς τῆς ἁγιωτάτης αὐτῆς Μητροπόλεως, ἀλλά καί μετέχω ὡς Τοποτηρητής τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας.

Γνωρίζουμε ἀπό ὅλη τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί δέν μιλοῦμε γιά θάνατο, ἀλλά γιά κοίμηση καί ὕπνο, γιατί ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Χριστός «τήν προσηγορίαν μετέβαλε∙ οὐκέτι γάρ θάνατος λέγεται, ἀλλά κοίμησις καί ὕπνος» (ΕΠΕ 36, 70). Καί πάλιν ὁ ἴδιος διδάσκει: «Οὐδέν γάρ ἕτερόν ἐστιν ὁ θάνατος, ἀλλ’ ἤ ὕπνος, καί ἀποδημία, καί μετάστασις καί ἀνάπαυσις, καί λιμήν εὔδιος καί ταραχῆς ἀπαλλαγή, καί βιωτικῶν ἐλευθερία φροντίδων».

Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική καί σέ αὐτήν τήν πνευματική ἀτμόσφαιρα ζοῦσε ὁ μακαριστός Μητροπολίτης καί γι’ αὐτό μετά ἀπό εὐδόκιμη διακονία ὡς διάκονος, Πρεσβύτερος, Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως μέ πολλά πνευματικά τέκνα, πορεύεται στήν «ἄνω Μητρόπολη» κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, στήν ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία, «ὅπου ἦχος καθαρός ἑορταζόντων καί βοώντων ἀπαύστως, Κύριε δόξα σοι», στήν Ἐκκλησία μέ τό οὐράνιο θυσιαστήριο, τήν ὁποία περιγράφει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης στό Βιβλίο τῆς Ἱερᾶς Ἀποκαλύψεως.

Διῆλθεν ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Κοσμᾶς τήν ζωή του μέ χαρμολύπη. Χαρά διότι μεγάλωσε σέ πατριαρχική οἰκογένεια τοῦ πατρός Εὐστρατίου Παπαχρήστου, ἑνός ἀγαθοῦ λευίτου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, πού ζοῦσε ὅπως ὁ παπα-Νικόλας Πλανᾶς μέ παραδοσιακές ἀκολουθίες καί μέ τήν κολλυβαδική παράδοση. Μέσα σέ αὐτό τό ἀσκητικό καί ἁγιορείτικο περιβάλλον ἀναπτύχθηκε καί αὐτό τόν ἐνέπνευσε σέ ὅλη τήν ζωή του. Ἐπί πλέον ἐνεπνεύσθη, σέ μεγάλο βαθμό ἀπό τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα ἔφερε μέ τήν μοναχική κουρά του. Ἀλλά ἔζησε καί μέ λύπη διότι συμπορεύθηκε σέ ὅλη τήν ζωή του μέ μέλη τῆς οἰκογενείας του πού εἶχαν πρόβλημα ὁράσεως καί ἐκεῖνος ἔφερε μέ ἔμπνευση τόν σταυρό τῆς βιολογικῆς αὐτῆς ἀσθένειας μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του. Ὁ Θεός τοῦ ἐπεφύλαξε καί ὀδυνηρό τέλος, μέ τό ὁποῖο ἐτελειώθη, γιατί τό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πιστεύη στόν Θεό, εἶναι τελείωση, ὁλοκλήρωση.

Χαρμολύπη, λοιπόν, ὅλος ὁ βίος του ἀπό τήν γέννησή του μέχρι τήν νέα γέννησή του στόν οὐρανό, στήν οὐράνια Ἐκκλησία καί τήν οὐράνια θεία Λειτουργία. Καί αὐτό λέγεται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ὅλος ὁ βίος μας, κατά τόν ἱερό Νικόλαο Καβάσιλα, εἶναι κυοφορία σέ μιά μεγάλη μήτρα, ὅπως τό βρέφος κυοφορεῖται μέσα στήν μήτρα τῆς μητέρας του καί ἔρχεται ἡ μεγάλη στιγμή νά γεννηθῆ, ὁπότε καί στόν ἄνθρωπο ἔρχεται ἡ στιγμή κατά τήν ὁποία ἐξέρχεται ἀπό τήν μήτρα τῆς παρούσης ζωῆς καί γεννιέται στήν οὐράνια πολιτεία, στήν Ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς (Ἑβρ. ιβ΄, 23). Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ὁδηγούμενος πρός τό μαρτύριο ἔγραφε: «Ὁ τοκετός μοι ἐπίκειται», δηλαδή ἡ ἔξοδος τῆς ψυχῆς ἀπό τόν ἐνταῦθα βίο εἶναι τοκετός σέ ἕναν ἄλλο τρόπο ζωῆς.

Προπέμπουμε σήμερα τόν ἀδελφό, τόν φίλο, τόν πατέρα γιά πολλούς, τόν Ἐπίσκοπο καί Μητροπολίτη, τόν ἔνθερμο Ἱεροκήρυκα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τόν καλίφωνο Κληρικό, τόν κατανυκτικότατο λειτουργό, τόν συμπαθῆ στούς πονεμένους, τόν ἐλεήμονα στούς πτωχούς, τόν στοργικό πατέρα τῶν παιδιῶν, τό στήριγμα τῶν ἡλικιωμένων. Προπέμπουμε τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ στόν Θεό, τόν πνευματικό υἱό στόν Οὐράνιο Πατέρα, τόν Ἐπίσκοπο στόν Ἀρχιερέα Χριστό.

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κυρός Κοσμᾶς ἐβάδισε στήν ζωή του τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, καί σήκωσε τόν σταυρό του μετά πολλῆς χαρᾶς, γι’ αὐτό ἰσχύει αὐτό πού ψἀλλαμε στά τροπάρια: «Οἱ τήν ὁδόν τήν στενήν βαδίσαντες τεθλιμμένην πάντες οἱ ἐν βίῳ, οἱ τόν σταυρόν ὡς ζυγόν ἀράμενοι καί ἐμοί ἀκολουθήσαντες ἐν πίστει, δεῦτε ἀπολάβετε, ἅ ἡτοίμασα ὑμῖν βραβεῖα καί στέφη τά οὐράνια».

Ἠγάπησε τήν Ἐκκλησία καθ’ ὑπερβολήν, εὐφράνθηκε μέ τό ἱερό θυσιαστήριο, θυσίασε τόν ἑαυτό του στήν ποιμαντική διακονία, ὁπότε τώρα μπορεῖ νά πῆ στόν Κύριό του καί Θεό του: «Σός εἰμι ἐγώ, σῶσόν με, ὅτι τά δικαιώματά σου ἐξεζήτησα» (Ψαλμ. 118, 94).

Μέ τόν μακαριστό Ἱεράρχη γνωριζόμασταν προσωπικά ἀπό μαθητές τοῦ Γυμνασίου στά Παπαστράτεια Ἀγρινίου, παρακολουθούσαμε τά μαθήματα στήν ἴδια τάξη, μέ τούς ἴδιους καθηγητές, καί ἔχοντας τούς ἴδιους πνευματικούς πατέρες. Ὕστερα χώρισαν οἱ δρόμοι μας. Ἐγώ σπούδασα στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης καί ἀκολούθησα τόν ἅγιο Καλλίνικο, τόν τότε Πρωτοσύγγελλο τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως, καί Ἐφημέριο αὐτοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, καί ἔπειτα Μητροπολίτη στήν Ἔδεσσα, καί ἐκεῖνος σπούδασε Πολιτικές Ἐπιστῆμες στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καί ἔπειτα στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, παρέμεινε στήν γενέθλια γῆ του, χειροτονήθηκε διάκονος καί Πρεσβύτερος ἀπό τόν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κυρό Θεόκλητο. Στήν συνέχεια συναντηθήκαμε πάλι στόν ἴδιο Νομό, τόν Νομό Αἰτωλοακαρνανίας, σέ δύο διαφορετικές Ἱερές Μητροπόλεις.

Εἴχαμε τήν ἴδια ἀγάπη γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, ἡ ἴδια ἐπιθυμία κυριαρχοῦσε στήν καρδιά μας νά ζοῦμε καί νά πολιτευόμαστε κατά Θεόν, μέ ἀγάπη στόν Θεό, τήν Ἐκκλησία καί τούς ἀδελφούς μας ἐν Χριστῷ, σέ μερικά θέματα, ὅπως εἶναι φυσικό, ἀφοῦ δέν ταιριάζουν ἀπόλυτα ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μεταξύ τους, εἴχαμε κάπως διαφορετικούς τρόπους προσεγγίσεως τῶν πραγμάτων. Ὁ Θεός βλέπει τό ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς μας, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι κρίνουν ἐξωτερικά καί ἐπιφανειακά. Γι’ αὐτό, ὅπως μοῦ ἀρέσει νά λέγω, χαίρομαι πού στήν Δευτέρα Παρουσία θά μᾶς κρίνη ὁ Θεός καί ὄχι οἱ ἄνθρωποι, γιατί συνήθως οἱ ἄνθρωποι κρίνουν ἐξωτερικά καί γι’ αὐτό εἶναι σκληροί στίς κρίσεις τους.

Προπέμπουμε σήμερα τόν ἀδελφό, τόν φίλο, τόν συγγενῆ, τόν πνευματικό πατέρα, τόν Μητροπολίτη Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κυρό Κοσμᾶ στήν οὐράνια θεία Λειτουργία μέ χαρά γιά τήν γνωριμία, μέ πόνο γιά τήν σωματική ἀπουσία, καί μέ δοξολογία γιά τήν πορεία του στούς πατέρας του καί τούς ἁγίους, πού ἀγάπησε ἀπό τήν μικρή του ἡλικία μέχρι τό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς του. Τόν προπέμπουμε στά οὐράνια σκηνώματα δοξολογώντας τόν Θεό γιά τήν παρουσία του ἐδῶ στήν γῆ.

Ἰσχύει ὁ λόγος τῆς εὐχῆς πού ἀπευθύναμε στόν Θεό προηγουμένως: «Ὥσπερ ἐπί τῆς γῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ σου λειτουργόν αὐτόν κατέστησας, οὕτω καί ἐν τῷ οὐρανίῳ σου θυσιαστηρίῳ ἀνάδειξον, Κύριε∙ ἐπί ἀνθρώπων πνευματικῇ ἀξίᾳ κατακοσμήσας, ἐπί Ἀγγέλων τῇ σῇ δόξῃ ἀκατάκριτον πρόσδεξαι∙ αὐτός ἐπί τῆς γῆς τήν ζωήν αὐτοῦ ἐδόξασας, αὐτός δέ καί τήν ἔξοδον τοῦ βίου αὐτοῦ ἐν τῇ εἰσόδῳ τῶν Ἁγίων σου ποίησον, καί τό πνεῦμα αὐτοῦ μετά πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνός σοι εὐαρεστησάντων συναρίθμησον».

Ἄρχισα τόν ἐπικήδειο λόγο μου μέ τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὅτι «ὁ Χριστός τήν προσηγορίαν τοῦ θανάτου μετέβαλε», γι’ αὐτό δέν λέγεται θάνατος, ἀλλά ὕπνος καί ἀποδημία. Θέλω νά τελειώσω μέ ἕναν ἄλλον συναφῆ λόγο του ὅτι εἶναι «ἀποδημία πρόσκαιρος», «ὕπνος μακρότερος τοῦ συνήθους». Ὁπότε, αὐτό πού ὀνομάζουμε θάνατο εἶναι ἕνας μακρύς καί μεγάλος ὕπνος μέχρι τήν ἐκ τῶν μνημείων ἔγερση, πού θά γίνη μέ τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό δίνει νόημα στήν ζωή μας καί νοηματοδοτεῖ καί τόν χωρισμό ἀπό τούς ἀγαπητούς μας ἀνθρώπους. Αὐτό δίδασκε καί ὁ μακαριστός Μητροπολίτης σέ ὅλα τά πνευματικά του παιδιά, καί αὐτό εἶναι φάρμακο ζωῆς.

Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀγαπητέ ἀδελφέ, συλλειτουργέ, Μητροπολίτα τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως Κοσμᾶ.

Δεῖτε τόν λόγο ΕΔΩ

Δεῖτε Φωτογραφίες ἀπό τήν κηδεία