Γράφτηκε στις .

Γραπτὸ κήρυγμα: Τὸ θέατρο καὶ οἱ θεατρίνοι

Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου

Γραπτὸ Θεῖο Κήρυγμα  Κυριακῆς Τυρινῆς 

Κυριακὴ 6 Μαρτίου 2022

Τὸ θέατρο καὶ οἱ θεατρίνοι

 «μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί·ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν...» (Ματθ. στ', 16)

Αγαπητοί αδελφοί,

Ερχόμενος ο Κύριος στον κόσμο βρήκε μια διεστραμμένη θρησκευτική κατάσταση. Όλη η λατρεία του πεπτωκότος ανθρώπου είχε μεταβληθή σ’ ένα δημόσιο θέαμα. Εκινείτο στην περιφέρεια. Παντού υπήρχε η υποκρισία. Ο άνθρωπος, και στην σχέση του ακόμη προς τον Θεό, ήταν ανθρωποκεντρικός και υποκριτής. Η νηστεία, η προσευχή, η δικαιοσύνη ήταν μέσα προβολής του εσωτερικού αρρωστημένου ανθρώπου. Αντί ο άνθρωπος να λατρεύη τον Θεό, λάτρευε τον ίδιο τον εαυτό του. Προσπαθούσε να φθάση στον Θεό μέσα από το εγώ του και τα πάθη του. Αγνοούσε ότι η θέωση έρχεται δια της μακαρίας ταπεινώσεως, δια της μεταμορφώσεώς του.

Ο Χριστός, θεραπεύοντας αυτήν την νοσηρά κατάσταση που ήταν δαιμονιώδης, την μετέθεσε από την περιφέρεια στο βάθος. Δίδαξε ότι όλα πρέπει να γίνωνται «εν τω κρυπτώ». Θα αναφερθούμε λίγο στην υποκρισία και τούς υποκριτές.

Υποκρισία είναι η επιτήδευση της αρετής και της ευσεβούς ζωής. Η ανυπαρξία της εσωτερικής ζωής, της πραγματικής ευσεβείας, κρύπτεται με τα εξωτερικά σχήματα της ευσεβείας. Γι’ αυτό η υποκρισία είναι ένα θέατρο χειρίστης μορφής και οι υποκριτές είναι θεατρίνοι. Κατά περιστάσεις υποδύονται διαφόρους ρόλους «ὅπως φανώσι τοῖς ἀνθρώποις» (Ματθ. στ’, 16).

Η υποκρισία, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι προσποίηση της φιλίας, μίσος κεκαλυμμένο σε σχήμα φιλίας, έχθρα που εκδηλώνεται ως εύνοια, φθόνος που μιμείται τον χαρακτήρα της αγάπης. Υποκρισία είναι ο πλασματικός και όχι πραγματικός βίος της αρετής, η προσποίηση της δικαιοσύνης, η απάτη που έχει την μόρφωση της αληθείας.

Με άλλα λόγια, όταν ένα πάθος ενδύεται την αντίστοιχη αρετή για να «κυκλοφορήση» μεταξύ των ανθρώπων, αυτό λέγεται υποκρισία. Αυτή η κατάσταση κάνει τον άνθρωπο να φορά ένα προσωπείο, μια προσωπίδα. Και, όπως τονίσαμε προηγουμένως, αυτή η φρικτή κατάσταση γίνεται στην προσπάθεια να προβληθή το αρρωστημένο και θεοποιημένο «εγώ». Επομένως, στην πραγματικότητα, είναι λατρεία του εγώ που καταντά σε καταδίκη του ανθρώπου.

Είναι γνωστά τα «ουαί» που απηύθυνε ο Χριστός εναντίον των Φαρισαίων, των κατ’ εξοχήν εκφραστών της υποκρισίας. Ο Χριστός χρησιμοποίησε μια πολύ ρεαλιστική εικόνα για να παρουσιάση την σχιζοφρενική κατάσταση των υποκριτών. Είπε ότι οι υποκριτές ομοιάζουν με τούς τάφους, οι οποίοι «ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δἐ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας». Έτσι και οι Φαρισαίοι. Ο Χριστός είπε στους Φαρισαίους: «ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δὲ μεστοί ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας» (Ματθ. κγ' 27, 28). Οι Φαρισαίοι ήταν θεατρίνοι. Ανέβαιναν στην θρησκευτική σκηνή της εποχής τους άλλοτε διατυμπανίζοντας ένα καλό που έκαναν, αμφιβόλου προελεύσεως, άλλοτε προσπαθώντας να φανούν στους ανθρώπους δίκαιοι, ενώ ήταν άδικοι. Όμως, για να είμαστε αληθινοί πρέπει να πούμε ότι η υποκρισία ήταν γνώρισμα και ασθένεια όλης της εποχής, αφού και ο λαός διακρίνονταν για την ασθένεια αυτή (Λουκ. ιβ', 56).

Δυστυχώς, η υποκρισία δεν είναι προϊόν μόνον της προ Χριστού εποχής. Υπάρχει και σήμερα και είναι δυστύχημα που εκδηλώνεται και μεταξύ των ανθρώπων που ακολουθούν τον Χριστό. Αν ειλικρινά εξετάσουμε τον εαυτό μας θα διαπιστώσουμε ότι σε πολλές εκδηλώσεις μας είμαστε θεατρίνοι και παίζουμε διαρκώς θέατρο.

Παίζουμε θέατρο, όταν με τον τρόπο της προσευχής και της εν γένει λατρευτικής ζωής επιδιώκουμε να προσελκύσουμε την προσοχή των άλλων και το χειρότερο επιδιώκουμε να φανούμε ότι είμαστε καλοί Χριστιανοί με το σεμνό σχήμα και το παραπέτασμα της κατηφείας κρύπτουμε «τὴν ἐνυπάρχουσαν θρασύτητα» και «τὰ τῆς ψυχῆς αἴσχη», όπως γράφει ο όσιος Νείλος. Παίζουμε θέατρο, όταν κοπτόμαστε για την δικαιοσύνη και την ισότητα, ενώ στην πραγματικότητα είμαστε οι πιο άδικοι. Παίζουμε θέατρο, όταν παρουσιαζόμαστε ότι ενδιαφερόμαστε για τούς άλλους και θυσιαζόμαστε γι’ αυτούς, ενώ επιδιώκουμε την εκμετάλλευση κάθε καταστάσεως. Παίζουμε θέατρο, όταν κάνουμε τον δυστυχισμένο, τον λυπημένο, τον περιφρονημένο, για να δημιουργήσουμε ανάλογες εντυπώσεις και να αποσπάσουμε το ενδιαφέρον των άλλων. Παίζουμε θέατρο παντού και πάντα. Στο σπίτι, στην κοινωνία, στην Εκκλησία.

Ο υποκριτής είναι σχιζοφρενής. Άλλα πιστεύει και άλλα πράττει. Άλλος είναι και άλλος φαίνεται. Φανερώνει, έτσι, την διχασμένη και αλλοτριωμένη προσωπικότητά του, αφού εκδηλώνει με την ζωή του την διάσπαση μεταξύ της υπάρξεως και της φανερώσεως, του είναι και του φαίνεσθαι. Ο υποκριτής επιδιώκει διαρκώς να δείχνη αυτό που δεν είναι και αυτό τον κάνει αγχώδη, νευρικό και νευρωτικό, με ένα λόγο άρρωστο. Ο ίδιος βασανίζεται εσωτερικά. Αργά η γρήγορα γίνεται αντιληπτή αυτή η σχιζοφρενική κατάσταση και αυτή η ανακάλυψη αυξάνει το πρόβλημά του.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι η σχιζοφρένεια είναι δείγμα όλου του σύγχρονου πολιτισμού. Αυτό είναι αλήθεια, αφού ο σύγχρονος τρόπος ζωής είναι κατ’ εξοχήν υποκριτικός.

Πρέπει να γίνουμε απλοί άνθρωποι. Να αποφεύγουμε την επιτήδευση. Να φαινόμαστε αυτό που είμαστε. Ο Απόστολος Πέτρος παραγγέλλει: «ἀποθέμενοι οὖν πᾶσαν κακίαν, καὶ πάντα δόλον καὶ ὑποκρίσεις» (Α' Πετρ. β', 1). Η υποκρισία είναι γέννημα της υπερηφανείας. Η απλότητα είναι γέννημα της ταπεινώσεως. Όταν κανείς επιδιώκη την κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, τότε ενοποιείται εσωτερικά και εξωτερικά. Αποβάλλει όλες τις μάσκες και γίνεται αληθινός άνθρωπος.

Ὁ Μητροπολίτης

+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ