Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο
Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Δεῖτε τὴν ὁμιλία τὴν Μεγάλη Τρίτη βράδυ, Ἱερός Ναός Ἁγίας Παρασκευῆς Ναυπάκτου, 11 Ἀπριλίου 2023
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, περίπου στό μέσον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης αὐτῆς Ἑβδομάδος καί ἀνεβαίνουμε τίς ἱερές βαθμίδες, ἀνεβαίνουμε τά σκαλοπάτια, τά ἱερά καί εὐλογημένα σκαλοπάτια, προκειμένου νά φτάσουμε τήν Μεγάλη Πέμπτη γιά νά προσκυνήσουμε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί νά γευτοῦμε καί νά αἰσθανθοῦμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ κατά τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα.
Ἡ Ἐκκλησία διαδοχικά μᾶς ὁδηγεῖ σέ αὐτό τό μεγάλο γεγονός, γιά νά βιώσουμε τό σταυρώσιμο καί ἀναστάσιμο Πάσχα. Τήν πρώτη ἡμέρα μᾶς παρουσιάζει τόν πάγκαλο Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος ἦταν πλήρης ἐγκρατείας καί καθαρότητος, τήν δεύτερη μέρα μᾶς παρουσιάζει τίς δέκα παρθένες, πέντε μωρές καί οἱ πέντε φρόνιμες παρθένες καί σήμερα μᾶς παρουσιάζει τήν πόρνη γυναίκα, ἡ ὁποία πλησίασε καί ἀσπάστηκε τά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί ζητοῦσε μετάνοια καί ὁ Χριστός τῆς ἔδωσε αὐτήν τήν πολυπόθητη μετάνοια, καί μιά πόρνη οὐσιαστικά ἔγινε ἁγία.
Κάθε χρόνο αὐτήν τήν ἡμέρα βρίσκομαι ἐδῶ, σέ αὐτόν τόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Ναυπάκτου καί ἀπό τόν Δεσποτικό αὐτό θρόνο ὁμιλῶ γι’ αὐτό τό γεγονός. Ὁμιλῶ γιά τό τί σημαίνει μετάνοια, τί σημαίνει πόρνη γυναίκα καί τί σημαίνει ὅτι ζήτησε τήν μετάνοια ἀπό τόν Θεό καί τί σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός τῆς χορήγησε τήν μετάνοια καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν της.
Σήμερα, εἶχα προετοιμασθῆ νά μήν μιλήσω στήν ἀγάπη σας, νά μήν ἀναφέρω δικά μου λόγια γύρω ἀπό τό γεγονός αὐτό, ἀλλά νά σᾶς διαβάσω ἕνα κείμενο ἀπό μία ὁμιλία τήν ὁποία ἐξεφώνησε ὁ μεγαλύτερος ἱεροκήρυκας, ὅπως λέγεται, τῶν αἰώνων, πού εἶναι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἔζησε τόν 4οαἰώνα καί τά κείμενα τά ὁποῖα διασώζονται εἶναι ἐκπληκτικά. Εἶναι ὁμιλίες καί ἑρμηνεῖες πάνω σέ διάφορα χωρία τῆς Γραφῆς, σέ ὅλα σχεδόν τά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἐπίκαιρες ἑρμηνεῖες καί ὁμιλίες, ὅπως ἀκριβῶς αὐτή τήν ὁποία θά σᾶς παρουσιάσω.
Πρίν σᾶς διαβάσω τό κείμενο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, γιά νά σᾶς προετοιμάσω, ἁπλῶς νά πῶ ὅτι ἔχει τό μοτίβο, ἔχει τήν εἰκόνα μιᾶς πόρνης γυναίκας, μιᾶς γυναίκας ἐλευθερίων ἠθῶν, τήν ὁποία ἐπισκέφτεται ἕνας ἄνθρωπος στήν καλύβη της. Φυσικά, ἐννοεῖ ὅτι ὁ Χριστός ἐπισκέφθηκε τήν ἀνθρώπινη φύση ἡ ὁποία ἐγκατέλειψε τόν Θεό-Πατέρα καί ἁμάρτησε. Ἦταν καταπληγωμένη καί δέχονταν πολλούς ἄλλους θεούς, δέχονταν πολλούς ἄλλους ἐραστές καί ἔρχεται τώρα ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος κατέβηκε στήν γῆ, ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά συναντήση αὐτήν τήν πεπτωκυῖα, τήν πόρνη γυναίκα καί νά τήν κάνη γυναίκα Του, νά τήν βγάλη μέσα ἀπό τήν ἀσωτία καί νά τήν κάνη σῶμα Του. Αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Καί θά σᾶς διαβάσω πῶς ἀκριβῶς τήν ἀναλύει.
Ἀρχίζει μέ ἕναν ὑπέροχο λόγο. Λέει: «Ὁ τόσο ὑψηλός καί τόσο μεγάλος Θεός ἐπεθύμησε μία πόρνη. Πόρνη ἐπεθύμησε ὁ Θεός; Ναί, πόρνη• ἐννοῶ τήν δική μας φύση. Πόρνη ἐπιθυμοῦσε ὁ Θεός; Καί ὁ ἄνθρωπος, βέβαια, ἄν ἐπιθυμήση πόρνη καταδικάζεται, ὁ Θεός ὅμως ἐπιθυμεῖ πόρνη; Καί πάρα πολύ. Ὁ ἄνθρωπος ἐξάλλου ἐπιθυμεῖ τήν πόρνη γιά νά γίνη πόρνος, ἐνῶ ὁ Θεός ἐπιθυμεῖ τήν πόρνη γιά νά τήν καταστήση παρθένο. Ὥστε ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καταστροφή γι’ αὐτήν πού ἐπιθυμεῖ, ἐνῶ ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ εἶναι σωτηρία γι’ αὐτήν πού ἐπιθυμεῖ. Ὁ τόσο, λοιπόν, ὑψηλός καί τόσο μεγάλος Θεός ἐπεθύμησε τήν πόρνη; Καί γιατί; Γιά νά γίνη νυμφίος».
Ἐδῶ παρουσιάζεται τό ἔργο τῆς ἐνανθρωπήσεως καί ὁ σκοπός τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶναι, νομίζω, ἡ καλύτερη καί ἡ παραστατικότατη εἰκόνα γιά νά δείξη τί ἔκανε ὁ Χριστός καί ποιό εἶναι τό ἔργο Του πάνω στήν γῆ.
Καί συνεχίζει γιά νά πῆ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συνάντησε στήν καλύβα στήν ὁποία εἰσῆλθε, στό σπίτι αὐτῆς τῆς πόρνης. Καί, βεβαίως, νά δείξη τήν ἀγάπη καί τήν κένωση σέ μιά μεθυσμένη καί καταπληγωμένη γυναίκα. Συνεχίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Τί κάνει;». Δέν στέλνει σέ αὐτήν κανέναν δοῦλο, δέν στέλνει τόν ἄγγελο στήν πόρνη, δέν στέλνει τόν ἀρχάγγελο, δέν στέλνει τά Χερουβείμ, δέν στέλνει τά Σεραφείμ, ἀλλά ἔρχεται ὁ ἴδιος ἐκεῖνος πού τήν ἐρωτεύτηκε. Ὅταν πάλι ἀκούσης ἔρωτα, μήν θεωρεῖς τόν σωματικό. Ξεχώρισε τά νοήματα ἀπό τίς λέξεις, ὅπως ἡ πολύ καλή μέλισσα πού πετάει στά ἄνθη καί παίρνει τό νέκταρ, ἐνῶ ἀφήνει τά χορτάρια.
Ἐπεθύμησε, λοιπόν, ὁ Θεός τήν πόρνη. Καί τί κάνει; Δέν τήν ἀνεβάζει ψηλά, γιατί δέν ἤθελε νά φέρη τήν πόρνη στόν οὐρανό, ἀλλά κατεβαίνει αὐτός κάτω.Ἔρχεται πρός τήν πόρνη καί δέν ντρέπεται, ἔρχεται στήν καλύβα της, τήν βλέπει νά μεθάη. Καί πῶς ἔρχεται; Ὄχι μέ γυμνή τήν οὐσία, ἀλλά γίνεται αὐτό πού ἦταν ἡ πόρνη, ὄχι στήν διάθεση, ἀλλά στήν φύση γίνεται αὐτό, γιά νά μήν τόν δῆ καί τρομάξη, γιά νά μήν ἀπομακρυνθῆ, γιά νά μή φύγη. Ἔρχεται πρός τήν πόρνη καί γίνεται ἄνθρωπος. Καί πῶς γίνεται; Σέ μήτρα κυοφορεῖται, μεγαλώνει σιγά-σιγά καί βαδίζει τόν δρόμο τῆς δικῆς μας ἡλικίας. Ποιός; Ἡ οἰκονομία, ὄχι ἡ Θεότητα• ἡ μορφή τοῦ δούλου, ὄχι ἡ μορφή τοῦ Κυρίου, ἡ σάρκα ἡ δική μας, ὄχι ἡ δική Του οὐσία. Μεγαλώνει σιγά-σιγά καί συναναστρέφεται τούς ἀνθρώπους. Ὅμως τήν βρίσκει γεμάτη πληγές, ἐξαγριωμένη, φορτωμένη ἀπό δαίμονες. Καί τί κάνει; Τήν πλησιάζει. Ἐκείνη εἶδε καί ἔφυγε».
Δείχνει τήν συνάντηση τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο• ἦρθε, ἔγινε ἄνθρωπος καί ὁ ἄνθρωπος δέν τόν δέχτηκε, ἀλλά τόν σταύρωσε, ἀκόμη δέ τόν ἐγκατέλειψαν καί οἱ δικοί Του ἄνθρωποι.
Καί προχωρεῖ γιά νά δείξη τήν μεγάλη ἀγάπη τήν ὁποία φανερώνει καί δείχνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο. Καί μάλιστα παρουσιάζει καί ἕναν ἐκπληκτικό διάλογο τοῦ Χριστοῦ μέ τήν ἀνθρώπινη φύση, τοῦ Χριστοῦ μέ τήν πόρνη αὐτή. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Αὐτό εἶναι γνώρισμα τοῦ ἐραστῆ, τό νά μήν ἀπαιτήση εὐθύνες γιά τά ἁμαρτήματα, ἀλλά νά συγχωρήση τά παράνομα σφάλματα. Καί τί κάνει; Τήν παίρνει καί τήν ἀρραβωνιάζεται. Καί τί δίνει σέ αὐτήν; Δαχτυλίδι. Ποιό; Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «Ἐκεῖνος ὅμως πού μᾶς στερεώνει μαζί μέ σᾶς εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος καί μᾶς σφράγισε καί μᾶς ἔδωσε τόν ἀρραβώνα τοῦ Πνεύματος». Ἑπομένως: Πνεῦμα δίνει σέ αὐτήν. Ἔπειτα λέγει:
Δέν σέ φύτεψα στόν Παράδεισο; Ἐκείνη ἀπαντᾶ. Ναί. Πῶς ἐξέπεσες ἀπό ἐκεῖ; Ἦρθε ὁ διάβολος καί μέ πῆρε ἀπό τόν Παράδεισο. Φυτεύτηκες στόν Παράδεισο καί σέ ἔβαλε ἔξω∙ νά, σέ φυτεύω μέσα μου, ἐγώ σέ βαστάζω. Πῶς; Ἐμένα δέν τολμάει νά μέ πλησιάση.Οὔτε στόν οὐρανό σέ ἀνεβάζω, ἀλλά ἐδῶ εἶναι ἀνώτερα ἀπό τόν οὐρανό, σέ βαστάζω μέσα μου ἐγώ ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ ποιμένας βαστάζει καί ὁ λύκος δέν ἔρχεται ἤ καλύτερα θά τόν ἀφήσω νά πλησιάση. Καί βαστάζει τήν δική μας φύση. Πλησιάζει ὁ διάβολος καί νικιέται. Σέ φύτεψα μέσα μου. Γι’ αὐτό ἐγώ εἶμαι ἡ ρίζα ἐσεῖς τά κλήματα. Καί φύτεψε αὐτή μέσα του. Καί τί λοιπόν; (λέει ἡ γυναίκα). Εἶμαι ὅμως ἁμαρτωλός καί ἀκάθαρτος. Μή σέ μέλει, ἰατρός εἶμαι. Ξέρω τό δικό μου σκεῦος, ξέρω πῶς καταστράφηκε. Πήλινο ἦταν πρίν ἀπό αὐτό καί καταστράφηκε.Τό πλάθω πάλι ἀπό τήν ἀρχή μέ τό λουτρό τῆς ἀναγέννησης καί τό παραδίδω στήν φωτιά».
Τέλος, τό ἑπόμενο κομμάτι ἀπό τήν ὁμιλία αὐτή ἀναφέρεται στό ὅτι παίρνει αὐτήν τήν πόρνη γυναίκα, προσλαμβάνει τήν ἐκπεσοῦσα ἀνθρώπινη φύση, τήν κάνει γυναίκα Του, τήν κάνει παρθένο, παρά τίς ἀντιρρήσεις τίς ὁποῖες εἶχε, μέ τήν ἀγάπη Του καί τήν κένωση καί μετά τῆς δίνει καί προίκα. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Ἦρθε νά πάρη τήν πόρνη ὁ Θεός, καί τήν λέγω ἔτσι ἐπειδή ἦταν ἀκάθαρτη, γιά νά μάθης τόν ἔρωτα τοῦ νυμφίου.Ἦρθε μέ πῆρε (λέει ἡ γυναίκα) καί μοῦ γράφει προίκα. Λέγει: Σοῦ δίνω τό δικό μου πλοῦτο. Πῶς; Ἔχασες, λέγει, τόν Παράδεισο; Πάρτον. Ἔχασες τήν ὀμορφιά σου; Πάρε την, πάρτα ὅλα αὐτά. Ἀλλά ἡ προίκα μου δέν μοῦ δόθηκε ἐδῶ.
Πρόσεχε γι’ αὐτό προλέγει στήν προίκα αὐτή. Μοῦ ἔγραψε στήν προίκα τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, τήν ἀφθαρσία. Γιατί δέν ἀκολουθεῖ ὁπωσδήποτε στήν ἀνάσταση ἀφθαρσία, ἀλλά αὐτά εἶναι δύο πράγματα. Γιατί, βέβαια, πολλοί ἀναστήθηκαν, ἀλλά πάλι πέθαναν, ὅπως ὁ Λάζαρος, καί τά σώματα τῶν Ἁγίων, κατά τήν ἡμέρα πού πέθανε ὁ Χριστός, ὁ Χριστός ὅμως ὄχι ἔτσι, ἀλλά ἔγραψε τήν ἀνάσταση, τήν ἀφθαρσία, τήν κατάταξη μαζί μέ τό χορό τῶν ἀγγέλων, τήν συνάντηση τοῦ Υἱοῦ στά σύννεφα καί τό ὅτι ἔτσι θά εἴμαστε πάντοτε μέ τόν Κύριο, τήν ἀπαλλαγή ἀπό τόν θάνατο, τήν ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν καταποντισμό τοῦ τέλους. Καί ποιά εἶναι ἐκεῖνα; Ἐκεῖνα πού μάτι δέν εἶδε καί αὐτί δέν ἄκουσε καί νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δέν συνέλαβε, τά ὁποῖα ἑτοίμασε ὁ Θεός γι’ αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν. Μοῦ δίνεις (λέει ἡ γυναίκα) ἀγαθά πού δέν τά ξέρω; Ναί. Ἐδῶ σέ ἀρραβωνιάζομαι, ἐδῶ ἀγάπα με. Γιατί δέν μοῦ δίνεις τήν προίκα ἐδῶ; Ὅταν ἔρθης στόν Πατέρα μου, ὅταν ἔρθης στίς βασιλικές αὐλές. Ἐγώ ἦρθα σέ σένα, μήπως ἐσύ ἦρθες σέ μένα; Ἦρθα ὄχι γιά νά μείνης, ἀλλά γιά νά σέ πάρω καί νά ἀνεβῶ. Μή ζητᾶς ἐδῶ τήν προίκα• ὅλα μέ τήν ἐλπίδα, ὅλα μέ τήν πίστη. Καί τίποτα (λέει ἡ γυναίκα) δέν μοῦ δίνεις ἐδῶ; Πάρε τόν ἀρραβώνα γιά νά μέ πιστέψης γιά τό μέλλον. Πάρε προγαμιαῖα δῶρα, πάρε καί τά δῶρα τοῦ ἀρραβώνα. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει «γιατί σᾶς ἀρραβώνιασα».
Σάν μνῆστρα μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός τά παρόντα ἀγαθά∙ μνῆστρα εἶναι τά παρόντα, ἀρραβώνας εἶναι, ἡ προίκα ὅλη μένει ἐκεῖ .Πῶς ἐγώ λέω; Ἐδῶ γερνῶ, ἐκεῖ δέν γερνῶ∙ ἐδῶ πεθαίνω ἐκεῖ δέν πεθαίνω∙ ἐδῶ λυποῦμαι, ἐκεῖ δέν λυποῦμαι∙ ἐδῶ φτώχεια καί ἀρρώστια καί ἐπιβουλές, ἐκεῖ τίποτα τέτοιο• ἐδῶ σκοτάδι καί φῶς, ἐκεῖ μόνο φῶς∙ ἐδῶ ἐπιβουλή, ἐκεῖ ἐλευθερία∙ ἐδῶ ἀρρώστια, ἐκεῖ ὑγεία∙ ἐδῶ ζωή μέ τέλος, ἐκεῖ ζωή χωρίς τέλος• ἐδῶ ἁμαρτία, ἐκεῖ δικαιοσύνη καί ἁμαρτία πουθενά∙ ἐδῶ φθόνος, ἐκεῖ τίποτα τέτοιο. Δός μου (λέει ἡ γυναίκα) αὐτά τά ἀγαθά. Περίμενε γιά νά σωθοῦν καί οἱ συνάνθρωποί σου, περίμενε. Ἐκεῖνος πού μᾶς στερεώνει εἶναι ὁ Θεός καί ὁ ὁποῖος μᾶς ἔδωσε τόν ἀρραβώνα. Ποιόν ἀρραβώνα; Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τήν χορηγία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Εἶναι ἐκπληκτικός αὐτός ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού δείχνει ὅτι ἐμεῖς ὅλοι, ἡ ἀνθρώπινη φύση καί ὁ καθένας ξεχωριστά, εἴμαστε πληγωμένοι, τραυματισμένοι καί ἔρχεται ὁ Χριστός καί τόν καθένα ἀπό μᾶς μέ τό ἅγιο Βάπτισμα, μέ τίς εὐκαιρίες τίς ὁποῖες μᾶς δίνει, μᾶς φέρνει στήν Ἐκκλησία, μᾶς δίδει τόν ἀρραβώνα, τά πρῶτα ἀγαθά καί μᾶς λέει: «Ζῆσε ἔτσι τήν ζωή σου μέ μένα». Καί ἐνῶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, μᾶς κάνει παρθένους καί ἁγίους. «Καί ἐγώ θά σοῦ δώσω ὅλα τά ἀγαθά, ὅλη τήν προίκα στήν οὐράνια ζωή».
Καί τί θά ἀπαντήσουμε ἐμεῖς σέ αὐτήν τήν μεγάλη δωρεά καί τήν μεγάλη ἀγάπη, τήν κενωμένη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Τί θά ἀπαντήσουμε; Ἄς ἀπαντήσει ὁ καθένας προσωπικά μέσα στήν καρδιά του. Ἀμήν.
- Προβολές: 689