Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἰσαπόστολος Φρουμέντιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἰνδίας, 30 Νοεμβρίου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ἀναρίθμητα εἶναι τά πνευματικά ἀστέρια, πού σελαγίζουν στό νοητό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας καί μέ τήν λάμψη τούς καταυγάζουν τῆς οἰκουμένης τά πέρατα. Ἀμέτρητο παραμένει τό πλῆθος τῶν ἁγίων, πού σάν ἄλλα μυροβόλα ἄνθη μεθοῦν μέ τό ἄρωμα καί τήν μοσκοβολιά τους, δηλαδή μέ τόν βίο καί τήν πολιτεία τους, ἀλλά καί μέ τόν θεόπνευστο λόγο τούς “τῶν φιλοχρίστων τάς διανοίας”. Πολλοί ὅμως ἀπό αὐτούς τούς ἁγίους μας εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστοι, παρά τό ὅτι προσέφεραν πολλά στήν κοινωνία μέ τήν φωτισμένη προσωπικότητά τους. Σάν ὁδοδεῖκτες φάροι χάραξαν σωστή κατεύθυνση καί πορεία καί ὁδήγησαν στόν φωτισμό καί τήν σωτηρία ἀμέτρητες ψυχές διά μέσου των αἰώνων.

Στήν κατηγορία αὐτή ἀνήκει καί ὁ ὅσιος του ὁποίου τήν θεάρεστη βιοτή ἐξιστοροῦμε.

Ὁ Φρουμέντιος γεννήθηκε στήν Τύρο τόν 4ο μ.Χ. αἰώνα. Σέ νεαρή ἡλικία ἐπισκέφθηκε μέ τόν δάσκαλο καί τόν ἀδελφό του τίς Ἰνδίες. Στήν ἐπιστροφή τό πλοῖο τούς ναυάγησε καί ὅταν διασώθηκαν στήν ξηρά, αἰχμαλωτίστηκαν ἀπό ληστές. Τόν δάσκαλό τους τόν σκότωσαν. Τά δυό ἀδέλφια δέν πωλήθηκαν, ὅπως ἄλλοι, ἀλλά ἀπό Θεία οἰκονομία δωρήθηκαν στόν βασιλέα, ὁ ὁποῖος ἐκτιμώντας τά πολλά τους χαρίσματα, τούς ἔκανε συνεργάτες του καί τούς διώρισε ἐπιμελητᾶς καί οἰκονόμους. Τελικά, ἀφοῦ παρέμειναν στήν Ἰνδία γιά ἀρκετά χρόνια, ἀφέθηκαν ἐλεύθεροι νά ἐπιστρέψουν στήν πατρίδα τους. Ὁ Φρουμέντιος ὅμως, ἀντίθετα ἀπό τόν ἀδελφό του, δέν μετέβη στήν ἰδιαίτερή τους πατρίδα, ἀλλά στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά συναντήση τόν Πατριάρχη, πού ἐκείνη τήν ἐποχή δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τόν μέγαν Ἀθανάσιο. Τοῦ μίλησε γιά τήν περιπέτειά του στήν Ἰνδία, καθώς καί γιά τήν δίψα τῶν ἀνθρώπων νά κατηχηθοῦν στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί νά βαπτισθοῦν καί τόν παρακάλεσε νά στείλη ἐκεῖ κάποιον Ἱεραπόστολο. Ὁ μέγας Ἀθανάσιος τοῦ δήλωσε ἀπερίφραστα ὅτι δέν θεωρεῖ κανέναν πιό κατάλληλο γιά τό ἔργο αὐτό ἀπό αὐτόν τόν ἴδιο. Χωρίς χρονοτριβή, τόν χειροτονεῖ καί τόν ἀποστέλλει στήν Ἰνδία ὡς Ἀρχιεπίσκοπο. Ὁ ἱερός συναξαριστής σημειώνει ὅτι ἐργάσθηκε μέ ἀπαράμιλλο ζῆλο καί ὁδήγησε πολλά λογικά πρόβατα στήν πνευματική μάνδρα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία.

Ἡ προσωπικότητα, τό ἔργο καί ἡ ὁσία βιοτή τοῦ ἁγίου μας δίνουν τήν ἀφορμή νά διατυπώσουμε κάποιες παρατηρήσεις.

Πρώτον. Ἀπό ὅσα συμβαίνουν στήν ζωή μᾶς τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο. Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος πού κατευθύνει τήν ἱστορία, ἀλλά καί τήν ζωή τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς, χωρίς ὅμως νά παραβιάζη τήν ἐλευθερία μας. Τό φαινομενικά ἀτυχές γεγονός τοῦ ναυαγίου καί τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ ἁγίου ἔγινε ἀφορμή γιά τήν ἔναρξη ἑνός σοβαροῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου σέ μιά μεγάλη χώρα, ὅπως εἶναι ἡ Ἰνδία. Μιά ἀτυχία, ἕνα δυστύχημα ἔγινε αἰτία τοῦ εὐαγγελισμοῦ καί τῆς σωτηρίας πολλῶν ἀνθρώπων. Ὁ Θεός γνωρίζει καί ἀπό τό πικρό νά βγάζη γλυκύ. Οἱ ἀναποδιές καί ἀποτυχίες, ἄν δείξουμε ὑπομονή, μπορεῖ νά ἀποδειχθοῦν γιά μᾶς οἱ μεγαλύτερες εὐλογίες.

Δεύτερον. Κάθε ἔργο μέσα στήν Ἐκκλησία πρέπει νά γίνεται μέ τήν ἄδεια καί τήν σύμφωνη γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου. Ὅ,τι γίνεται χωρίς τήν εὐλογία του δέν εὐλογεῖται καί ἀπό τόν Θεό καί δέν μπορεῖ νά ἔχη αἴσιο τέλος καί ἀγαθά ἀποτελέσματα. Στήν ὅλη συμπεριφορά τοῦ Φρουμεντίου διακρίνει κανείς μιά δυναμική προσωπικότητα μέ ἔνθεο ζῆλο, ἀγάπη γιά τόν θεό καί τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Δέν ἀρχίζει ἀπό μόνος του τό ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς. Συναντᾶ τόν Ποιμενάρχη τῆς περιοχῆς, ὑπακούει σέ αὐτόν καί ξεκινᾶ μέ τήν εὐχή καί τήν εὐλογία του.

Τρίτον. Ἀναλαμβάνει τό ἱεραποστολικό ἔργο, ἀφοῦ πρῶτα χειροτονεῖται. Δέν ἀποστέλλεται ὡς λαϊκός, ἀλλά ὡς Ἀρχιερεύς. Καί οἱ λαϊκοί ἔχουν τήν θέση καί τήν διακονία τους στήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν νοεῖται Ἐκκλησία χωρίς τόν Ἐπίσκοπο. Ἄλλωστε τό ἔργο τῆς διδασκαλίας καί τῆς κατηχήσεως εἶναι τοῦ Ἐπισκόπου. Δέν μπορεῖ κανείς νά κατηχῆ καί νά διδάσκη, ἄν δέν ἔχει τήν εὐλογία τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου. Τό κηρυκτικό καί ἱεραποστολικό ἔργο δέν μπορεῖ νά γίνεται αὐθαίρετα καί ἀπό οἱονδήποτε καί μάλιστα σέ ὁποιοδήποτε χῶρο καί σέ κάθε ἄνθρωπο χωρίς διάκριση, διότι μπορεῖ νά φέρη τό ἐντελῶς ἀντίθετο ἀποτέλεσμα ἀπό τό ἐπιθυμητό. Ἡ ἱεραποστολή πρέπει νά γίνεται κυρίως μέ τήν προσευχή καί τό παράδειγμα. Ἀξιοσημείωτα εἶναι τά ὅσα λέγει γιά τό ἱεραποστολικό ἔργο ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ: “Δέν πρέπει νά ἀνοίγη κανείς στούς ἄλλους τήν καρδιά τοῦ χωρίς νά ὑπάρχη ἀνάγκη. Ἀνάμεσά σε χίλιους θά ὑπάρχη ἴσως μόνον ἕνας πού θά εἶναι ἱκανός νά μπῆ μέσα στό μυστήριό της. Μέ ἕναν ψυχικό ἄνθρωπο πρέπει νά μιλᾶ κανείς γιά ἀνθρώπινα πράγματα. Δέν πρέπει νά συζητᾶ κανείς πνευματικά θέματα μέ ἀνθρώπους πού δέν τούς ἐνδιαφέρουν, ἀλλά νά θυμᾶται τά λόγια τοῦ Κυρίου: “μή δῶτε τό ἅγιον τοῖς κυσί μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθέν των χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτούς τοῖς ποσίν αὐτῶν καί στραφέντες ρήξωσιν ὑμάς” (Ματθ. 7,6). Ἡ ἱεραποστολή μπορεῖ νά κάνη περισσότερο κακό παρά καλό, ὅταν γίνεται ἀπερίσκεπτα καί ἀπό οἱονδήποτε. Ἀντίθετα ἡ ἱεραποστολή πού γίνεται μέ τήν προσευχή, μέ τήν ἔνταση τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς καί τό παράδειγμα εἶναι ἡ μόνη πραγματικά πού ἔχει ἀξία” (ἄγ. Σεραφείμ, ἔκδ. Τῆνος, σέλ. 92).

Εἴθε νά ἀποκτήσουμε ὀρθόδοξο ἱεραποστολικό φρόνημα μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Φρουμεντίου.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3392