Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεράπων Ἐπίσκοπος Κύπρου, 14 Μαΐου
Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα
Ὁ ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεράπων καταγόταν ἀπό τήν χώρα τῶν Ἀλεμάνων (Δουκάτο στήν περιοχή τῆς Γερμανίας), ἀπό γονεῖς εὐγενεῖς καί εὐσεβεῖς. Ἔζησε τόν 7ο ἤ ἀρχές τοῦ 8ου αἰώνα μ.Χ. Ἀπό μικρός ἀγαποῦσε τόν Χριστό καί ἔμαθε «τά ἱερά γράμματα, τά δυνάμενα σοφίσαι εἰς σωτηρίαν». Ἔζησε κάποια χρονική περίοδο στά Ἱεροσόλυμα καί στήν συνέχεια πῆγε στήν Κύπρο, ὅπου ζοῦσε μέ ἄσκηση καί προσευχή καί στήν συνέχεια χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος.
Σύμφωνα μέ τήν παράδοση καί τήν ὀρθόδοξη ἁγιογραφία τελείωσε μαρτυρικά τήν ζωή του, ὅταν τόν ἔσφαξαν Ἄραβες πειρατές, μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα, ἐνῶ τελοῦσε τήν θεία Λειτουργία. Μετά τό τραγικό αὐτό γεγονός ἀκούστηκαν στόν Ἱερό Ναό οὐράνιες μελωδίες καί ἕνα δυνατό Φῶς κύκλωσε τόν χῶρο τῆς Ἁγίας Τράπεζας, μέ ἀποτέλεσμα νά φυγαδευθῆ ἀπό τούς πιστούς ὁ φόβος καί ἡ ταραχή καί νά γεμίση ἡ ψυχή τους μέ εἰρήνη, χαρά καί πνευματική ἀνδρεία. Στόν τόπο πού κηδεύτηκε τό σῶμα τοῦ Ἁγίου κτίστηκε Ἱερός Ναός πρός τιμήν του.
Ἔπειτα ἀπό μερικούς αἰῶνες, πρίν γίνη παρόμοια ἐπίθεση τῶν Ἀγαρηνῶν στήν Κύπρο, ἐμφανίστηκε ὁ Ἅγιος, σέ ὄνειρο, σέ κάποιον εὐλαβῆ Χριστιανό καί ἔδωσε ἐντολή νά μεταφερθῆ τό ἱερό λείψανό του στήν Κωνσταντινούπολη. Τοποθετήθηκε ἀρχικά στόν Ἱερό Ναό τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στίς Βλαχέρνες καί στήν συνέχεια σέ Ἱερό Ναό πού ἐγκαινιάστηκε στό ὄνομά του. Τεμάχια τῶν ἱερῶν λειψάνων του φυλάσσονται στήν Ἱερά Μονή Ζωγράφου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἀλλοῦ. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνέγραψε ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Θεράποντος, τήν ὁποία διόρθωσε τό 1785 ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἀγάπιος ὁ Πάριος.
Τά Συναξάρια διηγοῦνται πολλά θαύματα τοῦ Ἁγίου. Ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι ἡ ἀνάσταση ἑνός νεκροῦ. Συγκεκριμένα, ὁ ἅγιος Θεράπων συνάντησε στόν δρόμο μιά Ἑβραία πού πήγαινε νά ἐνταφιάση τόν νεκρό γιό της, καί ἔκλαιε γοερά. Τήν λυπήθηκε καί προσευχήθηκε θερμά στόν Χριστό, τόν «Κύριον τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου» καί τό παιδί της ἀναστήθηκε. Ὕστερα ἀπό τό θαυμαστό αὐτό γεγονός, μητέρα καί γιός βαπτίσθηκαν.
Ὁ βίος του καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.
Στήν Ἐκκκλησία ψάλλουμε, μεταξύ τῶν ἄλλων, τόν ὕμνο: «Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ». Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός θαυματουργεῖ διά τῶν ἁγίων Του, πάντοτε σέ ὅλους τούς αἰῶνες, ἀφοῦ «Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Οἱ ἅγιοι ἀγαποῦν τούς ἀνθρώπους καί εὐεργετοῦν παντοιοτρόπως ὅλους ὅσοι ἐκζητοῦν τήν βοήθειά τους, κατά τό πρότυπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος, κατά τήν ἐπίγεια «ἐν σαρκί παρουσία Του», «διῆλθεν εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας».
Οἱ ἅγιοι ἀσκοῦν μιά, ὄντως, θαυμαστή ποιμαντική διακονία, μέ τό νά θεραπεύουν τούς ἀνθρώπους ἀπό σωματικές, ψυχικές καί πνευματικές ἀσθένειες, νά τούς παρηγοροῦν, νά τούς ἐνισχύουν στόν ἀγώνα τους καί νά τούς δίνουν νόημα ζωῆς. Ἐπίσης, μέ τό νά τούς ἐλευθερώνουν ἀπό τούς σύνθετους-ἐφάμαρτους λογισμούς, καί νά τούς διδάσκουν τό πῶς θά κάνουν ἁπλούς-ἀγαθούς λογισμούς, καθώς καί τό πῶς θά ὁδηγηθοῦν στήν γνώση τοῦ Θεοῦ καί στήν κοινωνία μαζί Του, «ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Καί αὐτό τό πῶς εἶναι ὁ εὐαγγελικός τρόπος ζωῆς, διά τοῦ ὁποίου καθαρίζεται ἡ καρδιά ἀπό τά πάθη καί φωτίζεται ὁ νοῦς, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τήν ἐκφράζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες καί τήν ἀναλύει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος, εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς. Εἶναι ἡ νοερά ἐνέργεια τῆς ψυχῆς, πού εἶναι «αὐτοτελής ἐνέργεια» καί διαφορετική ἀπό τήν λογική ἐνέργεια. Καί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι «τό Φῶς τό ἀληθινόν», τότε ὁ νοῦς του σκοτίζεται, ὑποδουλώνεται στήν λογική καί τήν κτίση, καί δέν εἶναι σέ θέση νά γνωρίζη τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά μετέχη στήν δόξα Του. Ὅμως, μέ τήν μετάνοια καί τήν κατά Χριστόν ζωή ὁ νοῦς φωτίζεται ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί, κατά τόν Ἅγιο Ἀνδρέα, Ἐπίσκοπο Κρήτης, γίνεται «νοῦς ὁρῶν τόν Θεόν».
Ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό προϋποθέτει μιά πορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωσιν, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν ἀγώνα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν μεταμόρφωση τῶν παθῶν του. Αὐτή ἡ πορεία περιγράφεται πολύ εὔστοχα καί παραστατικά ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Σιναΐτη, στό Θεόπνευστο βιβλίο του, πού ὀνομάζεται «Κλῖμαξ» καί ἀποτελεῖται από τριάντα (30) κεφάλαια. Στό πρῶτο κεφάλαιο γίνεται λόγος «περί ἀποταγῆς» καί τό τριακοστό κεφάλαιο ἔχει τίτλο «περί ἀγάπης, ἐλπίδος καί πίστεως» καί ὑπότιτλο «διά τόν σύνδεσμον τῆς ἐναρέτου τριάδος τῶν ἀρετῶν, τῆς ἀγάπης, τῆς ἐλπίδος καί τῆς πίστεως». Στά ἐνδιάμεσα κεφάλαια ὁ ἅγιος κάνει λόγο, μεταξύ τῶν ἄλλων, γιά τήν ὑπακοή, τήν μετάνοια, τήν μνήμη τοῦ θανάτου, τό χαροποιόν πένθος. Ἐπίσης, κάνει λόγο γιά τά πάθη τῆς μνησικακίας, τῆς καταλαλιᾶς, τῆς πολυλογίας, τοῦ ψεύδους, τῆς ἀκηδίας, τῆς γαστριμαργίας, τῆς φιλαργυρίας, τῆς ἀναισθησίας, τῆς κενοδοξίας, τῆς ὑπερηφάνειας, καί ὑποδεικνύει τόν τρόπο θεραπείας τους. Στήν συνέχεια, ἀναφέρεται στό θέμα τῶν λογισμῶν τῆς βλασφημίας καί στό πῶς θεραπεύονται, ὁμιλεῖ γιά τήν πραότητα, τήν ταπεινοφροσύνη, τήν διάκριση, ἡ ὁποία εἶναι «μείζων πασῶν τῶν ἀρετῶν», τήν ἡσυχία, τήν προσευχή, τήν ἀπάθεια, γιά νά καταλήξη στήν ἐλπίδα, τήν πίστη καί τήν ἀγάπη.
Μελετώντας κανείς τήν «Κλίμακα», βλέπει αὐτήν τήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν μεταμόρφωση τῶν παθῶν του, οὕτως ὥστε ἀπό τό παρά φύσιν νά ἀνέλθη στό κατά φύσιν καί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ στό ὑπέρ φύσιν, ἤτοι στήν μετοχή στήν δόξα Του. Εἶναι μιά εὐλογημένη πορεία ἀπό τήν ἐμπαθῆ ζωή στήν κατά Χριστόν ζωή, ἀπό τήν ἰδιοτέλεια καί τήν φιλαυτία στήν φιλοθεΐα καί τήν φιλανθρωπία, πού ἀρχίζει μέ τήν μετάνοια, ἡ ὁποία εἶναι τό θεμέλιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Καί, κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο, ὁ ἄνθρωπος, πού μετανοεῖ εἰλικρινά καί κλαίει γιά τίς ἁμαρτίες του, εἶναι ἀνώτερος ἀπό αὐτόν πού ἀνασταίνει νεκρούς.
Ἑπομένως, ἡ πνευματική ζωή, ὅπως τό βλέπουμε στόν βίο καί τήν πολιτεία τῶν ἁγίων, δέν εἶναι μιά στατική κατάσταση, ἀλλά μιά συνεχής πορεία, γιά τήν ἀποβολή τοῦ «παλαιοῦ ἀνθρώπου», τοῦ «φθειρομένου κατά τάς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης» καί τήν «ἔνδυση» τοῦ «νέου», τοῦ «ἀναγεννημένου» ἀνθρώπου. Εἶναι ἕνας ἀδιάλειπτος ἀγώνας μέχρι νά φθάσουμε ὅλοι, ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή του, στήν «ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ».
- Προβολές: 158