Skip to main content

Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν Γάμο μέσα ἀπό τήν ἀκολουθία τοῦ μυστηρίου

Ὅπως ἀνακοινώσαμε σέ προηγούμενο φύλλο τῆς “Παρέμβασης”, φέτος –ὅπως καί κάθε χρόνο– κατά τήν διάρκεια τῆς Τεσσαρακοστῆς των Χριστουγέννων ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μᾶς ἐκφωνεῖ κηρύγματα κάθε Κυριακή ἀπόγευμα μετά τόν Ἑσπερινό, στόν Ι. Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἄγ. Δημητρίου, στά ὁποῖα ἀναλύει τό μυστήριο τοῦ γάμου, κυρίως δέ τά γενόμενα καί συμβολιζόμενα στήν τελετουργία τοῦ μυστηρίου.

Τά κηρύγματα αὐτά ἐντάσσονται στήν διδακτική καί ποιμαντική φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τά μέλη της, καί μάλιστα γιά τά νεαρά μέλη της. Τά κηρύγματα αὐτά ἀποτελοῦν, ὅπως εἶναι γνωστό, ἔκφραση τοῦ διδακτικοῦ ἀξιώματος τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος, ὡς ἐκ τῆς θέσεώς του, εἶναι “ἀναγκασμένος” –κατά τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου: “ἐάν γάρ εὐαγγελίζωμαι, οὐκ ἔστιν μοί καύχημα• ἀνάγκη γάρ μοί ἐπίκειται• οὐαί γάρ μοί ἐστιν ἐάν μή εὐαγγελίσωμαι”– νά κηρύττη τόν ἐκκλησιαστικό πατερικό λόγο καί νά εὐαγγελίζεται τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐκ τοῦ ἀξιώματός του νά καλεῖται “τοῦ Θεού”, εἶναι “ἀναγκασμένος” νά ἀκούη, νά μελετᾶ καί νά δέχεται τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ ὅσον ἔχει γίνει ἤ προσπαθεῖ νά γίνη ἱκανός νά τόν διακρίνη ἀπό τόν ἀνθρωποκεντρικό νοησιαρχικό ἤ συναισθηματικό λόγο. Ὁπωσδήποτε, ἡ πατερική ἀνάλυση καί κατοχύρωση παραμένει ὁ καλύτερος καί ἀσφαλέστερος δρόμος προσεγγίσεως τῶν πνευματικῶν θεμάτων πού ἀπασχολοῦν τόν ἄνθρωπο καί ἐπηρεάζουν τόν βίο καί τήν σωτηρία του.

Θά προσπαθήσουμε νά δώσουμε ἕνα στίγμα τῶν ὅσων πολύ ἐνδιαφερόντων λέγονται στά πρῶτα αὐτά φετινά κηρύγματα.

Ἀναφερόμενος ὁ Σεβασμιώτατος στήν ἀκολουθία τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου μίλησε γιά τίς προσευχές πού ἀναπέμπονται κατά τήν διάρκεια τῆς ἀκολουθίας τοῦ γάμου, ἀλλά καί γιά τίς ὑπέροχες διδασκαλίες πού παρέχονται μέσω τῶν δύο γλωσσῶν πού μποροῦν εὔκολα νά γίνουν διακριτές: τόν προφορικό λόγο, μέ τίς λέξεις, καί τήν γλώσσα τῶν συμβόλων. Εἶναι δέ ἐξ ἴσου σημαντικό νά γνωρίζουμε, νά ἀκοῦμε καί νά κατανοοῦμε καί τίς δύο αὐτές γλῶσσες.

Ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφέρθηκε στόν σκοπό τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, στό ἱστορικό της ἀποκρυσταλλώσεως τῆς σημερινῆς μορφῆς τῆς ἀκολουθίας τοῦ γάμου, στήν θέση τοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία καί τήν θ. Εὐχαριστία. Ἀνέλυσε τίς εὐχές τοῦ ἀρραβῶνος καί τίς ἐκφωνήσεις, τά εἰρηνικά καί τίς αἰτήσεις τοῦ Ἱερέως. Ὑπογράμμισε τό νόημα καί τήν σημασία πού ἔχουν οἱ εὐλογίες καί οἱ εὐχές τῆς Ἐκκλησίας διά τοῦ Ἱερέως πρός τούς μνηστευομένους. Παρουσίασε τόν συμβολισμό τῶν λαμπάδων, τοῦ πέπλου, τοῦ νυφικοῦ, τῶν δαχτυλιδίων καί τῆς τοποθέτησής τους πάνω στό Εὐαγγέλιο. Μίλησε γιά τόν ρόλο τοῦ παρανύμφου - κουμπάρου στήν ζωή τοῦ ἀνδρογύνου, γιά τά ἀπαραίτητα προσόντα του, γιά τήν προσοχή καί τά κριτήρια πού πρέπει νά ἔχουν οἱ ἀρραβωνιαζόμενοι γιά τήν ἐκλογή του. Παρουσίασε, μέσα ἀπό τίς εὐχές τῆς ἱερολογίας τοῦ ἀρραβῶνος, τίς τέσσερις βασικές καί ἀλληλένδετες ἀρετές, στίς ὁποῖες παρακαλεῖται ὁ Θεός νά στηρίξη τόν ἀρραβώνα, ἐξηγώντας τί ἀκριβῶς σημαίνει ἡ σύζευξη τῶν ἀρετῶν αὐτῶν, καθώς καί τί προκαλεῖ ἡ ἔλλειψη τῆς μιᾶς ἤ τῆς ἄλλης. Συνέκρινε τόν γάμο ὡς πράξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, μέ τόν γάμο ὡς κοινωνικό γεγονός, φανερώνοντας τά σημεῖα πού τούς διακρίνουν καί τίς ἀρετές πού καλοῦνται νά καλλιεργοῦν οἱ μέλλοντες καί θέλοντες νά ἔλθουν εἰς ἐκκλησιαστικοῦ γάμου κοινωνία. Σ’ αὐτήν τήν γαμήλια κοινωνία, ὁ ἕνας θεωρεῖται ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν ἄλλο, ὡς εὐλογία γιά τήν ζωή του καί ὡς συνοδοιπόρος πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ὅλα αὐτά καί ὅσα πρόκειται νά παρουσιαστούν στά ἑπόμενα κηρύγματα (καί τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή) εἶναι πολύ ἐνδιαφέροντα καί ἀναγκαία, τόσο γιά τούς νέους, οἱ ὁποῖοι σκέφτονται νά διαλέξουν τόν ἔγγαμο βίο, ὅσο καί γιά τούς ἤδη συζευγμένους στόν ζυγό τοῦ εὐλογημένου γάμου, ἀφοῦ ἡ ὀρθόδοξη πατερική διδασκαλία περί τοῦ “μυστηρίου τῆς ἀγάπης” εἶναι σέ θέση νά τούς ἀναπροσανατολίση πρός τήν σωτηριώδη ἐκκλησιαστική κατεύθυνση, νά τούς βοηθήση νά ὑπερβοῦν πολλά προβλήματα, ἀλλά καί νά ἀναθρέψουν κατάλληλά τα παιδιά τους, καλλιεργώντας τούς “τήν σωφροσύνη, τήν εὐλάβεια, τήν φιλοξενία καί κάθε ἄλλη ἀρετή”, ἐκζητώντας γι’ αὐτά πρό παντός τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἁπλῶς τόν καλό λόγο ἤ τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί γιά κάθε χριστιανό εἶναι ὠφέλιμά τα κηρύγματα αὐτά, ἀφ’ ἑνός μέν γιατί ὅλοι εἴμαστε μέλη κάποιας οἰκογένειας, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιατί εἶναι πολλά τα κοινά σημεῖα στήν ζωή καί τόν πνευματικό ἀγώνα τῶν ἀνθρώπων, ὅποιον τρόπο καί ἄν ἔχουν διαλέξη, δεδομένου ὅτι “στήν πνευματική - ἐκκλησιαστική ζωή δέν ὑπάρχουν ἀντιθέσεις ἀλλά συνθέσεις”, καί ὅλοι, ὅποιον τρόπο ζωῆς καί ἄν ἀκολουθοῦμε, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά συνυπάρχουμε μέ ἄλλους ἀνθρώπους στήν κοινωνία.

Ν.Γ.

  • Προβολές: 3142