Skip to main content

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Φῶς καί σκοτάδι

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα. Ἑσπερινός τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Σωφρονίου, 10-7-2025

Σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν μνήμη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, ἡ ὁποία ἔπαιξε σημαντικό ρόλο κατά τήν διάρκεια τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, μαρτύρησε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί, ὅπως ξέρουμε ἀπό τήν τηλεοπτική σειρά, τήν ὁποία εἴδαμε πρίν ἀπό λίγο καιρό, ἡ ἁγία Εὐφημία ἐμφανίστηκε στόν ἅγιο Παΐσιο καί τοῦ ἔδωσε μιά ἰδιαίτερη ἐντολή, τί ἔπρεπε νά κάνη γιά διάφορα κρίσιμα ζητήματα. Αὐτό δείχνει ὅτι οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε παρόντες στήν ζωή μας. Μπορεῖ ἐμεῖς νά μήν τούς βλέπουμε μέ τά σωματικά μας μάτια, ἀλλά, ἐάν ἔχουμε καθαρή καρδιά καί ἄν προσευχόμαστε σέ αὐτούς, τότε καί, ὅταν χρειάζεται, ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται καί διά τῶν ἁγίων μᾶς ἀποκαλύπτει τό θέλημά Του.

Ἀλλά σήμερα ἑορτάζουμε καί τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Σωφρονίου, τοῦ Ἀθωνίτου, ἑνός συγχρόνου μεγάλου ἡσυχαστοῦ Πατρός τῆς Ἐκκλησίας καί θεολόγου καί, βεβαίως, συνήλθαμε ἐδῶ σέ αὐτόν τόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἐπειδή αὐτό τό νότιο κλίτος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ εἶναι ἀφιερωμένο στήν μνήμη τοῦ ἁγίου Σωφρονίου. Καί τελέσαμε καί τά ἐγκαίνια αὐτῆς τῆς Ἁγίας Τραπέζης, καί ἑπομένως καί σήμερα κατά τήν διάρκεια τοῦ Ἑσπερινοῦ καί αὔριο κατά τήν διάρκεια τοῦ Ὄρθρου καί τῆς θείας Λειτουργίας, θά δοξασθῆ ὁ Θεός διά μέσου αὐτοῦ τοῦ νέου ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Πολλοί ἅγιοι ὑπάρχουν, μεταξύ αὐτῶν καί ὁ ἅγιος Σωφρόνιος, ὁ Ἡσυχαστής καί Θεολόγος.

1. Ἀναζήτηση τοῦ κάλλους καί τοῦ Θεοῦ

Ἀναφερόμενος στόν ἅγιο Σωφρόνιο, θά ἤθελα νά πῶ ὅτι πραγματικά ἦταν ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἔκτακτα χαρίσματα καί διανοητικά καί πνευματικά χαρίσματα. Ἀπό μικρό παιδί ἔψαχνε νά βρῆ τήν ἀλήθεια καί κυρίως τόν Θεό. Ὡς καλλιτεχνική φύση πού ἦταν, ἀφοῦ ἦταν ζωγράφος καί διδάχθηκε τήν ζωγραφική τέχνη, πάντοτε ἀναζητοῦσε τό κάλλος, τήν ὀμορφιά, τήν ὡραιότητα καί μάλιστα αὐτό πού δέν βλέπουν τά αἰσθητά μας μάτια. Καί ἀργότερα πάλι, ἐπειδή ἦταν μιά φύση ἡ ὁποία ἐρευνοῦσε τόν κόσμο καί εἶχε ἔκτακτα διανοητικά προσόντα καί χαρίσματα, γι’ αὐτό καί μποροῦσε νά φιλοσοφήση καί προσπαθοῦσε μέσα ἀπό τήν λογική καί τήν φιλοσοφία νά δῆ καί νά ἐξετάση καί νά βρῆ Αὐτόν, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τόν κόσμο.

Γιατί, ὅταν ἔβλεπε τήν ὀμορφιά πού ὑπάρχει σέ ὅλη τήν κτίση, ὡς καλλιτέχνης πού ἦταν, ἔπρεπε στήν συνέχεια νά διερευνήση ποιός εἶναι αὐτός πού ἔκανε αὐτόν τόν κόσμο, τόν ὄμορφο, αὐτόν τόν κόσμο τόν λουσμένο μέσα στό φῶς. Καί, βέβαια, ὕστερα ἀπό διάφορες περιπέτειες τῆς ζωῆς του, πάλι ἀναζητοῦσε τό βαθύτερο «εἶναι» τῶν πραγμάτων. Γι’ αὐτό καί τόν ἀξίωσε ὁ Θεός, μέ μιά ἰδιαίτερη ἀποκάλυψη, ὁ νοῦς του νά ἀποδεσμευθῆ ἀπό τά ἐξωτερικά πράγματα καί νά εἰσέλθη μέσα στήν καρδιά του καί ἐκεῖ νά ἀποκτήση τό χάρισμα τῆς μετανοίας, τό χάρισμα τῆς αὐτομεμψίας, τό χάρισμα τῆς μνήμης τοῦ θανάτου. Καί, βεβαίως, στήν συνέχεια ἀξιώθηκε ἀπό τόν Θεό νά γίνη καί θεολόγος πού εἶδε ὄχι μόνο τόν κόσμο, τό κάλλος καί τό φῶς τό ὁποῖο ὑπάρχει στόν κόσμο, ὄχι μόνο τήν ὡραιότητα τοῦ «εἶναι» καί τοῦ ἀνθρώπου μέσα στό ἐσωτερικό του βάθος, ἀλλά ἀξιώθηκε νά δῆ καί τόν Ἴδιο τόν Χριστό, τό Φῶς τοῦ Θεοῦ. Καί μέ αὐτήν τήν ἔννοια λέμε ὅτι ἦταν ἕνας ἐμπειρικός πραγματικά θεολόγος.

Ἔτσι τόν γνώρισα μέ τίς ἐπανειλημμένες ἐπισκέψεις τίς ὁποῖες εἶχα κοντά του καί γιά πολλά χρόνια, κάθε καλοκαίρι ἕνα μήνα, πήγαινα γιά νά παραλάβω αὐτό τό ὁποῖο ἐκεῖνος δίδασκε, τήν διδασκαλία του, γιατί θεώρησα ὅτι εἶναι πραγματικά ἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας, πού εἶναι στήν πραγματικότητα οἱ προϋποθέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας καί τό βάθος καί τό ὕψος της.

2. Γιατί οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν τό σκότος παρά τό φῶς

Ἀπό ὅλα αὐτά τά ὁποῖα ἔλεγε ὁ ἅγιος Σωφρόνιος, σχετικά μέ αὐτό πού ἀναζητοῦσε ὁ ἴδιος μέσα σέ ὅλη τήν κτίση αὐτό τό κάλλος καί τήν λαμπρότητα καί μετά ἀξιώθηκε νά δῆ τόν Θεό μέσα στό Φῶς, ὑπάρχει μιά ὡραιότατη ἐπιστολή, τήν ὁποία ἔστειλε σέ κάποιον καί ἀναφέρεται σέ αὐτά τά ζητήματα καί κυρίως ἔλεγε τό γιατί οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι δέν ἀναζητοῦν τόν Θεό καί δέν βλέπουν τό κάλλος, τήν ὡραιότητα καί τήν ὀμορφιά μέσα στήν κτίση, ἀλλά τό σκοτάδι. Γράφει ὁ ἅγιος Σωφρόνιος σέ μιά ἐπιστολή του γιά ἕνα βαθύτατο ἐρώτημα. Ποιό εἶναι τό ἐρώτημα;

 

«Γιατί τόσοι πολλοί ἄνθρωποι ἀγαποῦν τό σκότος παρά τό Φῶς;».

Εἶναι φοβερό τό ἐρώτημα αὐτό. Γιατί οἱ ἄνθρωποι, ἐνῶ εἶναι πλασμένοι ἀπό τόν Θεό τοῦ Φωτός καί πρέπει νά ὁδηγηθοῦν ἐκεῖ, ἐνῶ ὑπάρχει μέσα στό «εἶναι» τοῦ ἀνθρώπου ἡ ὁρμή ἀπό τό κατ’ εἰκόνα νά φθάση στό καθ’ ὁμοίωση πού εἶναι τό Φῶς, δέν ἀναζητοῦν τό Φῶς, ἀλλά ζοῦν μέσα στό σκοτάδι; Συνεχίζει:

«Στίς μέρες μας αὐτό ἐκφράζεται πολύ ἔντονα καί στόν χῶρο τῆς τέχνης».

Ἦταν καλλιτέχνης καί ἔβλεπε ἀκόμη τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ζωγράφιζαν οἱ ζωγράφοι, ὅταν ὁ ἴδιος ἦταν στά βαθιά του γεράματα, καί ἔβλεπε αὐτήν τήν διαφορά. Ἐνῶ ἐκεῖνος ἀναζητοῦσε νά βρῆ τό κάλλος μέσα στά ὄντα, τώρα, λέγει, οἱ καλλιτέχνες δέν προσπαθοῦν νά ζωγραφίσουν τό Φῶς, ἀλλά νά ζωγραφίσουν τό σκοτάδι. Γράφει:

«Ἡ πιό φρικτή διεστραμμένη ἀσχήμια ἄρχισε νά ἑλκύη τούς ἀνθρώπους περισσότερο ἀπό ὅ,τι τό κάλλος». Δηλαδή, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἑλκύεται ἀπό τό κάλλος, τήν ὀμορφιά, τήν ὡραιότητα, τώρα ἀρχίζει νά τόν τραβᾶ, νά τόν ἑλκύη «ἡ πιό φρικτή διεστραμμένη ἀσχήμια».

Αὐτό εἶναι τό βασικό του ἐρώτημα. Καί γράφει: «Αὐτό εἶναι ἐπίσης παράλογο». Εἶναι παράλογο τό νά ἀναζητᾶ ὁ ἄνθρωπος, πού εἶναι δημιουργημένος γιά τό Φῶς καί τό κάλλος, «τήν πιό φρικτή διεστραμμένη ἀσχήμια, καί οὐσιαστικά τό σκοτάδι. Καταλήγει: «Ἀλλά ἐξαιτίας αὐτοῦ ἡ πραγματικότητα τοῦ Ἅδη γίνεται ἀκόμη περισσότερο αἰσθητή». Τό ὅτι, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος, ἐνῶ εἶναι πλασμένος γιά τό Φῶς, ἀναζητᾶ τό σκοτάδι, τό κακό, τό ἄσχημο, ἀναζητᾶ αὐτό πού εἶναι παράλογο στήν πραγματικότητα καί τήν διεστραμμένη ἀσχήμια, αὐτό τό γεγονός κάνει αἰσθητή τήν παρουσία τοῦ Ἅδη καί τήν παρουσία τῆς κολάσεως.

Εἶναι φοβερός αὐτός ὁ λόγος, ὅτι σήμερα, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι ἀναζητοῦν πιό πολύ «τήν διεστραμμένη ἀσχήμια» καί ὄχι τό κάλλος, καί ἀναζητοῦν τό σκοτάδι, αὐτό δείχνει τό πόσο αἰσθητή πραγματικότητα εἶναι ὁ Ἅδης καί ἡ κόλαση. Γιατί, ὅταν κανείς θέλη νά ζωγραφίση καί νά ὁμιλήση καί τέλος πάντων νά ἐκφρασθῆ γύρω ἀπό τά ζητήματα αὐτά, ἐκφράζει αὐτό τό ὁποῖο ἔχει μέσα του. Καί ἔτσι, ὅταν κανείς ζῆ μέσα σέ αὐτήν «τήν διεστραμμένη ἀσχήμια», τότε κάνει αἰσθητή τήν παρουσία του ὁ Ἅδης καί ἡ κόλαση.

Τό βλέπουμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σήμερα. Βλέπουμε τό πῶς ὁ ἄνθρωπος ἔχει διαστραφῆ, τό πῶς ὁ ἄνθρωπος ζῆ πραγματικά μέσα στήν κόλαση. Τό ὅτι δέν ἀναζητᾶ τήν ὀμορφιά τοῦ Θεοῦ, τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀναζητᾶ τό σκοτάδι καί ζῆ μέσα στό σκοτάδι καί μάλιστα τό αἰσθητό, πολύ περισσότερο τό πνευματικό καί τό νοητό. Βλέπουμε ἐγκλήματα, διαστροφές καθημερινῶς, ὅταν βλέπουμε τίς εἰδήσεις, συναντᾶμε τέτοια προβλήματα, τέτοιες διεστραμμένες καταστάσεις. Βλέπουμε κάποιον νά ἀγαπᾶ μιά γυναίκα καί νά τήν σκοτώνη ἀπό ἀγάπη, βλέπουμε μιά μάνα νά σκοτώνη τά παιδιά της, βλέπουμε ἄλλους ἀνθρώπους νά σκοτώνουν τούς συνανθρώπους τους.

Ἀλλά δέν εἶναι μόνον αὐτό. Τό θεωρῶ σάν μιά μεγάλη ὑποκρισία, ὅτι ὅλοι καταδικάζουμε μιά γυναίκα πού σκότωσε τά μικρά παιδιά της, ἀλλά πόσες δολοφονίες δέν γίνονται μέ παιδιά, τά ὁποῖα εἶναι ἀκόμη ἔμβρυα; Πόσες δολοφονίες δέν γίνονται μέ τόν τρόπο αὐτόν καί δέν μιλᾶ κανένας καί μάλιστα προστατεύονται αὐτές οἱ δολοφονίες καί μέ νόμο; Δέν εἶναι μόνον οἱ φόνοι πού γίνονται ἐξωτερικά καί τούς βλέπουμε σέ ἀνθρώπους, ἀλλά γίνονται καί ἄλλοι φόνοι μέ πολέμους καί μέ ἄλλες πραξεις, οἱ ὁποιες δυστυχῶς, ἐπειδή τίς ἔχουμε συνηθίσει, δέν μᾶς κάνουν κάποια ἰδιαίτερη ἐντύπωση. Καί ἐδῶ τίθεται πάλι τό ἐρώτημα τό ὁποῖο θέτει ὁ ἅγιος Σωφρόνιος.«Γιατί τόσοι πολλοί ἄνθρωποι ἀγαποῦν τό σκότος παρά τό Φῶς;».

3. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ

Βεβαίως, ὁ ἴδιος ἤξερε τήν ἀπάντηση, ἀλλά αὐτό ἦταν ἕνα ρητορικό ἐρώτημα πού τό θέτει μέ ἐρωτηματικό τρόπο, καί ἤξερε τήν ἀπάντηση, γιατί ἦταν καλός μελετητής καί τῶν Γραφῶν, ἀλλά καί γνώριζε τόν Χριστό καί ἤξερε, ὅπως καί ἐμεῖς διαβάζουμε στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου, στό τρίτο κεφάλαιο, ὅταν ὁ Νικόδημος, ὁ νυχτερινός μαθητής, πού ἦταν Φαρισαῖος καί πῆγε τό βράδυ νά μιλήση μέ τόν Χριστό ἰδιαίτερα γιά τό πῶς καί τί πρέπει νά κάνη, γιά νά ἀναγεννηθῆ. Καί τότε ὁ Χριστός ἔδωσε αὐτή τήν ἀπάντηση σέ ἐκεῖνον καί σέ ἐμᾶς: «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις, (αὐτή εἶναι ἡ κρίση μέσα στήν κοινωνία ) ὅτι τό Φῶς ἐλήλυθεν εἰς τόν κόσμον, καί ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τό σκότος ἤ τό Φῶς» (Ἰω. γ΄, 19-21). Δηλαδή, ὁ Χριστός εἶναι τό Φῶς τοῦ κόσμου. Ὁ ἴδιος ἔλεγε: «Ἐγώ εἰμι τό Φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. η΄, 12). Καί ὁ Χριστός ὡς Φῶς ἦλθε στόν κόσμο καί οἱ ἄνθρωποι ἀγάπησαν περισσότερο τό σκοτάδι παρά τό Φῶς καί, βέβαια, τόν σταύρωσαν. Καί γιατί γίνεται αὐτό; Λέει, «ἦν γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα». Ὅταν κανείς ἔχη ἔργα πονηρά, δέν μπορεῖ νά ἐκτιμήση τό κάλλος, τήν ὀμορφιά, τήν ἀλήθεια, τό φυσικό. Καί πολλές φορές τό φυσικό τό θεωρεῖ παρά φύσιν καί τό παρά φύσιν τόν θεωρεῖ φυσικό. Γιατί; «ἦν γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα».

Καί συνεχίζει ὁ Χριστός: «Πᾶς γάρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό Φῶς καί οὐκ ἔρχεται πρός τό Φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ». Ἐκεῖνος, λέει, ὁ ὁποῖος πράττει τά πονηρά ἔργα, ὄχι μόνο δέν ἀγαπᾶ, ἀλλά μισεῖ τό Φῶς. Γιατί; Διότι, ὅταν πλησιάζη τό Φῶς, τό Φῶς θά τόν ἀποκαλύψη. Ἀντίθετα, «ὁ ποιῶν τήν ἀλήθειαν ἔρχεται πρός τό Φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τά ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα». Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πράττει τήν ἀλήθεια καί εἶναι ἀληθής, ἐκεῖνος δέν φοβᾶται τό Φῶς. Ἄν κάποιος ἔχη ροῦχα λερωμένα, φοβᾶται νά ἔλθη στό φῶς τοῦ ἥλιου, ἐνῶ ἕνας ὁ ὁποῖος ἔχει λαμπρά ροῦχα χαίρεται νά ἐμφανισθῆ στήν κοινωνία. Τό ἴδιο γίνεται καί στά πνευματικά ζητήματα. Ἑπομένως αὐτή εἶναι ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα «γιατί τόσοι ἄνθρωποι σήμερα ἀγαποῦν τό σκοτάδι περισσότερο ἀπό τό Φῶς», τήν ὁποία ἀπάντηση γνώριζε ὁ ἅγιος Σωφρόνιος. Καί, φυσικά, λέει ὁ ἴδιος στήν ἴδια ἐπιστολή, πρέπει νά ἀποκτήσουμε τήν πίστη καί τήν βεβαιότητα ὅτι μέ τόν Χριστό, πού εἶναι τό Φῶς, νικοῦμε ὅλες τίς σκοτεινές δυνάμεις καί ζοῦμε ἐν Χριστῷ. Καί αὐτό τό μήνυμα, μᾶς τό δίνει ὄχι μόνο ὁ ἅγιος Σωφρόνιος, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας:

 

Νά ἀγαποῦμε τό κάλλος τοῦ Θεοῦ, νά ἀγαποῦμε τό κάλλος τοῦ ἀνθρώπου, τό κάλλος τῆς ψυχῆς, τήν ὀμορφιά τοῦ ἀνθρώπου πού ζῆ ἐν τῷ Θεῷ, νά ἀγαποῦμε τόν Θεό καί νά μισοῦμε τό σκοτάδι, νά μισοῦμε τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας. Καί ἔτσι μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ ζωή μας θά εἶναι φωτεινή καί θά φωτίζεται ἀπό τόν Θεό καί θά ὁδηγούμαστε πρός τόν Θεό. Μακάρι αὐτό νά ἐξαπλωθῆ σέ ὅλη τήν κοινωνία καί ὅσο τό δυνατόν περισσότεροι ἄνθρωποι νά ἀγαποῦν περισσότερο τό Φῶς παρά τό σκοτάδι, νά ἀγαποῦν τό κάλλος, τήν ὀμορφιά τοῦ Θεοῦ, παρά «τήν διεστραμμένη ἀσχήμια τῆς ἁμαρτίας».

  • Προβολές: 7