Γράφτηκε στις .

Κύριο ἄρθρο: Μεταφυσικὴ καὶ Ὀρθόδοξη Θεολογία

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Δημοσιεύθηκε στήν Κυριακάτικη Καθημερινή στίς 14-2-1999)

Πολύ συχνά σέ συζητήσεις πού ἔχω μέ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐνδιαφέρονται γιά θεολογικά θέματα, ἀναιρῶ τήν ἄποψη ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία συνδέεται μέ τήν μεταφυσική. Ὁπωσδήποτε ὑπάρχει μιά παραπληροφόρηση στό θέμα αὐτό, ἀφοῦ στήν σκέψη μερικῶν ἀνθρώπων ἡ Ὀρθοδοξία ταυτίζεται μέ τόν Δυτικό Χριστιανισμό. Ἔτσι, πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι καί ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία συνδέεται μέ τήν μεταφυσική. Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία, στήν ἀληθινή της ἔκφραση, ὅπως διατυπώνεται ἀπό τούς μεγάλους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, δέν εἶναι καί δέν μπορεῖ νά εἶναι μεταφυσική, ἀλλά εἶναι ἐναντίον τῆς μεταφυσικῆς. Αὐτήν τήν νέα θεώρηση τήν ὀφείλουμε στόν Καθηγητή π. Ἰωάννη Ρωμανίδη.

Ὁ ὅρος μεταφυσική προῆλθε ἀπό τά συγγράμματα τοῦ Ἀριστοτέλους, ὅπως τά ἐξέδωσε ὁ Ἀνδρόνικος ὁ Ρόδιος (70 π.Χ.). Δηλαδή, ὁ Ἀριστοτέλης ἔγραψε ἕνα σύγγραμμα πού τό ὀνόμασε “φυσικά”, στό ὁποῖο ἀσχολεῖται μέ ὅλα αὐτά πού ὑπάρχουν στήν φύση, καί συγχρόνως ἕνα ἄλλο πού τό ὀνόμασε “πρώτη φιλοσοφία”, καί μέ αὐτό ἀσχολεῖται μέ τό Ὅν. Ὁ Ἀνδρόνικος ὁ Ρόδιος, ἐκδότης τῶν ἔργων τοῦ Ἀριστοτέλους, κατέταξε τό σύγγραμμα “πρώτη φιλοσοφία” μετά τό σύγγραμμα “φυσικά”, ὁπότε ἡ “πρώτη φιλοσοφία”, πού διερευνᾶ τό ὅν καί ἑπομένως ἡ ὀντολογία, ὀνομάστηκε μεταφυσική, ἀκριβῶς γιατί ἡ ὀντολογία τοποθετήθηκε μετά τά “φυσικά”.

Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ μεταφυσική ταυτίστηκε μέ τήν ὀντολογία, ἀφοῦ διερευνᾶ τό ὅν, τό ὁποῖο κινεῖ τά ὄντα, τό πρῶτο ἀκίνητο κινοῦν, τόν Θεό. Ὁ ὅρος μεταφυσική ἀποδόθηκε ἀκόμη σέ κάθε φιλοσοφία, κλασσική καί σύγχρονη, πού κάνει λόγο γιά τό Εἶναι, τόν Θεό.

Κατά τήν κλασσική μεταφυσική ὑπάρχει μιά σχέση μεταξύ του Ὄντος καί τοῦ κόσμου. Στόν νοητό κόσμο ὑπάρχουν τά ἀρχέτυπα ὅλων των πραγμάτων. Ἑπομένως, τά φυσικά, ὅλα αὐτά πού ὑπάρχουν στόν κόσμο, συνδέονται στενά μέ τά μεταφυσικά, τόν κόσμο τῶν ἰδεῶν. Ἔτσι, ἡ ἑρμηνεία τοῦ κόσμου συνδέεται, στήν μεταφυσική, πάντοτε μέ τόν κόσμο τῶν ἰδεῶν. Οἱ φιλόσοφοι μέσα ἀπό αὐτό τό πρίσμα προσπαθοῦσαν νά ἑρμηνεύσουν τό κακό πού ὑπάρχει στήν φύση. Ἡ βιολογία, ἡ φυσική ἐπιστήμη, τά μαθηματικά, ἡ ἀστρονομία κ.λ.π. ὅλες οἱ ἐπιστῆμες συνδέονται μέ τά ἀρχέτυπά των ὄντων καί τήν θεωρία τῶν ἰδεῶν.

Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ Δυτικός Χριστιανισμός συνδέθηκε ἀπόλυτα μέ τήν μεταφυσική. Εἶναι γνωστές οἱ θεολογικές ἀπόψεις πού ἐπικράτησαν στήν Δύση σχετικά μέ τήν analogia entis καί analogia fidei. Ἡ λέξη analogia δηλώνει τήν ὁμοιότητα ἤ τήν ἀντιστοιχία τῶν σχέσεων. Στήν πραγματικότητα πρόκειται γιά μιά ἰδιαίτερη μέθοδο θεολογικῆς σκέψεως, δηλαδή γιά μιά γνωσιολογική μέθοδο προσεγγίσεως τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπο. Στήν μεταφυσική πιστεύεται ὅτι ὑπάρχει μιά ἀναλογία μεταξύ των ἰδεῶν καί τοῦ κόσμου. Ὅ,τι ὑπάρχει στόν κόσμο ἔχει σχέση μέ τόν ἀγέννητο κόσμο τῶν ἰδεῶν. Φαίνεται καθαρά ὅτι ἡ analogia entis καί ἡ analogia fidei ὑποδηλώνει τήν σύνδεση Χριστιανικῆς πίστεως καί μεταφυσικῆς, ὅπως ἔγινε στήν Δύση.

Ὅταν ὅμως κατά τήν Ἀναγέννηση ἀναπτύχθηκαν οἱ ἐπιστῆμες, διαπιστώθηκε ὅτι τά ὄντα δέν συνδέονται μέ κάποιες ἰδέες, οἱ ὁποῖες εἶναι φαντασία τῶν φιλοσόφων, παρά τήν εὐγενική προσπάθειά τους νά ἑρμηνεύσουν ὅλα ὅσα γίνονται στόν κόσμο. Διαπιστώθηκε ὅτι ἡ ἐπιστήμη δέν μπορεῖ νά παραδεχθῆ καί νά ἀποδείξη τήν ὕπαρξη τοῦ κόσμου τῶν ἰδεῶν, ὁπότε οἱ ἐπιστῆμες πού ἑρμηνεύουν τόν κόσμο ἀποσυνδέθηκαν ἀπό τήν μεταφυσική. Ἡ ἀλλαγή τοῦ κοσμοειδώλου εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά δεχθῆ ἰσχυρά κτυπήματα καί ὁ Χριστιανισμός πού στηρίχθηκε καί συνδέθηκε μέ τήν μεταφυσική. Γι’ αὐτό στήν Δύση κλονίστηκε ἡ πίστη καί ὑπῆρξε σοβαρός διάλογος γιά τήν σχέση μεταξύ Θρησκείας καί Ἐπιστήμης, πού ἔφθασε μάλιστα μέχρι τήν σύγκρουση.

Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τούς μεγάλους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δέν συνδέθηκε ποτέ μέ τήν μεταφυσική, ὅπως τήν ἀναλύσαμε μέ συντομία πιό πάνω, γι’ αὐτό καί δέν ὑπῆρξαν αὐτά τά προβλήματα πού παρατηρήθηκαν στόν Δυτικό Χριστιανισμό. Ὅπου τυχόν ὑπῆρξαν καί ἐδῶ τέτοια προβλήματα ὀφείλονται ἤ σέ μεταφερόμενη ἀπό ἔξω διαμάχη, ἤ σέ ἄγνοια ἐκ μέρους μερικῶν θεολόγων.

Στήν Ὀρθοδοξία δέν πιστεύουμε σέ διάκριση μεταξύ φυσικῶν καί μεταφυσικῶν, ἀλλά σέ διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ἄκτιστος εἶναι ὁ Θεός καί οἱ ἐνέργειές Του, καί κτιστός εἶναι ὅλος ὁ κόσμος. Καί βέβαια, ὅταν γίνεται λόγος γιά διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχει σαφῶς μιά διαφορετική ὀντολογία μεταξύ των δύο, ἀφοῦ τό ἄκτιστο δέν ἔχει ἀρχή, φθορά καί τέλος, ἐνῶ τό κτιστό ἔχει συγκεκριμένη ἀρχή, διακρίνεται γιά τήν φθορά καί δέν ἔχει τέλος, ὄχι γιατί αὐτό ὀφείλεται στήν φύση του, ἀλλά γιατί ἔτσι τό θέλησε ὁ Δημιουργός του. Καίτοι ὀντολογικά ὑπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, ἐν τούτοις ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια, χωρίς νά μετατρέπεται σέ κτίσμα, εἰσέρχεται μέσα σέ ὅλα τα κτιστά, ὁπότε ἔτσι ἀποφεύγεται ὁ ἀγνωστικισμός καί ὁ πανθεϊσμός.

Οἱ Πατέρες διδάσκουν ὅτι ὁ Θεός εἶναι πρόσωπο καί ὄχι μιά ἰδέα, ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό κατά θετικό τρόπο καί δέν εἶναι ὁμοίωμα ἤ πτώση ἀπό τόν κόσμο τῶν ἰδεῶν.

Δύο εἶναι τά βασικά δόγματα τῆς κλασσικῆς μεταφυσικῆς. Τό ἕνα ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀκίνητος καί τό ἄλλο ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι κίνηση τῶν ὄντων πρός τόν ἀρχέτυπο κόσμο τῶν ἰδεῶν, καί ἑπομένως συνιστᾶ μιά ἀδυναμία. Ἀντίθετα, οἱ Πατέρες διδάσκουν ὅτι ὁ Θεός κινεῖται καί ἀκόμη ὁ ἔρωτας δέν συνιστᾶ μιά ἀδυναμία, ἀφοῦ ἔρως εἶναι καί Αὐτός ὁ Θεός. Αὐτό καί μόνο δείχνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἀρνεῖται τήν μεταφυσική.

Ἑπομένως, ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά ἑρμηνευθῆ μέσα ἀπό τήν analogia entis καί τήν analogia fidei, ἀλλά μέσα ἀπό τήν ἰατρική. Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία εἶναι ἰατρική ἐπιστήμη, πού θεραπεύει τήν νοσοῦσα προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Καί, ὅπως εἶναι γνωστό, ποτέ ἡ ἰατρική δέν μπορεῖ νά ταυτισθῆ μέ τήν μεταφυσική.

Τό θέμα αὐτό εἶναι μεγάλο. Ἁπλῶς ἐδῶ ἤθελα κατά τρόπο τηλεγραφικό νά σημειώσω τήν διαφορά μεταξύ Ὀρθόδοξης Θεολογίας καί Δυτικῆς Χριστιανικῆς Θεολογίας, καί ἀκόμη ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία δέν συνδέεται μέ τήν μεταφυσική, ἀλλά εἶναι ἀντιμεταφυσική.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ