Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Διαλέγονται, ἀλλὰ σὲ ποιὸν Θεὸ πιστεύουν;

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Μιά εἴδηση πού διάβασα στόν ἐκκλησιαστικό τύπο μέ ἔκανε νά προβληματιστῶ ἀρκετά πάνω στό θέμα τῶν διαλόγων καί νά τό θεωρήσω ἐπίκαιρο γιά σχολιασμό.

Ἡ εἴδηση λέει ὅτι ἀπό 1ης ἕως 3ης Ἰουλίου πραγματοποιήθηκε στό Παρίσι ἡ 5η συνάντηση τῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου μεταξύ του Παπισμοῦ καί τοῦ Ἰσλάμ. Στή συνάντηση αὐτή ἰδιαίτερη ἔμφαση δόθηκε στά θέματα τῆς προωθήσεως τῆς εἰρήνης καί τῆς διασφάλισης τοῦ ἀμοιβαίου σεβασμοῦ, μέ σκοπό τήν εἰρηνική συνύπαρξη τῶν μελῶν τῶν διαλεγομένων πλευρῶν. Σύμφωνα μέ τό περιοδικό Ἐπίσκεψη (τ. 572), ἡ Ἐπιτροπή Διαλόγου ὑπογράμμισε, ὅτι ἡ συνέχεια καί ἡ πρόοδος τοῦ διαλόγου μεταξύ της Παπικῆς “Ἐκκλησίας” καί τοῦ Ἰσλάμ “πρέπει νά εἶναι ἑδραιωμένη στήν πίστη στόν ἕνα Θεό καί στίς ἠθικές ἀρχές πού πηγάζουν ἀπό τό θέλημα του”.

Στίς μέρες μας, κατά τίς ὁποῖες ζοῦμε τή σχετικοποίηση ὅλων των κριτηρίων τῆς ἀλήθειας, ἡ ἀποδοχή καί ἡ διενέργεια διαλόγων θεωρεῖται στοιχεῖο ὑψηλῆς πολιτιστικῆς στάθμης. Μέσα σ’ αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα, ἡ μαρτυρία τῆς ἀλήθειας, ὅταν δέν διατυπώνεται διαλεκτικά, ταυτίζεται μέ τόν φανατισμό. Ἔτσι, ὅλοι συζητοῦν, Πρωθυπουργοί, Ὑπουργοί, στρατιωτικοί, ἐπιστήμονες, ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες καί θεολόγοι. Τό ἄν συζητοῦν εἰλικρινά ἤ μέ “ὑπογειες” σκοπιμότητες, εἶναι κάτι πού κάθε φορᾶ πρέπει νά ἐρευνᾶται. Ἐξαρτᾶται ἀπό τό θέμα τῆς συζήτησης καί τή βάση τοῦ διαλόγου. Στό θεολογικό χῶρο μάλιστα στόν αἰώνα μᾶς πραγματοποιήθηκαν καί πραγματοποιοῦνται διάλογοι, πού δημιουργοῦν πολλά ἐρωτηματικά, ὅπως αὐτός τῶν Παπικῶν μέ τούς Ἰσλαμιστές.

Δέν εἶναι, βέβαια, κακό ὅλοι καί σέ ὅλα τα ἐπίπεδα νά διαλεγόμαστε, ἀρκεῖ νά ἰσχύουν κάποιες θεμελιώδεις προϋποθέσεις, ὅπως, τό νά μή χρησιμοποιῆται ὁ διάλογος ὡς μέσο γιά νά σχετικοποιηθοῦν οὐσιαστικές διαφορές καί ἀκόμη - κάτι πού ἰσχύει κυρίως γιά τούς θεολογικούς διαλόγους - το νά μή θεωροῦμε ὅτι τά πάντα, ἀκόμη καί ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, προσεγγίζονται καί ἀποκτῶνται διαλεκτικά. Ὁ διάλογος, ὅταν εἶναι σοβαρός, μέ ἀξιόπιστους συνομιλητές, ἔχει πάντοτε θετικά ἀποτελέσματα. Διατυπώνω αὐτή τή γενική θέση, γιατί θεωρῶ ὅτι θετικό ἀποτέλεσμα ἑνός διαλόγου εἶναι καί ἡ εἰλικρινής διασάφηση καί ὁριοθέτηση τῆς διαφορᾶς. Ὁ σοβαρός διάλογος δέν εἶναι ταυτόσημος μέ τή συμφωνία, μπορεῖ νά σημαίνη ἀνάδειξη καί παραδοχή τῆς διαφωνίας, μέσα ἀπό τή διαλεκτική σύγκρουση - χωρίς σύνθεση - τῶν διαφορετικῶν κριτηρίων τῆς κάθε διαλεγομένης πλευρᾶς.

Θά ἔλθω, ὅμως, στή συνάντηση Παπικῶν καί Ἰσλαμιστῶν, πού προανέφερα. Κατ’ ἀρχήν πρέπει νά πῶ ὅτι δέν εἶναι περίεργό το ὅτι Παπικοί καί Μουσουλμάνοι συζητοῦν. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μᾶς κ. Ἱερόθεος ἔχει διατυπώσει καί τεκμηριώσει τήν ἄποψη ὅτι οἱ δυτικοί Χριστιανοί καταλαβαίνουν καλύτερά τους Μουσουλμάνους ἀπ’ ὅτι ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους. “Ο ἐκκοσμικευμένος Χριστιανισμός τῆς Δύσεως καί ὁ τρόπος ζωῆς τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου ἀνταποκρίνεται περισσότερο πρός τόν Ἰσλαμισμό, παρά στήν Ὀρθοδοξία” (Γέννημα καί θρέμμα Ρωμηοί. σέλ 258-279). Τό περίεργο, ὅμως, εἶναι ὅτι περιμένουν τήν πρόοδο τοῦ διαλόγου ἀπό τήν πίστη τους στόν ἕνα Θεό καί τίς ἠθικές ἀρχές πού πηγάζουν ἀπό τό θέλημά του. Καί τό ἐρώτημα εἶναι γιά ποιό Θεό μιλᾶνε καί σέ ποιό Θεό πιστεύουν.

Ἐκφράζει μιά ἐπέκταση τῆς γνωστῆς θεωρίας τῶν κλάδων. Ἀπό τό διαχριστιανικό ἐπίπεδο τήν ἐπεκτείνει σέ διαθρησκειακό. Ἕνας εἶναι ὁ Θεός ὅλων των θρησκειῶν, μιά εἶναι ἡ ἀλήθεια. Κλάδοι αὐτῆς τῆς μιᾶς ἀλήθειας εἶναι οἱ διάφορες ὁμολογίες καί θρησκεῖες. Ἡ σύγχυση πού δημιουργεῖ αὐτή ἡ θεωρία ἀπαιτεῖ νά γίνονται πάντα κάποιες αὐτονόητες διευκρινίσεις, γιατί πολλοί ἁπλοί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, χωρίς ἰδιαίτερη μελέτη καί προσοχή, δέχονται παρόμοιες ἀπόψεις. Πρέπει νά τονίζεται πάντα ὅτι, πράγματι, ἕνας εἶναι ὁ Θεός καί μία εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἡ ὁποία ταυτίζεται μέ τό θέλημά Του, ἀλλά, ὅμως, αὐτός δέν εἶναι Θεός ὅλων των θρησκειῶν. Ὁ Θεός τῶν Ἰσλαμιστῶν, γιά πράδειγμα, καί ὁ Θεός τῶν Χριστιανῶν δέν εἶναι ἕνας. Ὁρισμένοι βλέπουν τά θέματα μόνο ἀπό τήν πλευρά τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνας εἶναι γι’ αὐτούς ὁ Θεός, γιατί κοινή εἶναι σέ ὅλους τους ἀνθρώπους ἡ στροφή πρός τόν Θεό. Ἄλλο, ὅμως, εἶναι ἡ φυσική κίνηση ὅλων των ἀνθρώπων πρός τόν Θεό, τήν ὁποία ὁρισμένοι τήν αἰσθάνονται ὡς ἔντονη δίψα καί ἄλλο ἡ θρησκεία μέσα ἀπό τήν ὁποία, λόγω καταγωγῆς ἤ κοινωνικοῦ περιβάλλοντος, προσπαθοῦν νά ἱκανοποιήσουν αὐτήν τήν ἔφεση. Ἡ κοινή δίψα γιά τό Θεό δέν εἶναι ἀπόδειξη τῆς κοινῆς καταγωγῆς ὅλων των Θρησκειῶν. Αὐτή τήν ἀλήθεια μποροῦμε πρακτικώτερα νά τή δοῦμε συγκρίνοντας χωρία τοῦ Κορανίου μέ χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, μιά καί σχολιάζουμε διάλογο Παπικῶν καί Ἰσλαμιστῶν.

“Ο Ἰσλαμισμός εἶναι ἡ μόνη θρησκεία στήν ὁποία ἡ ἀποκάλυψη δέν συντελεῖται μέ ἕνα πρόσωπο, ἀλλά μέ ἕνα ἱερό βιβλίο” (Γέννημα καί θρέμμα Ρωμηοί σέλ. 275). Σέ μᾶς βάση δέν εἶναι ἕνα βιβλίο, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ὁπότε τό Κοράνιο εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἰσλαμιστῶν. Αὐτό τό γεγονός γεννᾶ τήν ἀπορία, πῶς Παπικοί καί Ἰσλαμιστές περιμένουν τήν πρόοδο τοῦ διαλόγου τους ἀπό τήν πίστη τους στόν ἕνα Θεό καί τίς ἠθικές ἀρχές ποῦ πηγάζουν ἀπό τό θέλημά του; Καί ἐξηγοῦμε. Ἡ Ἁγία Γραφή λέει: “Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπη ἐν τῷ Θεῶ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτώ” (Ἅ’ Ἰωάν. 4, 16). Πιό συγκεκριμένα, διδάσκει τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς, τήν ὁποία ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ ἀθωνίτης θεωροῦσε κριτήριο τῆς ἀλήθειας: “ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τούς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισούσιν ὑμάς” (Ματθ. 5, 44). Ἐπίσης ὁ Χριστός διδάσκει: “Ἐγώ δέ λέγω ὑμίν μή ἀντιστῆναι τῷ πονηρώ”. Εἶναι ἐναντίον κάθε διαμάχης καί πολέμου. Δέν νοοῦνται στόν Χριστιανισμό ἱεροί πόλεμοι. Γι’ αὐτό οἱ Χριστιανοί εἶναι ἀνεξίθρησκοι. Δέν βιάζουν συνειδήσεις μέ τήν ἀπειλή σωματικῆς βίας. Τό Κοράνιο, ὅμως, δέν τά λέει ἔτσι. Οὔτε λόγος γιά ἀνεξιθρησκία. “Πολεμάτε τούς ἀπίστους, ὥσπου νά μήν ὑπάρχη ἄλλη θρησκεία” (Κέφ. 8, στ. 40). Γιά νά μήν ὑπάρχουν παρερμηνεῖες, ὅτι τό λέει δῆθεν γιά ἄλλες θρησκεῖες καί δέν ἀφοροῦν στόν Χριστιανισμό, ἀλλοῦ μιλάει καθαρότερα: “Καί μέ αὐτούς πού ὀνομάζονται Χριστιανοί κλείσαμε συμφωνία, ἀλλά καί αὐτοί λησμόνησαν ἀρκετά ἀπ’ ὅσα διδάχθηκαν. Γι’ αὐτό καλλιεργήσαμε ἀπέναντί τους τήν ἔχθρα καί τό μίσος, πού θά κρατήσουν ὡς τήν συντέλεια τοῦ αἰώνα” (Κέφ. 5, στ. 17). Ἀκόμη, γιά νά μή νομίσουμε ὅτι πρόκειται γιά κάποιο ἀκίνδυνο μίσος, τό “ἱερό” βιβλίο γίνεται πιό σαφές: “Ὅταν συναντᾶτε τούς ἀπίστους νά τούς σκοτώνετε καί νά τούς κατασφάζετε. Κρατᾶτε γερά τα δεσμά τοῦ αἰχμαλώτου” (Κέφ 47, στ. 4).

Πῶς μπορεῖ ὁ ἴδιος Θεός, σέ δύο κλάδους τῆς ἀλήθειάς Του, νά ἐκφράζεται τόσο ἀνόμοια; Καί πῶς μποροῦν νά στηρίζουν, Παπικοί καί Ἰσλαμιστές, τήν πρόοδο τοῦ διαλόγου τους στή θεολογία; Θά μποροῦσαν νά εἶναι πιό πρακτικοί καί πιό ἀληθινοί. Θά μποροῦσαν, γιά παράδειγμα, νά ποῦν ὅτι στηρίζουμε τήν πρόοδο τοῦ διαλόγου μας στόν αὐξανόμενο φόβο τῆς καταστροφῆς ἀπό πολέμους καί τήν ρύπανση τοῦ περιβάλλοντος. Νά παραδεχθοῦν ὅτι τούς ἑνώνει ὁ φόβος τοῦ σώματος καί ὄχι ἡ πίστη τῆς ψυχῆς. Τώρα ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ Θεός τούς εἶναι ἄγνωστος, ἀφοῦ - στήν πραγματικότητα ὑβρίζοντας τόν - δέχονται ὅτι μπορεῖ νά ἐκφράζεται τόσο ἀντιφατικά.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 2745