Skip to main content

Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος Πρωτοχρονιᾶς 2000

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Μέ τήν σημερινή θεία Εὐχαριστία καί τήν δοξολογία γιά τήν εἴσοδό μας στό νέον ἔτος, τό 2000, εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τήν δωρεά πού μᾶς χάρισε νά ζήσουμε καί τό προηγούμενο ἔτος, παρά τά πολλά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ἡ ἀνθρωπότητα, ἀλλά καί ὁ καθένας μᾶς προσωπικά, καί τόν παρακαλοῦμε, Αὐτόν πού εἶναι ὁ δημιουργός του χρόνου νά μᾶς διατηρήση σέ καλή σωματική καί ψυχική κατάσταση καί κατά τόν νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητός Του.

Τό νέον ἔτος πανηγυρίζεται ἀπό τούς ἀνθρώπους ὡς εἴσοδος στήν τρίτη χιλιετία, καί εἴσοδος στόν εἰκοστό πρῶτο αἰώνα. Αὐτό τό ὁρόσημο εἶναι ἐντελῶς συμβατικό, γιατί κατά τήν ἀκρίβεια μέ τήν σημερινή ἡμέρα εἰσερχόμαστε στό τελευταῖο ἔτος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, ὁπότε μετά ἀπό ἕνα χρόνο σάν σήμερα θά εἰσέλθουμε στόν εἰκοστό πρῶτο αἰώνα καί τήν τρίτη χιλιετία. Βέβαια ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί καί μάλιστα οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί συμμετέχουμε σέ αὐτόν τόν ἑορτασμό, θέλοντας νά δώσουμε μιά ἄλλη προοπτική καί μιά ἄλλη σημασία. Δέν ἐπιθυμοῦμε αὐτές οἱ ἑορταστικές ἐκδηλώσεις νά εἶναι τυπικές, ἀλλά οὐσιαστικές.

Ἀπό τήν Ὀρθόδοξη θεολογία γνωρίζουμε ὅτι ὁ χρόνος συνδέεται στενά μέ τόν χῶρο, καί τά δύο, χῶρος καί χρόνος, εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ χρόνος εἶναι ἡ ἐνέργεια πού διακρίνει τά ὄντα καί ἑπομένως δέν εἶναι μιά ἁπλή κίνηση τῶν ἀστέρων, ἀλλά εἶναι ἡ κίνηση ὅλων των ὄντων καί κυρίως τῶν ζωντανῶν ὑπάρξεων. Καί βέβαια ὁ χρόνος συνδέεται μέ τήν κτιστή ὕπαρξη καί μάλιστα τήν θνητή. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά πῆ εὔστοχα ὅτι αἰώνας εἶναι ὁ χρόνος πού σταματᾶ νά κινῆται, καί χρόνος εἶναι ὁ αἰώνας πού μετρεῖται κινούμενος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅσο ζῆ ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτήν τήν ζωή συνδέεται μέ τόν χρόνο, καί ὅταν φύγη ἀπό τόν κόσμο αὐτόν τότε εἰσέρχεται σέ μιά ἄλλη διάσταση χρόνου πού λέγεται αἰώνας.

Δυστυχῶς οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ταυτίζουν τόν χρόνο μέ τό αἰώνιο, δηλαδή ζοῦν τήν βιολογική ζωή, ὡσάν νά πρόκειται νά ζήσουν αἰώνια, γι’ αὐτό καί ἀπολυτοποιοῦν ὅλα ἐκεῖνα πού ἔχουν σχέση μέ τά ὑλικά ἀγαθά, τήν ἡδονή, τήν εὐχαρίστηση, καί ἄλλοι περιφρονοῦν τελείως αὐτήν τήν ζωή, ἀναμένοντας τά πάντα μόνο στήν ἄλλη ζωή. Ὅταν ὅμως ταυτίζουμε ἀπόλυτα τόν χρόνο μέ τό αἰώνιο, ὅταν ἐξαντλοῦμε τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος στό ἐνθάδε, τότε αὐτό εἶναι καί λέγεται ἐκκοσμίκευση. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ζοῦσαν συνεχῶς μέ τήν αἴσθηση τῆς παροδικότητος τῶν πραγμάτων αὐτῆς τῆς ζωῆς, καί τήν νοσταλγία τῆς αἰωνίου ζωῆς, τήν ὁποία βίωναν ἀπό αὐτήν τήν ζωή. Μάλιστα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: “οὐκ ἄξια τα παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἠμᾶς...” (Ρωμ. η’, 18).

Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς τοῦ καθενός ἀπό μᾶς εἶναι πολύ περιορισμένος καί μικρός, ἐν σχέσει μέ τό αἰώνιο. Δέν θά ζήσουμε αἰώνια πάνω στήν γῆ. Κάνουμε ὑπομονή στίς διάφορες δοκιμασίες στήν ζωή μας, γιατί πιστεύουμε ὅτι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ζοῦμε, ἡ σχέση μας μέ τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, προσδιορίζουν καί τόν τρόπο ζωῆς μετά τήν ἔξοδό μας ἀπό αὐτήν τήν ζωή. Γιατί, καίτοι τελειώνει κάποτε ὁ βίος μας, ἐν τούτοις δέν τελειώνει ἡ ζωή, ἀφοῦ ὑπάρχει ζωή καί μετά τόν θάνατο, δηλαδή μετά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα.

Δυστυχῶς πολλοί Χριστιανοί στήν ἐποχή μᾶς ἔχουν στραμμένη τήν προσοχή τους στίς ἡμερομηνίες, στόν χρόνο καί ἀποστρέφονται τά αἰώνια καί τά ὑψηλά, δέν ἀποβλέπουν στήν ἀπόκτηση τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Ἐπίκαιρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: “νῦν δέ γνόντες Θεόν, μᾶλλον δέ γνωσθέντες ὑπό Θεοῦ, πῶς ἐπιστρέφετε πάλιν ἐπί τά ἀσθενῆ καί πτωχά στοιχεῖα, οἶς πάλιν ἄνωθεν δουλεύειν θέλετε; ἡμέρας παρατηρεῖσθε καί μήνας καί καιρούς καί ἐνιαυτούς! φοβοῦμαι ὑμᾶς, μήπως εἰκῆ κεκοπίακα εἰς ὑμάς” (Γαλ. δ’ 9-10). Εἶναι φοβερόν νά παρατηροῦμε τίς ἀλλαγές τοῦ χρόνου καί νά μή μᾶς ἐμπνέη ὁ πραγματικός σκοπός τῆς ζωῆς μας.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ: “ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἵ ἡμέραι πονηραί εἰσι...” (Ἔφ. ἐ’ 16). Πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε ὄχι γιά τήν ἀγορά μετοχῶν στό χρηματιστήριο, ἀλλά γιά τήν ἀγορά τοῦ χρόνου, ἀφοῦ μόνο τότε θά τόν βροῦμε μπροστά μας στήν μέλλουσα αἰώνια ζωή. Παρατηροῦμε, ὅμως, ὅτι στήν ζωή μᾶς ἐπικρατεῖ ἡ λεγομένη “ρύπανση τοῦ χρόνου”. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ὅπως ρυπαίνει τόν χῶρο ἀπό τά προϊόντα των παθῶν του, ἔτσι ρυπαίνει καί τόν χρόνο, ἀφοῦ αὐτόν τόν σπαταλά σέ ἄσκοπα πράγματα, καί τό πιό χειρότερο, εἶναι ὅτι τόν κατασπαταλᾶ σέ πράξεις ἁμαρτωλές, σέ ἐνέργειες πού συνιστοῦν ἄρνηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐποχή μᾶς καίτοι θέλει νά λέγεται σύγχρονη καί ὥριμη, ἐν τούτοις εἶναι γεμάτη ἀπό παλαιά ρεύματα φιλοσοφικά, ἰδεολογικά, πού αὐξάνουν τήν ἀγωνία τοῦ ἀνθρώπου.

Ὅμως, πῶς μποροῦν νά γεμίσουν τόν σύγχρονο ἄνθρωπο οἱ παγανισμοί καί μεσσιανισμοί, οἱ νεωτερισμοί καί μετανεωτερισμοί, τά θρησκευτικά καί δαιμονικά συστήματα;

Εὐτυχῶς πού ἡ Ἐκκλησία σήμερα, πρώτη του ἔτους, ἑορτάζει δύο μεγάλα γεγονότα. Τό πρῶτο εἶναι ἡ κατά σάρκα περιτομή τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία δείχνει ἀφ’ ἑνός μέν τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρός τό ἀνθρώπινο γένος, ἀφ’ ἑτέρου δέ τήν περιτομή τῶν παθῶν ἀπό τήν ζωή μας. Πρέπει νά καθαρθοῦμε, νά μεταμορφωθοῦμε καί νά μεταμορφώσουμε τά πάθη, γιατί ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν κάνει τόν βίο μᾶς ἀνυπόφορο καί ἀηδιαστικό. Τό δεύτερο γεγονός εἶναι ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τῆς μεγάλης αὐτῆς προσωπικότητος, ὁ ὁποῖος “τά τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησεν”, μέ τήν διδασκαλία του, τό ἔργο του καί αὐτήν ἀκόμη τήν κοίμησή του. Παρέμεινεν ἡ μνήμη τοῦ ζωντανή μέσα στήν συνείδηση τοῦ λαοῦ. Χρειαζόμαστε μορφές σάν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στήν δύσκολη ἐποχή μας, πού ἐπικρατεῖ ἡ νεοειδωλολατρεία, ὁ φανατισμός, ὁ ἀρριβισμός καί ὁ ἀμοραλισμός, τό ἔλλειμμα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους καί τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος.

Εἰσήλθαμε σέ ἕνα νέο χρόνο καί πολλοί ἑόρτασαν καί θά ἑορτάσουν καί τήν νέα χιλιετία. Ἀλλά δυστυχῶς ἄν δή κανείς προσεκτικά τήν σύγχρονη ζωή, θά διαπιστώση ὅτι πολλοί ἄνθρωποι διακατέχονται ἀπό παλαιές συνήθειες, παλαιά ἤθη καί ἔθιμα, εἰδωλολατρική νοοτροπία, καίτοι καλοῦνται Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Δύο χιλιάδες χρόνια μετά τόν Χριστό καί ὅμως πολλοί ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μᾶς ὁμοιάζουν σάν νά ζοῦν πρό Χριστοῦ. Βέβαια ἀπό πλευρᾶς ἐπιστήμης ἔχουμε προόδους, ἀλλά ἀπό πλευρᾶς ἤθους καί συμπεριφορᾶς βρισκόμαστε πολύ πίσω. Πολλοί ἀπό τούς συγχρόνους ἀνθρώπους συμπεριφέρονται ὡσάν νά μή ἔχει ἔλθη στόν κόσμο ὁ Χριστός, ὡσάν νά μή περιμένουν ἀνάσταση νεκρῶν καί ζωή τοῦ μέλλοντος.

Γι’ αὐτόν τόν λόγο, τό ἔτος αὐτό θά μᾶς δοθῆ ἡ δυνατότητα ἀπό πλευρᾶς Ἐκκλησίας, Οἰκουμενικῆς καί Τοπικῆς, νά δοῦμε τό μεγαλεῖο του Χριστιανισμοῦ, τήν ἀξία τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ λόγου, τήν σπουδαιότητα τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς, τήν προοπτική του μέλλοντος αἰῶνος, ἀλλά συγχρόνως καί τήν ἀποτυχία μας νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς Ὀρθοδόξου ζωῆς. Ὁπότε, ὅλος αὐτός ὁ χρόνος εἶναι ἀφορμή ἐλπίδας καί μετανοίας, αἰσιοδοξίας καί αὐτοκριτικῆς, ἐλπίδας καί ἀνάστασης.
Μέ αὐτές τίς σκέψεις εὔχομαι σέ ὅλους σας ὁ νέος χρόνος νά εἶναι εὐλογημένος καί ὁ Θεός νά σᾶς γεμίση ἀπό οὐράνια καί ἐπίγεια δωρήματα.

Μέ πατρικές εὐχές καί εὐλογίες
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ

  • Προβολές: 2605