Skip to main content

Παναγιώτη Μελεκίδη: “Ἰσραὴλ δὲ μὲ οὐκ ἔγνω...”

Παναγιώτη Μελεκίδη, θεολόγου

Τὶς μέρες αὐτὲς διανύουμε τὴν περίοδο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσαρακοστῆς, ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸ Πάθος, τὴν Ταφὴ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἤδη, τὴν Καθαρὰ Δευτέρα ἀναγνώσαμε στὴν προφητεία τοῦ προφήτου Ἠσαΐου: “Ἔγνω βοὺς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ• Ἰσραὴλ δὲ μὲ οὐκ ἔγνω, καὶ ὁ λαός μου οὐ συνῆκεν”.

Πολλὲς φορὲς προβληματιστήκαμε γιὰ τὴν ἐμπάθεια ποὺ ἐπέδειξαν οἱ συμπατριῶτες τοῦ Κυρίου ἔναντί του προσώπου Του, μιὰ ἐμπάθεια ποὺ κατέληξε σὲ ὀδυνηρὸ θάνατο. Προκειμένου ὅμως νὰ μὴν ἑρμηνεύσουμε τὴν στάση αὐτὴ μὲ κριτήρια ἠθικολογικὰ ἢ συναισθηματικὰ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ λάβουμε ὑπόψη μᾶς τὴν πνευματικὴ κατάσταση αὐτῶν τῶν συγκεκριμένων ἱστορικοκοινωνικῶν συνθηκῶν.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μᾶς πληροφορεῖ στὸ Εὐαγγέλιό του ὅτι πρωταίτιοι τῆς καταδίκης του Ἰησοῦ ἦταν οἱ Ἀρχιερεῖς (Ἱερεῖς) καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Τὶς κάστες τῶν ὑποδούλων Ἰσραηλιτῶν τὶς ἀποτελοῦσαν οἱ Σαδδουκαῖοι, οἱ Φαρισαῖοι, οἱ Ζηλωτὲς καὶ οἱ λεγόμενοι πτωχοί, ἄρχισαν νὰ διαμορφώνονται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Μακκαβαίων.

Οἱ Σαδδουκαῖοι ἀποτελοῦν τὴν ἱερατικὴ “ἀριστοκρατία” τοῦ Ἰσραήλ, εἶναι προσκολλημένοι στὸ ἀρχαῖο λατρευτικὸ τυπικό, δὲν ἔχουν μεσσιανικὲς προσδοκίες καὶ ὡς “ἀριστοκράτες” ἐπιδιώκουν νὰ ἔχουν ἀγαθὲς σχέσεις μὲ τοὺς Ρωμαίους.

Οἱ Φαρισαῖοι (Ἑβρ. perusim: “οἱ ξεχωριστοὶ”) συγκροτοῦν θρησκευτικὴ αἵρεση, ὅπως οἱ Ἐσσαῖοι, καὶ συγκαταριθμοῦν τὸ σύνολο τῶν γραμματέων καὶ τῶν νομοδιδασκάλων, ἀλλὰ καὶ ἕναν ὁρισμένον ἀριθμὸ ἱερέων. Ἡ αἵρεση εἶχε τὴν μορφὴ θρησκευτικοῦ τάγματος ἢ “ἀδελφότητας” καὶ οἱ διακλαδώσεις τῆς ἔφθαναν ὅπου ὑπῆρχαν Ἰσραηλίτες. Ἡ τάξη τοὺς ἦταν ἡ πολυπληθέστερη καὶ συμπαγέστερη ἀπὸ αὐτὴ τῶν Σαδδουκαίων. Τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀριθμοῦσε ἕξι χιλιάδες περίπου μέλη. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ προσκόλλησή τους στὸ γράμμα τοῦ Νόμου καὶ ἡ τυπολατρεία ποὺ καταλήγει στὴν εἰδωλοποίησή του, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὁ νόμος δὲν εἶναι τὸ μέσον ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κοινωνία μὲ τὸν προσωπικὸ Θεό, ἀλλ’ ἀξία καθ’ ἐαυτήν. Ἔτσι, οἱ νομικὲς διατάξεις δὲν ἐλευθερώνουν, ἀλλὰ λειτουργοῦν ὡς δεσμεύσεις, ζυγὸς δυσβάσταχτος, ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος (κγ', 4). Ὁ μεσσιανισμὸς τοὺς εἶναι ἔντονος καὶ ἐγκοσμιοκρατικός. Τέλος, ἀποστρέφονται τὶς ἐπαφὲς μὲ ἀνθρώπους ποὺ θεωροῦν ὅτι δὲν ἔχουν τὴν δική τους “καθαρότητα” καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν πολιτική.

Οἱ Ἐσσαῖοι προέρχονται, ὅπως καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ἀπὸ τὰ μεσοαστικὰ στρώματα. Ἀποτελοῦν κλειστὸ θρησκευτικὸ τάγμα καὶ υἱοθετοῦν αὐστηρὸ ἀσκητικὸ τρόπο ζωῆς, πράγμα ποὺ τοὺς διαφοροποιεῖ σαφῶς ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους, δὲν συναναστρέφονται ἀνθρώπους ποὺ δὲν τηροῦν τὴν δική τους καθαρότητα. Ζοῦν στὶς πόλεις, τὰ χωριὰ τῆς Παλαιστίνης ἢ στὴν ἔρημο. Δὲν βρίσκονται στὸ ἐπίκεντρό της κοινωνικῆς ζωῆς. Ἡ τοποθέτησή τους ἀπέναντι στοὺς Ρωμαίους εἶναι ἀρνητικὴ καὶ ὁ μεσσιανισμὸς τοὺς εἶναι ἔντονος καὶ ἰδιόμορφος. Περιμένουν οὐσιαστικὰ δύο Μεσσίες• ἕναν γιὰ τὰ πολιτικὰ ἀπὸ τὸ γένος Δαβίδ, καὶ ἕναν ἀρχιερέα γιὰ τὰ θρησκευτικά. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ σχολαστικὴ τήρηση ἀπὸ μέρους τοὺς τῶν νομικῶν καὶ τυπικῶν διατάξεων.

Οἱ Ζηλωτὲς προέρχονται ἀπὸ τὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα. Ἔχουν σαφεῖς πολιτικὲς ἐπιδιώξεις καὶ ἐπαναστατικὲς διαθέσεις. Εἶναι ἄσπονδοι ἐχθροί των Ρωμαίων καὶ ὁραματίζονται τὴν ἀποκατάσταση τῆς βασιλείας τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία. Πολλοὶ ἑρμηνευτὲς τῆς Καινῆς Διαθήκης λένε ὅτι ὁ Ἰούδας, ὡς Ζηλωτής, πρόδωσε τὸν Χριστὸ ἐπειδὴ ἀπογοητεύτηκε ἀπὸ τὴν διάσταση ποὺ ἔδωσε ὁ δάσκαλός του στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἐν ὀλίγοις, αὐτὸς εἶναι ὁ “περιγυρος” τοῦ Ἰησοῦ. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ περίμεναν τὸν Μεσσία καὶ ὁ Ἰησοῦς διακήρυξε τὴν μεσσιανική του ἰδιότητα. Ὅμως ὁ Χριστὸς ἔθεσε τὸν ἑαυτὸ Τοῦ ὑπεράνω του Νόμου, λέγοντας ὅτι ἦλθε γιὰ νὰ τὸν συμπληρώση. Ἐπὶ πλέον ἡ κατάθεση τῶν ψευδομαρτύρων στὸ Συνέδριο πῶς θὰ καταλύση τὸν Ναὸ καὶ θὰ τὸν ἀνοικοδομήση σὲ τρεῖς ἡμέρες, δὲν ἦταν, γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς, μιὰ “παιδαριώδης” κατηγορία. Μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Ἰσραὴλ διατηρεῖται ὡς λαὸς κάτω ἀπὸ τὴν Ρωμαϊκὴ ἐξουσία, ἔχοντας ὡς κεντρικὰ σημεῖα ἀναφορᾶς τὸν Νόμο καὶ τὸν Ναό. Ἡ δράση Του, μὲ τὰ θαύματα κυρίως, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς λόγους Του, θὰ μποροῦσε νὰ προκαλέση τὴν μῆνι τῶν Ρωμαίων ἐναντίον τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ἐπὶ πλέον, ἡ παρουσία Τοῦ διχάζει τὸν Ἰσραὴλ ὡς παράγοντας ἐπικίνδυνος γιὰ τὴν ἰσορροπία τῶν σχέσεων μεταξὺ κατακτητῶν καὶ ὑποδούλων, καὶ παράλληλα δημιουργεῖ ἕναν νέο πόλο “ἐξουσίας” ποὺ ἀμφισβητεῖ τὴν αὐθεντία καὶ τὴν ἐξουσία τῆς θρησκευτικῆς ἡγεσίας καὶ βρίσκει ἐρείσματα μεταξύ του “περιουσίου λαού”. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ θίγει ζωτικὰ συμφέροντα ποὺ συνδέονταν μὲ τὴν ποδηγέτηση τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες. Ἔτσι, ὁ Καϊάφας, ὁ ἀρχιερέας τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου, εἶπε: “συμφέρει ἠμὶν ἴνα εἷς ἄνθρωπος ἀποθάνη ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ ὅλον το ἔθνος ἀποληται” (Ἰω. ἴα’, 50). Βέβαια, θὰ σημειώσουμε κοντὰ σὲ αὐτὰ καὶ τὴν διάψευση μερίδας τοῦ λαοῦ ποὺ περίμεναν ἀπὸ τὸν θαυματουργὸ Ἰησοῦ νὰ ἀποτινάξη τὸν ρωμαϊκὸ ζυγὸ καὶ νὰ ἀποκαταστήση τὸν Ἰσραήλ. Μέσα ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἀντιλήψεις καὶ τὶς συνθῆκες ἀντιμετωπίσθηκε ὁ πραγματικὸς Μεσσίας ὡς βλάσφημος ποὺ ἔπρεπε, σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο, νὰ θανατωθῆ.

  • Προβολές: 2384