Γράφτηκε στις .

Γραπτὰ Κυρήγματα: Κυριακὴ 19 Αὐγούστου, Προετοιμασία γιά τήν θεία Κοινωνία

Μετά τήν εὐχή τῆς ἀναφορᾶς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πού εἶναι τό κεντρικότερο τμῆμα τῆς θείας Λειτουργίας καί κατ’ αὐτήν μεταβάλλεται, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος σέ Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καί τίς δεήσεις μας, πού ἀπευθύνουμε στόν Χριστό, γιά τό ἐκκλησιαστικό μας πολίτευμα, ἡ Ἐκκλησία μᾶς μᾶς προετοιμάζει γιά νά κοινωνήσουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ θεία Λειτουργία δέν γίνεται ἁπλῶς γιά νά προσευχηθοῦμε, γιατί ἄν εἶχε αὐτόν τόν σκοπό, τότε θά μπορούσαμε νά τήν ἀντικαταστήσουμε μέ ἄλλες ἀκολουθίες, ἤτοι τόν Ἑσπερινό, τόν Ὄρθρο, τήν Παράκληση κ.λ.π. Ἀλλά ἡ θεία Λειτουργία γίνεται γιά νά κοινωνήσουμε, δηλαδή νά λάβουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀποκτήσουμε κοινωνία μέ τόν Χριστό. Δέν νοεῖται νά λειτουργοῦν οἱ Κληρικοί μέσα στό ἅγιον Βῆμα καί νά μή κοινωνοῦν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Καί στήν παλαιότερη ἐποχή ὅλοι οἱ Χριστιανοί κοινωνοῦσαν, ἐννοεῖται, βέβαια, ἐάν δέν εἶχαν κάποιο ἐμπόδιο γιά τήν θεία Κοινωνία.

Ἐρμηνεύοντας κάπως περισσότερο αὐτό τό γεγονός θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω ὅτι, ὅπως φαίνεται στίς ἐπιστολές τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ Χριστιανοί στήν ἀρχαία ἐποχή εἶχαν μέσα στήν καρδιά τούς ἐνεργοῦσαν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτή ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γινόταν φανερή ἀπό τούς ψαλμούς καί τούς ὕμνους πού ἄδονταν μέσα στήν καρδιά, ἀπό τήν καρδιακή νοερά προσευχή, ὁπότε ἔχοντας αὐτήν τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ὄντας πραγματικά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ προχωροῦσαν γιά νά λάβουν τόν Χριστό καί νά ἀποκτήσουν κοινωνία μαζί Του. Ὅταν ὅμως ἁμάρταναν καί ἔπαυε νά ἐνεργή ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔπρεπε νά μετανοήσουν καί νά ἐξομολογηθοῦν καί τότε ὁ πνευματικός τους προετοίμαζε κατάλληλα γιά νά μπορέσουν νά ἀντέξουν αὐτήν τήν μεγάλη δωρεά. Γιά παράδειγμα: ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει καλό στομάχι δέν θά μπορέση νά φάγη ἰσχυρές τροφές, γιατί θά ζημιωθῆ ἀκόμη περισσότερο. Αὐτήν τήν ἔννοια ἔχει ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου “δοκιμαζέτω δέ ἄνθρωπος ἐαυτόν καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω”. Καί συνεχίζει ὅτι ἐκεῖνος πού τρώγει καί πίνει ἀναξίως ,“κρίμα ἐαυτῶ ἐσθίει καί πίνει, μή διακρίνων τό σῶμα τοῦ Κυρίου” (Ἅ' Κορ. ἴα', 28-30).

Μετά τήν μεταβολή τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ ὁ λειτουργός μας προετοιμάζει γιά νά κοινωνήσουμε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μέ καθαρή συνείδηση, ὥστε ἡ κοινωνία νά συντελέση στήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, τήν συγχώρηση τῶν πλημμελημάτων, τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν κληρονομία τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τήν παρρησία μέ τόν Θεό καί ὄχι σέ κρίμα καί καταδίκη. Γιατί ἡ μεταβολή τῶν Τιμίων Δώρων μπορεῖ νά εἶναι εὐλογία, μπορεῖ ὅμως νά εἶναι καί καταδίκη, ὅπως γίνεται καί μέ τό φάρμακο, πού σέ ἕναν προξενεῖ ὑγεία καί σέ ἄλλον δημιουργεῖ ἄλλες ἀντιδράσεις πού προξενοῦν κακό. Δέν φταίει τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἡ δική μας πνευματική κατάσταση.

Μέσα στό στάδιο αὐτό τῆς προετοιμασίας ὁ λειτουργός προσφέρει μερικά αἰτήματα στόν Θεό, ἀπαγγέλλουμε τήν Κυριακή Προσευχή “Πάτερ ἠμών”, κυρίως γιατί ἔχει τό αἴτημα “τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἠμίν σήμερον”, ἀλλά καί διότι ἔχει τήν αἴτηση “ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμών” καί βεβαίως γιατί μετά τήν θεία Κοινωνία αἰσθανόμαστε τόν Θεό Πατέρα μας καί ἰδίως οἱ ἅγιοι βιώνουν τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ μποροῦν νά δοῦν τό Φῶς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό μετά ἀπό κάθε θεία Λειτουργία ψάλλουμε: “εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον”.

Μέσα στό ἅγιο Ποτήριο εἶναι τά Ἅγια, δηλαδή τό ἅγιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ὁ ἱερεύς λέγει: “προσχωμεν. Τά ἅγια τοῖς ἁγίοις”. Μόνον ὅσοι ἀγωνίζονται ποικιλοτρόπως, στόν ἀγώνα γιά τήν μεταμόρφωση τῶν παθῶν, μποροῦν νά κοινωνήσουν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Καί αὐτοί πού ἀγωνίζονται χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες, κατά τήν προτροπή τοῦ διακόνου ἤ τοῦ ἱερέως, “μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε”. Δηλαδή προσέρχονται νά κοινωνήσουν ὅσοι ἔχουν φόβο Θεοῦ, ὅσοι δηλαδή ἀγωνίζονται ἀπό φόβο νά μή καταδικασθοῦν στήν Κόλαση καί συμπεριφέρονται ὡς δοῦλοι, ὅσοι ἔχουν πίστη, ἀγωνίζονται δηλαδή καί ἐλπίζουν νά εἰσέλθουν στόν Παράδεισο καί συμπεριφέρονται ὡς μισθωτοί, καί ὅσοι ἔχουν τελεία ἀγάπη καί αἰσθάνονται ὡς υἱοί τοῦ Θεοῦ.

Ἡ θεία Λειτουργία λέγεται θεία Εὐχαριστία, γιατί εὐχαριστοῦμε τόν Θεό, καί θεία Κοινωνία γιατί κοινωνοῦμε τοῦ Χριστοῦ. Μακάρι νά μᾶς ἀξιώση ὁ Θεός νά τελειώσουμε τήν ζωή μας, μετά ἀπό μιά ἀξία, κατά τό δυνατόν, θεία Κοινωνία, ὥστε νά εἶναι ἐφόδιο ζωῆς αἰωνίου.

† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ