Γράφτηκε στις .

Π. Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης (1927-2001) -  Λόγος Χρωματικός εἰς τό ἐξόδιον τοῦ Πρεσβυτέρου Ἰωάννου Ρωμανίδη

Ἀφιέρωμα στόν Π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη (1927-2001)

Λόγος Χρωματικός εἰς τό ἐξόδιον τοῦ Πρεσβυτέρου Ἰωάννου Ρωμανίδη

Ἐκφωνηθείς ὑπό Λάμπρου Σιάσου, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου

(Ὁ κ. Σιάσος μίλησε ἐκ μέρους τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης)

Σεβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Ἐξ ἀμετρήτων των μαθητῶν / προσερχόμεθα καί ἠμεῖς / εἰς τό ἐξόδιον τοῦτο, / δεδοικότες καί ταπεινοί συνοδοί.
Ἀναλαβόντες ἐκ προσώπου / τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης / τό διακόνημα τοῦτο.
Συνεισάγοντες εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν / καί Ἱεραρχικήν ταύτην ἱεροπραξίαν / τήν βαθυτάτη θλίψιν τῶν Καθηγητῶν / καί τῶν Φοιτητῶν τῆς Σχολῆς μας.
Εἰσκομίζοντες τίς δεήσεις μᾶς / διά τῶν Ἁγίων καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου / πρός τόν Τρισάγιον, τόν Παλαιόν των Ἡμερῶν:
νά δεχθῆ τήν ψυχήν / τοῦ κεκοιμημένου συναδέλφου, / τοῦ πεφιλημένου διδασκάλου, / καί νά τήν τάξη στήν χώρα τῶν ζώντων
Καί τοῦτο τελοῦμεν / χρεωστικῶς / καί δικαίως, / καί ἐκκλησιαστικῶς.
Ἐξ ἀμετρήτων της ὑπό τόν ἥλιον Σχολῶν / ὁ καθηγητής ἱερεύς Ἰωάννης Ρωμανίδης / ἐτίμησε ἐπί τῷ τέλει / τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Αὐτήν ἐπέλεξεν ἀμεταθέτως / ὡς ἑδραίαν βάση του / γιά νά μεταλαμπαδεύσει στούς ἐκεῖσε σπουδάζοντες / ὅσα ὁ ἱδρώς τοῦ προσώπου του, / –νοτίδος πρ¥ην ἄμοιρα– / ἐκεῖνος ἱεροπρεπῶς ἐνότισεν.
Εἰς τό τρίτον αὐτῆς Ἀμφιθέατρον / ἀπηχεῖ εἰσέτι ἡ πραεία / ἔστιν ὄτε καί ὀξεία / μολπή του.
Ἐκεῖσε ἐδιδάχθημεν περί τοῦ αὐτοῦ / Ἀσάρκου καί Σεσαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Καππαδόκης αὐτός ὑπερόριος / καί ὑπερήφανος, / ἐκεῖσε ἀνεγίνωσκε τά τῆς Δογματικῆς / των καππαδοκῶν Πατέρων ὑπερυψηλά σπουδάγματα:
:«Περί τῆς Θεολογικῆς Μεθόδου γενικῶς». / Διά τούς ἀδαεῖς. / (καί τότε εὐρισκόμεθα - μασταν πολλοί.)
:«Περί τῆς Θεολογικῆς Μεθόδου εἰδικότερον». / Διά τούς προχωρημένους. / (καί τότε ἀνευρίσκοντο ὀλίγοι.)
Ἐκεῖ προσήρχοντο καί ἐγέμιζον τόν χῶρον ἀσφυκτικῶς / φοιτητές καί ἄλλων τοῦ Πανεπιστημίου Σχολῶν. / Καί ὁ πατήρ Ἰωάννης ἐπλήρου τόν χῶρον / οὗ ἦμεν καθήμενοι.

Γ ε ρ α ρ ὸ ς αὐτός / κάτισχνοι ἠμεῖς. / Ἀνεγίνωσκε ἀπό στήθους, δηλαδή ἐκ τῆς καρδίας του / φθέγματα ἀνδρῶν Ἐκκλησιαστικῶν.
Ἀρχόμενος ἀπό τοῦ Μεγαλοφωνοτάτου Ἠσαΐου / - ὤ! πόσον καινόν ἅμα καί παλαιόν! - / Διερχόμενος διά τῶν θεοπνεύστων / της Καινῆς Γραφέων.
Διά τοῦ Μάρτυρος - ἀγαπητοῦ εἰς αὐτόν - / Ἁγίου Ἰουστίνου, / Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, / καί πάλιν τῶν Καππαδοκῶν.
Ποιῶν στάσιμον μέγα / εἰς τόν Ἱερόν Φώτιον. / Τόν ὁποῖον ὑπεραγαποῦσε / καί ὑπερτιμοῦσε / καί ὑπέρ ἀνεγίνωσκε.
Περαίνων πάντοτε τόν λόγον του καί / ἀναπαυόμενος εἰς τόν οἰκεῖον μας τῆς Θεσσαλονίκης / Ἅγιον Ἀρχιεπίσκοπον / Γρηγόριον τόν Παλαμᾶν.
Ἐγκεντρίζων τήν διδασκαλίαν τοῦ εἰς τήν ἐκκλη-σιαστικήν, / τήν ἱεροπρεπῆ συνάμα καί αὐστηρή διακόσμηση.
Ἐπιστημονικός μαζί καί ἱερατικός, / Ἰωάννης ὁ καθηγητής καί πρεσβύτερος / ἅπλωνε τίς παλάμες του καί ἠγκαλίζετο / –ὡς γενναῖος αὐτός ἅμα καί στοργικός– / ὅλην τήν ἱστορίαν, τήν ἱερά καί τήν θύραθεν.
Καί ἀγωνίζετο ἀπαύστως νά διακρίνη / τῆς δυσδιακρίτου μεθορίου τά συμπεφυρμένα.
Δί’ αὐτῶν καί ἐξ αὐτῶν / ὁ πατήρ Ἰωάννης ἔχει ἀναρριπίσει / τολμηρῶς καί ζωηρῶς τίς θεολογικές σπουδές / στήν Ἑλλάδα καί εἰς τήν ξένην.
Ἐπαρρησιάσθη ἀφόβως / ἐνώπιον ἀκροατηρίων εἰδικῶν της ἀλλοδαπῆς.
Καί ὁμολόγησεν καυχώμενος ὅσα / οἱ πρό αὐτοῦ ἱερατικές διακοσμήσεις / ἐδογμάτισαν καί ὁμολόγησαν.

Σεβασμιώτατε,

Ἰσχνόφωνος ἐγώ καί μόλις λαλῶν, / ἀδυνατῶ νά περάνω ἐξ ἰδίων τόν λόγον μου.
Ἐπιτρέψατέ μου νά ἀρυσθῶ δύναμη καί λόγον / ἀλλαχόθεν, / ἐξ ἀνδρός τά μάλα Ἐκκλησιαστικοῦ.
Ἰωάννης ὁ Πρεσβύτερος, / ἀνήρ ἀγχίνους καί διδασκαλικός, / «ἀπῆλθε / ζηλωτής καί πυρίπνους, / τραχύς τήν εἰλικρίνειαν / καί τομός τήν γλώσσαν, / πλήττων ἀθώω τή γλώσση / ὡς ὁ Ἠλίας ἐπληξεν / «ἀθώοις ταῖς χερσίν» / τούς ἱερεῖς τῶν προσοχθισμάτων».