Γράφτηκε στις .

Θνητότητα ὑπέρβαση θανάτου

«...ε) Ἡ ἐπιστήμη τῆς γενετικῆς, καί βέβαια, ἡ κλωνοποίηση τοῦ ἀνθρώπου δέν μπορεῖ νά ἀπαλλάξη τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν θνητότητά του, μέ τήν ὁποία γεννιέται. Ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἐνδεχόμενο νά θεραπεύση μερικές κληρονομικές ἀσθένειες, μπορεῖ νά παρατείνη τήν ζωή, ἀλλά δέν μπορεῖ νά βοηθήση τόν ἄνθρωπο νά ὑπερβῆ τόν θάνατο. Τό βασικό, ὅμως, πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἡ παράταση τῆς βιολογικῆς ζωῆς, οὔτε ἡ ἀπομάκρυνση χρονικά του θανάτου, ἀλλά ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου. Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας.

στ) Μέ τίς σύγχρονες προκλήσεις δίνεται ἡ εὐκαιρία νά καθορισθῆ τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ ζωή καί τί εἶναι ὁ θάνατος. Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος βασανίζεται πολύ ἀπό αὐτά τά ὑπαρξιακά ἐρωτήματα. Ὅσες ὁμοιότητες καί ἄν ὑπάρχουν, σωματικές, ψυχολογικές κ.λπ., ὅσες μεταμοσχεύσεις κι ἄν γίνουν, ὁ ἄνθρωπος θά αἰσθάνεται τήν ἀδήριτη ἀνάγκη νά ἀπαντήση σέ αὐτά τά ἐρωτήματα. Οἱ ἐπιστήμονες δέν μποροῦν νά δώσουν ἀκριβεῖς ἀπαντήσεις. Καί ἄν ἀκόμη προσπαθήσουν νά ἀπαντήσουν, καί τότε οἱ ἀπαντήσεις δέν θά εἶναι πλήρεις. Ὁ ἄνθρωπος ἐρωτᾶ: «Γιατί νά γεννηθῶ, γιατί μέ γέννησαν χωρίς νά μέ ἐρωτήσουν;» Αὐτό τό πρόβλημα θά μεγαλώση ἀκόμη περισσότερο, ἄν πληροφορηθῆ ὅτι δημιουργήθηκε μέ κλωνοποίηση, χωρίς τήν στοργή τοῦ πατέρα καί τῆς μάνας. Ἔπειτα, ὁ ἄνθρωπος ἀπασχολεῖται μέ τό ἐρώτημα ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ὑπάρξεώς του, γιατί ὑπάρχει. Τό μεγαλύτερο δέ ἐρώτημα βρίσκεται στά πλαίσια τοῦ θανάτου. Πολλοί νέοι ἐρωτοῦν: «Γιατί νά ὑπάρχη ὁ θάνατος, γιατί πεθαίνουν τά ἀγαπητά μου πρόσωπα, ποῦ πηγαίνουν μετά τόν θάνατο; Γιατί νά ἔρχομαι στήν ζωή καί μετά ἀπό λίγο νά ἐξαφανίζομαι, ἄν δέν ὑπάρχη μετά τόν θάνατο ζωή; Καί ἄν ὑπάρχει ζωή μετά τόν θάνατο, ὅπως πιστεύουμε ἐμεῖς, τότε γιατί νά πεθαίνω καί ποῦ πηγαίνω;» Στά ἐρωτήματα αὐτά ἀπαντᾶ ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, ἐνῶ ἡ ἐπιστήμη δέν μπορεῖ νά δώση καμμιά ἀπάντηση.

ζ) Ὁ ἄνθρωπος, ἔστω κι ἄν κλωνοποιηθῆ, θά παραμείνη κτιστός, δηλαδή θά ἔχη συγκεκριμένη ἀρχή, θά ζῆ μέ τήν φθαρτότητα, θά ἔχει τήν ἐλευθερία, ἡ ὁποία δέν θά ἐνεργή ὑποχρεωτικῶς θετικά, ὅπως γίνεται μέ τήν ἄκτιστη φύση, ἀλλά θά ἐνεργή καί ἀρνητικά, καί θά ἔχη ἕνα βιολογικό τέλος. Θά μποροῦσε βέβαια, ὡς κτιστός, νά ἔχη καί ἕνα ὑπαρξιακό τέλος, ἀλλά αὐτό δέν γίνεται, γιατί ἔτσι τό θέλησε ὁ Θεός, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατά χάρη ἀθάνατος. Μέσα ὅμως στήν Ἐκκλησία κάνουμε λόγο γιά μιά ἄλλη «κλωνοποίηση», τήν ὁποία δέν μπορεῖ νά δώση στόν ἄνθρωπο ἡ ἐπιστήμη. Μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκε τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο. Ἔτσι, σέ κάθε ἄνθρωπο δόθηκε ἡ δυνατότητα νά ἀποκτήση ἐμπειρία τῆς κατά Χάριν ἑνώσεως τῆς κτιστῆς φύσεώς του μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Οἱ ἅγιοι ἀπέκτησαν τήν ἐμπειρία ὅτι ἔγιναν κατά Χάριν ἄκτιστοι καί ἀθάνατοι, ἀφοῦ «μεταμοσχεύθηκε» μέσα τους τό ἄκτιστο καί ἀθάνατο, καί ἀπέκτησαν ἐμπειρία τῆς αἰωνίου ζωῆς καί ἀπό αὐτήν ἀκόμη τήν βιολογική ζωή. Ὁπότε τό πρόβλημα δέν εἶναι ἡ σωματική ἤ γενετική μεταμόσχευση, ἀλλά ἡ «μεταμόσχευση» τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ὑπόστασή μας. Μιά τέτοια ἐμπειρία δίνει νόημα ζωῆς στόν ἄνθρωπο.

Ἑπομένως, ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη, καί μάλιστα ἡ γενετική, μᾶς δίδει τήν εὐκαιρία νά ἀσχοληθοῦμε μέ τά αἰώνια προβλήματα πού ἀπησχόλησαν τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία μέχρι σήμερα, καί στά ὁποῖα προβλήματα οἱ λύσεις δόθηκαν μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά δοῦμε τά ἀνθρωπολογικά προβλήματα μέσα ἀπό τήν θεολογία, τήν Οἰκονομία, τήν σωτηριολογία καί τήν ἐσχατολογία. Εἶναι ἀφορμή νά ὁδηγήσουμε τήν ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου στά ἐνδότερα καί τά ὑψηλότερά της ζωῆς...».

(Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου «Μεταξύ δύο αἰώνων»)

ΧΩΡΙΟ