Skip to main content

Ἀναστασίου Φιλιππίδη: Βιβλιοπαρουσίαση, Π. Γεωργαντζῆ: "Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὸ 1821"

Ἀναστασίου Φιλιππίδη

Βιβλιοπαρουσίαση,  Π. Γεωργαντζή: "Η Εκκλησία κατά το 1821"

Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἔχει σπαταληθεῖ πολὺς κόπος καὶ ἱδρῶτας ἀπὸ διάφορους ἐρευνητὲς στὴν προσπάθεια νὰ συκοφαντηθῇ ἡ συμμετοχὴ τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821. Συνήθως προβάλλονται ἀποσπασματικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ἑρμηνεύονται μὲ ἁπλοϊκὸ τρόπο, ἀγνοῶντας τὶς συνολικὲς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς. Σημαντικὴ θέση στὴν ἐπιχειρηματολογία κατὰ τῆς Ἐκκλησίας καταλαμβάνουν οἱ κατηγορίες γιὰ τὴ φιλοχρηματία τοῦ κλήρου καὶ εἰδικὰ τῶν ἀρχιερέων. Τὶς κατηγορίες αὐτὲς τὶς βρίσκουμε τόσο στὰ κείμενα ὁρισμένων διαφωτιστῶν (Κοραῆς, "Ἑλληνικὴ Νομαρχία") ὅσο καί, ἀργότερα, στὴν ἀνθελληνικὴ προπαγάνδα τῶν Βούλγαρων ἐθνικιστῶν ποὺ ὁδήγησε στὴν δημιουργία τῆς Ἐξαρχίας.

Ἡ ὀγκώδης μελέτη τοῦ κ. Γεωργαντζῆ ἔρχεται νὰ συνεισφέρη σὲ μιὰ πιὸ ὁλοκληρωμένη κατανόηση τῆς οἰκονομικῆς κατάστασης τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, μὲ ἔμφαση στὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 19ου αἰῶνα, καὶ νὰ ἐξηγήση κάποιες παρεξηγημένες πρακτικὲς τοῦ Πατριαρχείου καὶ τῶν ἀρχιερέων τῆς ἐποχῆς. Ταυτόχρονα, παρουσιάζει ἕναν τεράστιο πλοῦτο πρωτογενοῦς ὑλικοῦ τὸν ὁποῖο θὰ ἀξιοποιήσουν μελλοντικοὶ ἱστορικοί.

Τὶς 1150 μεγάλου μεγέθους σελίδες αὐτοῦ τοῦ δίτομου ἔργου καλύπτει κυρίως ἡ παρουσίαση τῆς ἀνέκδοτης ἀλληλογραφίας τοῦ Μητροπολίτη Ἡρακλείας (Ἀνατολικῆς Θράκης) Ἰγνατίου τὴν περίοδο 1824-1829. Πρόκειται γιὰ ἕνα κολοσσιαῖο ἔργο, τὸ ὁποῖο ἀπαίτησε πολλὰ χρόνια κοπιαστικῆς ἐνασχόλησης, μιὰ καὶ παρατίθενται καὶ σχολιάζονται 649 ἐπιστολὲς ἀπὸ τὸν σωζόμενο χειρόγραφο κώδικα τοῦ Ἰγνατίου. Ὁ συγγραφέας ἔχει προσθέσει ἐπεξηγηματικὰ στοιχεῖα γιὰ τὸ περιεχόμενο κάθε ἐπιστολῆς, ὥστε νὰ τὴν κάνη εὔληπτη στὸν σημερινὸ ἀναγνώστη, καὶ ἐπίσης βιογραφικὰ στοιχεῖα γιὰ κάθε παραλήπτη ἐπιστολῆς. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἕνας ἀνεξάντλητος θησαυρὸς πληροφοριῶν ποὺ θὰ ἐνδιέφεραν πολλοὺς ἐρευνητές.

Ἡ Μητρόπολη Ἡρακλείας ἦταν ἀπὸ τὶς σημαντικότερες μητροπόλεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, καὶ ὁ ἑκάστοτε μητροπολίτης της εἶχε τὸ προνόμιο νὰ χειροτονῇ τὸν Πατριάρχη καὶ νὰ τοῦ ἐπιδίδη τὴν ποιμαντορικὴ ράβδο. Ἐπιπλέον, ὁ Ἰγνάτιος ἦταν μιὰ πολὺ σημαντικὴ προσωπικότητα τῆς ἐποχῆς καὶ ἀπολάμβανε μεγάλου σεβασμοῦ τόσο γιὰ τὴν πνευματική του κατάρτιση (ὑπῆρξε μοναχὸς στὴν Μονὴ Ἰβήρων πρὶν τὴ χειροτονία του) ὅσο καὶ γιὰ τὶς διοικητικές του ἱκανότητες. Ἄλλωστε, αὐτὸ ἐξηγεῖ καὶ τὴν τεράστια ἀλληλογραφία του.

Τὸ πρωτογενὲς ὑλικὸ ποὺ παρουσιάζει ὁ κ. Γεωργαντζῆς εἶναι ἰδιαίτερα πολύτιμο γιὰ τὴν τοπικὴ ἱστορία πολλῶν περιοχῶν, μὲ τοὺς μητροπολῖτες τῶν ὁποίων εἶχε ἀλληλογραφία ὁ Ἰγνάτιος. Μεταξὺ αὐτῶν μποροῦν νὰ ἀναφερθοῦν οἱ μητροπόλεις Φιλιππούπολης (43 ἐπιστολές), Ἰωαννίνων (22 ἐπιστολές), Διδυμοτείχου (22 ἐπιστολές), Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης (19 ἐπιστολές), Ξάνθης (15), Βοδενῶν (Ἐδέσσης) (12), κλπ. Πολὺ χρήσιμες πληροφορίες περιέχονται ἐπίσης στὴν ἀλληλογραφία τοῦ Ἰγνατίου μὲ τὸν Πατριάρχη Χρύσανθο (1824-26).

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν πρωτογενῆ ἔρευνα, τὸ ἔργο τοῦ κ. Γεωργαντζῆ ἔχει καὶ γενικότερο ἐνδιαφέρον. Μιὰ καὶ πολλὲς ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἰγνατίου ἀναφέρονται σὲ οἰκονομικὰ θέματα, ὁ συγγραφέας ἔχει περιλάβει μιὰ ἐκτενῆ εἰσαγωγὴ σὲ κάθε τόμο γιὰ τὰ οἰκονομικὰ τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας. Πρόκειται γιὰ ἕνα παρεξηγήσιμο καὶ παρεξηγημένο θέμα, ἀλλὰ ἡ ἀνάλυση τοῦ συγγραφέα φωτίζει πολλὲς σκοτεινὲς πλευρὲς μὲ πολὺ ἱκανοποιητικὸ τρόπο. Σὲ γενικὲς γραμμὲς ἡ εἰκόνα ποὺ προκύπτει ἀπὸ αὐτὴ τὴν πολυσέλιδη ἀνάλυση εἶναι ἡ ἀκόλουθη:

Ἂν καὶ τὸ πρωταρχικὸ φιρμάνι τοῦ Μωάμεθ Β' τοῦ Πορθητῆ καὶ μεταγενέστερα σουλτανικὰ ἔγγραφα ἀπήλλασσαν ἀπὸ τὴ φορολογία τοὺς κληρικοὺς καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία, ἡ ὀθωμανικὴ ἐξουσία σταδιακὰ ἐφηῦρε τρόπους νὰ φορολογήση βαρύτατα καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς κληρικούς. Στὸν δεύτερο τόμο ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νὰ βρῇ ἀναλυτικὴ παρακολούθηση τῶν ὑποχρεώσεων τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὸ τουρκικὸ δημόσιο, χρόνο-χρόνο, ξεκινῶντας ἀπὸ τὸ 1466. Ἀπὸ τοὺς πίνακες ποὺ παρατίθενται, γίνεται φανερὸ ὅτι τὸ κράτος ὄχι μόνον ἀναίρεσε γρήγορα τὸ ἀφορολόγητο τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ ὅσο περνοῦσαν οἱ αἰῶνες ἀπομυζοῦσε ὅλο καὶ περισσότερο τὴν περιουσία τῶν Χριστιανῶν ὑπηκόων. Στὸ τέλος, τὸ Πατριαρχεῖο εἶχε ἀναλάβει μέχρι καὶ τὴν τροφοδοσία σὲ κρέας τῆς ἀστυνομίας τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐνῷ, στὴν διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, τοῦ ἐπιβλήθηκε καὶ νέος φόρος γιὰ τὴν κάλυψη τῶν δαπανῶν διεξαγωγῆς τοῦ πολέμου. Καθὼς οἱ ὑποχρεώσεις συνεχῶς αὐξάνονταν, οἱ Πατριάρχες καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἀδυνατοῦσαν νὰ βροῦν τρόπους κάλυψής τους. Τὸ συσσωρευόμενο χρέος ὁδήγησε κάποιους Πατριάρχες στὴν φυλακὴ (Ἰωαννίκιος Β' τὸ 1654, Ἰερεμίας Γ') ἢ στὴν ἐκθρόνιση καὶ ἀρκετοὺς Πατριάρχες καὶ ἀρχιερεῖς στὴν παραίτηση.

Σ' ὅλους αὐτοὺς τοὺς σκοτεινοὺς αἰῶνες, ὁ μόνιμος κίνδυνος ποὺ ἐπικρεμόταν πάνω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἂν δὲν ἀποπλήρωνε τὸ χρέος, ἦταν ἡ ἀπειλὴ τῆς κατάσχεσης τῶν ναῶν καὶ τῶν μοναστηριῶν καὶ ἡ μετατροπή τους σὲ τζαμιὰ ἢ ἀποθῆκες. (Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ παραδείγματα αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς ἀναφέρεται καὶ στὴν Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης, ὅταν στὴν διάρκεια τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821 οἱ Τουρκαλβανοὶ μετέτρεψαν τὸν μητροπολιτικὸ ναὸ καὶ τὸ μητροπολιτικὸ οἴκημα στὴν Ἄρτα σὲ σιταποθήκη καὶ κονάκι τους ἀντίστοιχα). Καθὼς στὴ διάρκεια τοῦ 18ου αἰῶνα ἀπαγορεύθηκαν καὶ οἱ ἐπισκευὲς τῶν ναῶν (ἡ ἀνέγερση νέων ἦταν ἤδη ἀπαγορευμένη), ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπιζε ἄμεσα τὴν ἔλλειψη λατρευτικῶν χώρων, μὲ δραματικὲς συνέπειες γιὰ τὴν διατήρηση τῆς συνείδησης τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων. Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ τὸ Πατριαρχεῖο προσπαθοῦσαν ἀπελπισμένα νὰ βροῦν τρόπους μείωσης τοῦ χρέους καί, ὅταν αὐτὸ ἦταν ἀνέφικτο, τρόπους κατανομῆς του στὶς ἐπαρχίες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Ἑπομένως, δὲν ἦταν ἡ "ἀπληστία τῶν δεσποτάδων" ποὺ προκαλοῦσε τὴν οἰκονομικὴ ἐπιβάρυνση τῶν ἁπλῶν ραγιάδων, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ ὀθωμανικὴ ἐξουσία ποὺ χρησιμοποιοῦσε τὴ διοικητικὴ διάρθρωση τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὑποκατάστατο τοῦ Ὑπουργείου Οἰκονομικῶν.

Ἀνάλογες ἐπικρίσεις ἔχουν δεχθεῖ οἱ κληρικοὶ γιὰ τὰ κατὰ καιροὺς δῶρα ("πεσκέσια") ποὺ ἔδιναν στοὺς Τούρκους ἀξιωματούχους. Ὁ συγγραφέας δὲν ἀποκρύπτει ὅτι σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία τῆς φιλοδοξίας καὶ οἱ ἐσωτερικὲς διαφωνίες τῶν Ρωμηῶν ὁδηγοῦσαν σὲ πλειοδοσία δώρων πρὸς τοὺς Τούρκους ὥστε νὰ ἐξασφαλιστῆ κάποιο ἐκκλησιαστικὸ ἀξίωμα. Δὲν πρέπει, ὅμως, βλέποντας τὰ δέντρα νὰ χάσουμε τὸ δάσος. Ὅπως σημειώνει ὁ συγγραφέας, κατὰ κανόνα "οἱ ἀρχιερεῖς βάσταζαν τὸ σταυρό τους γιατί ἀντιλαμβάνονταν ὅτι ὅσο καταθλιπτικὲς κι ἂν ἦταν ὅλες οἱ παροχές, στὴν πραγματικότητα ἦταν τὰ ἀναγκαῖα λύτρα γιὰ νὰ κερδίσουν ἔστω ὑποτυπώδεις πνοὲς ζωῆς, ἐλευθερίας, θρησκευτικῆς πίστεως, γλώσσας, κλπ." Καὶ συνεχίζει ἀναφέροντας τὴ φράση τοῦ καθηγητῆ Ν. Τωμαδάκη: "Ἢ θὰ δίναμε τὰ γρόσια ἢ τὸν ἐθνισμό μας θὰ ἐχάναμε. Ἐδώσαμεν λοιπόν τα χαράτζια (....) Ἐξηκολουθήσαμεν νὰ εἴμεθα ΓΕΝΟΣ ... καὶ ἐφθάσαμεν εἰς τὸ 1821".

Τελειώνοντας τὸ διάβασμα αὐτοῦ τοῦ ἔργου ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται πόσο ἀβάσιμα εἶναι τὰ διάφορα ἀντιεκκλησιαστικὰ ἐπιχειρήματα γιὰ τὴν περίοδο τοῦ 1821 τὰ ὁποῖα ἀναπαράγονται ἄκριτα στὶς ἡμέρες μας. Καὶ γι' αὐτὸ τὸ λόγο, τὸ βιβλίο τοῦ κ. Γεωργαντζῆ ἀποτελεῖ μιὰ πολύτιμη προσφορὰ στὴν ἔρευνα τῆς περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας.

Ἐπὶ τοῦ πιεστηρίου:

Ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, τῆς 25ης Μαρτίου ἔ.έ., βράβευσε τὸν κ. Πέτρο Γεωργαντζῆ γιὰ τὸ βιβλίο τοῦ αὐτό, μὲ τὸ βραβεῖο τοῦ Ἱδρύματος Εὐαγγελιστρίας Τήνου.

  • Προβολές: 3261