Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Τὸ μοντέλο τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας

Ἡ παράδοσή μας ἔχει νὰ προσφέρη στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση ἕνα μοντέλο καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μοντέλο τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας μὲ τὴν ὅλη διοργάνωση, ἀλλὰ καὶ τὸν πολιτισμό της. Ἔχουν γραφὴ πολλὰ ἀξιόλογα κείμενα γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτό, ἀλλὰ θὰ περιορισθῶ στὸν κορυφαῖο βυζαντινολόγο Στῆβεν Ράνσιμαν ποῦ ἀσχολήθηκε πολὺ μὲ τὴν Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, τὸ λεγόμενο Βυζάντιο.

Ὁ Ράνσιμαν παρατηρεῖ: "Τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία μπόρεσε νὰ διατηρηθῇ χίλια ἑκατὸ χρόνια ὀφείλεται σχεδὸν ἀποκλειστικὰ στὶς ἀρετὲς ποῦ εἶχε τὸ πολίτευμα καὶ ἡ διοίκησή της. Λίγα κράτη ὑπῆρξαν ὀργανωμένα μὲ τρόπο ποῦ νὰ ταίριαζε τόσο πολὺ μὲ τὴν ἐποχή, καὶ νὰ εἶναι τόσο προσεκτικὰ προσανατολισμένος στὸ νὰ ἀποτρέπει τὴν παραμονὴ τῆς ἐξουσίας σὲ χέρια ἀνικάνων. Ἡ ὀργάνωση αὐτὴ δὲν ἦταν ἔργο συνειδητό, ποῦ ἔγινε ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο ἢ σὲ μιὰ στιγμή. Βασικὰ ἦταν κληρονομιὰ τοῦ ρωμαϊκοῦ παρελθόντος, ὅσο περνοῦσαν ὅμως οἱ αἰῶνες συνεχῶς ἀναπροσαρμοζότανε καὶ συμπληρωνόταν, ὥστε νὰ μπορῇ νὰ ἀνταποκρίνεται στὶς ποικίλες ἀνάγκες τους» .

Ἕνα κράτος ποῦ παρέμεινε στὴν ἱστορία τόσα χρόνια καὶ δημιούργησε πολιτισμό, ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχη μέχρι σήμερα εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐρευνηθῇ καὶ νὰ ἀξιοποιηθῇ. Καὶ μάλιστα αὐτὸ εἶναι χρήσιμο, ὅταν ἐνταχθῇ στοὺς δύσκολους ἐκείνους καιροὺς ποὺ εἶχε νὰ ἀντιμετωπίση ποικίλους καὶ ἰσχυροτέρους ἐχθρούς, ὅπως τοὺς Φράγκους, τοὺς Ἄραβες, τοὺς Ἀβάρους, τοὺς Ρώσους, τοὺς Σλάβους κλπ. Ἑπομένως, τὸ πολίτευμά του, ὁ τρόπος λειτουργίας του καὶ τὰ βάθρα στὰ ὁποῖα στηρίχθηκε ἡ ἑνότητά του πρέπει νὰ γίνουν ἀντικείμενο ἐρεύνης καὶ νὰ ληφθοῦν σοβαρὰ ὑπ' ὄψη ὅλα τὰ θετικὰ σημεῖα του. Βέβαια, οἱ σύγχρονες συνθῆκες δὲν εἶναι ὅμοιες μὲ τὶς συνθῆκες ποῦ ἐπικρατοῦσαν τότε, ἀλλὰ ὅμως μερικὰ σημεῖα πρέπει νὰ ἀξιοποιηθοῦν καὶ νὰ εἰσαχθοῦν προσαρμοσμένα στὴν σύγχρονη πραγματικότητα. Πρέπει νὰ ἐντοπίσουμε μερικὰ ἀπὸ αὐτά, ὅπως τὰ ἀναλύει ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν.

1. Τὸ πολίτευμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας

Τὸ πολίτευμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν αὐτοκρατορικό, ποῦ σημαίνει ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ ἦταν ἡ ἀνώτατη καὶ ὕπατη ἐξουσία τοῦ Κράτους. Ὅμως ἡ ἐξουσία τοῦ Αὐτοκράτορα ἦταν περιορισμένη ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ σέβεται τοὺς θεμελιώδεις νόμους τοῦ ρωμαϊκοῦ λαοῦ. Ὁ περιορισμὸς ἀκόμη τοῦ αὐτοκράτορα ὀφειλόταν σὲ δύο βασικὲς ἀρχές, ἤτοι στὸ ὅτι ἦταν αἱρετὸς καὶ στὸ ὅτι ὑπῆρχε τὸ "νόμιμο δικαίωμα τῆς ἐπανάστασης".

Ἡ ἐκλογὴ τοῦ αὐτοκράτορα γινόταν ἀπὸ τὰ τρία σώματα ἤτοι τὴν σύγκλητο, τὸν στρατὸ καὶ τὸν λαό, δηλαδὴ προηγεῖτο ἡ ἐπευφημία ἀπὸ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς παράγοντες καὶ στὴν συνέχεια ἀκολουθοῦσε ἡ τελετὴ τῆς στέψης. Ἂν κάποιος αὐτοκράτορας ἀποδεικνυόταν ἀνίκανος, τότε "ὁποιοσδήποτε ἀπὸ τοὺς ἐκλέκτορές του εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ ἀνακηρύξει ἄλλον αὐτοκράτορα".

Εἶναι ἑπόμενο ὅτι ἡ ἐξουσία τοῦ αὐτοκράτορα περιοριζόταν σημαντικὰ ἀπὸ τοὺς παράγοντες ποῦ ἀναφέραμε προηγουμένως. Μιὰ μικρὴ περιγραφὴ αὐτῶν τῶν περιοριστικῶν παραγόντων μπορεῖ νὰ δείξη τὴν ἀξία τοῦ αὐτοκρατορικοῦ πολιτεύματος ποῦ λειτουργοῦσε στὴν Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία.

Ὁ λαὸς τῆς Κωνσταντινούπολης εἶχε ὀργανωθῇ σὲ τέσσερεις δήμους ἢ ὁμάδες ποῦ "ἦταν δημοτικὲς ὀργανώσεις μὲ αὐτοδιοίκηση, ποῦ εἶχαν πολιτικὲς καὶ στρατιωτικὲς ὑποδιαιρέσεις" καὶ αὐτοὶ ἦταν οἱ Πράσινοι, οἱ Βένετοι (κυανοί), οἱ Λευκοὶ καὶ οἱ Ρούσιοι (ἐρυθροί). Στὸ ἱπποδρόμιο γίνονταν συζητήσεις μεταξὺ τοῦ αὐτοκράτορα καὶ τοῦ λαοῦ, δηλαδὴ ὁ ἱππόδρομος ἦταν ἕνα εἶδος λαϊκῆς συνέλευσης γιὰ διάφορα τρέχοντα ζητήματα. Ὅπως λέγει ὁ Ράνσιμαν "στοὺς πρώτους αἰῶνες ὁ Ἱππόδρομος ἦταν τὸ μέρος ὅπου ὁ αὐτοκράτορας ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὸν λαὸ καὶ ἔκανε τὶς ἐπίσημες ἀνακοινώσεις του. Ἐκεῖ τὸν ἐπευφημοῦσαν σὰν αὐτοκράτορα".

Ἡ ἐξουσία καὶ ἡ ἁρμοδιότητα τῆς Συγκλήτου, ἐποίκιλε κατὰ ἐποχή, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς ἦταν ὅτι μέλη τῆς συγκλήτου "ἀποτελοῦσαν ὅλοι οἱ ἐν ἐνεργείᾳ καὶ οἱ πρώην κάτοχοι ἀξιωμάτων ἀπὸ ἕνα ὁρισμένο ἐπίπεδο καὶ ἀπάνω, καθὼς καὶ οἱ ἀπόγονοί τους". "Στὴν πραγματικότητα τὴν δύναμη τῆς συγκλήτου τὴν ἀποτελοῦσε τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν σῶμα ἡμισυνταγματικό, ποῦ ἀντιπροσώπευε τὶς ἀπόψεις τῶν πιὸ πλουσίων καὶ τῶν πιὸ ἰσχυρῶν στοιχείων τοῦ κράτους".

Ἕνας ἰσχυρὸς φραγμὸς στὴν ἐξουσία τοῦ αὐτοκράτορα καὶ τῆς συγκλήτου ἦταν ὁ νόμος "Ὁ αὐτοκράτορας ἦταν ἡ πηγὴ ὅλων τῶν νόμων ἀλλά, κατὰ τρόπο παράδοξο, ὁ νόμος ἔμεινε πάντα κάτι ἀνώτερο ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα". Σὲ αὐτὸ συντελοῦσε ἡ κατὰ καιροὺς κωδικοποίηση τοῦ Ρωμαϊκοῦ νόμου.

2. Τὸ διοικητικὸ σύστημα

Εἶναι σημαντικὸ καὶ τὸ διοικητικὸ σύστημα μὲ τὸν ὁποῖο διοικεῖτο ἡ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία.

Κατ' ἀρχὰς τὸν αὐτοκράτορα, ποῦ ἦταν ἀπασχολημένος μὲ πολλὰ ζητήματα, "τὸν βοηθοῦσε στὶς κυριότερες ἀποφάσεις του ἕνα μικρὸ συμβούλιο, ἕνα εἶδος ἀνεπίσημης ὑποεπιτροπὴς τῆς συγκλήτου". Ὑπῆρχαν διάφοροι τίτλοι καὶ ἀξιώματα, τὰ ὁποῖα καταλάμβαναν τὰ διάφορα σημαίνοντα πρόσωπα καὶ οἱ σύμβουλοι τοῦ αὐτοκράτορα. Ὁ μεγαλύτερος τίτλος ἦταν τοῦ πατρικίου.

Στὴν αὐλὴ τοῦ αὐτοκράτορος ὑπῆρχαν πολλὲς πολιτικὲς ὑπηρεσίες, ὅπως ὁ ἀνώτατος λειτουργὸς τῆς δικαιοσύνης, ὁ καίστωρ τοῦ ἱεροῦ παλατίου, δύο ἀνώτατοι ὑπάλληλοι τῶν οἰκονομικῶν, ὁ κόμης τῶν θείων θησαυρῶν, ὁ κόμης τῆς ἰδίας κτήσεως, ὁ μάγιστρος τῶν ὀφφικίων, ὁ διευθυντὴς τοῦ ταχυδρομείου τοῦ κράτους ὁ ἐλεγκτὴς τῶν μυστικῶν ὑπηρεσιῶν, ὁ τελετάρχης κλπ..

Ἔπειτα ἡ Αὐτοκρατορία γιὰ τὴν καλύτερη διοίκησή της εἶχε διαιρεθῇ σὲ τέσσερεις μεγάλες ὑπαρχίες, στὶς ὁποῖες ἐπί κεφαλῆς ἦταν οἱ λεγόμενοι ὕπαρχοι. Ἡ ἰσχὺς τῶν ὑπάρχων "ἦταν ὅμοια μὲ τοῦ ἀντιβασιλέα, μὲ ἀπόλυτη διοικητική, οἰκονομικὴ καὶ δικαστικὴ ἐξουσία. Εἶχαν τὸ δικαίωμα, σὲ δευτερεύοντα ζητήματα, ἀκόμα καὶ νὰ θεσπίζουν νόμους" Ἐπὶ πλέον οἱ ὑπαρχίες ἦταν διηρημένες σὲ ἐπαρχίες. Σὲ κάθε πρωτεύουσα μιᾶς ἐπαρχίας, σὲ κάθε πόλη ὑπῆρχε ὁ ἔπαρχος τῆς πόλης "μιὰ θέση καθαρὰ πολιτική, ποῦ στὴν ἱεραρχία ἐρχόταν ἀμέσως μετὰ τοὺς ὑπάρχους. Οἱ ἔπαρχοι αὐτοὶ ἦταν ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν ἀστυνομία καὶ τὴν τάξη μέσα στὴν πόλη καὶ γιὰ τὴν δωρεὰν διανομὴ τῶν ἄρτων". Καὶ μὲ αὐτὸ τὸ σύστημα διοικήσεως ὑπῆρχε μιὰ ἀποκέντρωση διοικητική.

«Ἐπὶ πλεὸν σὲ κάθε ἐπαρχία ἐκλεγόταν, μὲ τοπικὴ ἐκλογή, ἕνας ἀξιωματοῦχος, ὁ Defensor Civitatis, γιὰ νὰ ἐλέγχει τὸ διοικητὴ καὶ νὰ δικάζει ὑποθέσεις ὄχι καὶ τόσο σημαντικές. Οἱ Ἐπαρχίες διαιρέθηκαν ξανὰ τὸ 536-7. Ἕνα περίεργο σύστημα ἕνωσε Ἐπαρχίες πλούσιες μὲ Ἐπαρχίες φτωχές, ὥστε νὰ μποροῦν οἱ πρῶτες νὰ πληρώνουν γιὰ τὶς δεύτερες» .

Μὲ τὴν πάροδο τοῦ καιροῦ οἱ ἐπαρχίες ὀνομάσθηκαν θέματα ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν συνταγμάτων τοῦ στρατεύματος, τὰ ὁποῖα ὀνομάζονταν θέματα.

Πέρα ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς διοικήσεως, ποῦ ἦταν ἀποκεντρωτικός, τὸ σημαντικὸ εἶναι καὶ τὸ ὅτι ὁ τρόπος ζωῆς ποῦ ἐπέβαλε τὸ σύστημα διοίκησης ἦταν ἀνθρώπινο. Ὅπως σημειώνει ὁ Ράνσιμαν "τὰ ἰδεώδη τῆς βυζαντινῆς διοίκησης θὰ μπορούσαμε νὰ τὰ ὀνομάσουμε σοσιαλιστικά. Ὅλοι ἔπρεπε νὰ εἶναι καλοὶ πολῖτες τοῦ κράτους. Θεωροῦσαν ὅτι ἡ λατρεία πρὸς τὴν πολιτεία, πρὸς τὸν αὐτοκράτορα, ποῦ ἦταν ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ σύμβολό της, πρὸς τοὺς νόμους ποῦ τὴν εἶχαν δημιουργήσει, ἦταν ἡ ἀπαραίτητη βάση τῆς κοινωνίας".

Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ στὴν Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία εἶχε ἀναπτυχθῇ στὸ ἔπακρο ἡ φιλανθρωπία ποῦ ἦταν ἄγνωστη ἕως τότε. Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸν λειτουργοῦσαν πτωχοκομεία καὶ νοσοκομεῖα γιὰ τοὺς γέροντας καὶ τοὺς ἀρρώστους, κρατικὰ ὀρφανοτροφεῖα. "Μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα δὲν ἦταν δυνατὸν ὁ λαὸς νὰ πεινάει. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι, ὅταν ὁ ὄχλος ξεσηκωνόταν καὶ στασίαζε, τὰ κίνητρα δὲν ἦταν ποτὲ ἀναρχικὰ ἢ κομμουνιστικά. Μπορεῖ νὰ ἤθελε νὰ ρίξει ἕναν ὑπουργὸ ποῦ τὸν καταπίεζε ἢ νὰ ἐξοντώσει μισητοὺς ξένους, ποτὲ ὅμως δὲν ζήτησε νὰ ἀλλάξει τὴν σύσταση τῆς κοινωνίας. Πραγματικά, τὶς περισσότερες φορὲς ποῦ ὁ λαὸς ἐκδήλωσε ἔτσι τὰ κυριαρχικά του δικαιώματα, τὸ ἔκανε γιὰ νὰ προστατέψει τὸ πορφυρὸ αἷμα τῶν αὐτοκρατόρων ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ θρασύτητα κάποιου σφετεριστῆ".

3. Τὸ οἰκουμενικὸ πνεῦμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας

Ἡ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία ἦταν μιὰ κοσμοπολίτικη αὐτοκρατορία μὲ ἕνα καθαρὰ οἰκουμενικὸ χαρακτῆρα. Ἄνθρωποι προερχόμενοι ἀπὸ πολλὰ ἄλλα ἔθνη ζοῦσαν ἁρμονικὰ μέσα στὴν αὐτοκρατορία καὶ εἶχαν τὰ ἴδια δικαιώματα. Δὲν ὑπῆρχε ὁ ἐθνοφυλετισμὸς καὶ ἡ ρατσιστικὴ νοοτροπία. Ὁ Ράνσιμαν παρατηρεῖ εὔστοχα: «Στοὺς ἕντεκα αἰῶνες ποῦ πέρασαν ἀπὸ τὸν πρῶτο ὡς τὸν τελευταῖο Κωνσταντῖνο, ὁ ἐξωτερικὸς τρόπος τῆς ζωῆς ἄλλαξε πολλὲς φορές. Ὡς τὸ τέλος ὅμως ὁ πολίτης τῆς Αὐτοκρατορίας ἔμεινε συνειδητὰ ὁ πιὸ πολιτισμένος ἐκπρόσωπος τοῦ ἀνθρώπινου γένους, συνειδητὰ Ρωμαῖος, συνειδητὰ ὀρθόδοξος, συνειδητὰ κληρονόμος τῆς ἑλληνικῆς ἐκλεπτύνσεως» . Στὴν ἀρχὴ ἡ Αὐτοκρατορία ἦταν κοσμοπολίτικη, οἰκουμενική, «ἡ ἐθνικότητά της ἦταν μιὰ ἔννοια ἄγνωστη» , στηρίχθηκε στὴν ὀρθοδοξία καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, ἀλλὰ «ἡ ἐθνολογική της σύσταση ἔμεινε πάντα περίπλοκη» . Ὁ λαὸς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἕνα κρᾶμα ἀπὸ Φρύγες, Χιττίτες, Γαλάτες, Πέρσες καὶ Σημῖτες καὶ ἀπὸ πολλὲς ἄλλες φυλές, σὲ ἀναλογίες ποῦ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ξέρει. Ἐξακολουθοῦσαν ὅμως νὰ ἔρχονται καὶ νέοι λαοί. Οἱ κυριότεροι ἦταν οἱ Σλάβοι καὶ οἱ Ἀρμένιοι» . Στὴν Αὐτοκρατορία ὑπῆρχε μιὰ καθολικότητα, οἰκουμενικότητα ποῦ συντηροῦνταν καὶ μὲ τὶς ἐπιγαμίες καὶ τὴν ἀνάληψη ὑψηλῶν ἀξιωμάτων. Ὁ Ἀρκάδιος ποῦ ἦταν ἱσπανικῆς καταγωγῆς, παντρεύτηκε μιὰ Γοτθίδα, τὴν Εὐδοξία, καὶ ὁ γυιός τους, ὁ Θεοδόσιος Β´ , μιὰ γνήσια Ἑλληνίδα» . «Στὶς ἀρχὲς τοῦ 9ου αἰῶνα ἄντρες μικτῆς ἢ καὶ καθαρὰ σλαβικῆς καταγωγῆς κατεῖχαν μεγάλες θέσεις στὴν Αὐτοκρατορία. Ὁ διεκδικητὴς τοῦ θρόνου Θωμᾶς ἦταν Σλάβος, καθὼς ἄλλωστε καὶ πολλοὶ ἀπὸ τὰ ὑψηλὰ πρόσωπα τοῦ 10ου καὶ τοῦ 11ου αἰῶνα, ὅπως ἡ αὐτοκράτειρα Σοφία, ἡ γυναῖκα τοῦ Χριστοφόρου Λεκαπηνοῦ, ἢ ὁ Πατριάρχης Νικήτας. Μετὰ τὴν κατάκτηση τῆς Βουλγαρίας ἡ ἀριστοκρατία ἀλλοιώθηκε ἀκόμα μὲ γάμους μὲ τὴ βουλγαρικὴ βασιλικὴ οἰκογένεια καὶ μὲ βουλγαρικὲς εὐγενεῖς οἰκογένειες. Στὸ τέλος τοῦ 11ου αἰῶνα οἱ Σλάβοι ποῦ ἦταν μέσα στὴν αὐτοκρατορία εἶχαν ἐντελῶς ἀπορροφηθεῖ καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς εἶχαν προσελκύσει τὰ ἀνεξάρτητα κράτη τῆς χερσονήσου τοῦ Αἵμου» .

Αὐτὸ ποῦ γινόταν μὲ τοὺς Σλάβους ἴσχυε καὶ μὲ τοὺς Ἀρμενίους. Ὁ Στρατηγὸς τοῦ Ἰουστινιανοῦ Ναρσὴς ἦταν Ἀρμένιος. Ὁ Αὐτοκράτορας Λέων Ἔ´ ἦταν Ἀρμένιος, ὁ Βασίλειος Ἂ´ γιὸς Ἀρμενίων ἐξορίστων, ὁ Ἰωάννης ὁ Τσιμισκὴς ἦταν Ἀρμέριος Εὐγενής. Συνεχῶς γίνεται λόγος γιὰ πριγκίπισσες καὶ ἀνώτερους ἀξιωματούχους ἀρμενικῆς καταγωγῆς καὶ σὲ ὅλες τὶς πόλεις ἦταν δυνατὸν νὰ συναντήσει κανεὶς Ἀρμένιους τεχνῖτες καὶ ἐμπόρους» . «Ὁ Αὐτοκράτορας Νικηφόρος Ἂ´ εἶχε αἷμα ἀραβικό» .

Τελικά, ὅπως λέγει ὁ Ράνσιμαν, «οἱ Βυζαντινοὶ εἶχαν ἐξαιρετικὰ λίγες φυλετικὲς προκαταλήψεις –τὸ αἷμα τους ἦταν πάρα πολὺ ἀνακατεμμένο. Δέχονταν ὁποιονδήποτε γιὰ συμπολίτη τους φτάνει νὰ ἦταν ὀρθόδοξος καὶ νὰ μιλοῦσε ἑλληνικά. Τὴν βαθιὰ περιφρόνηση πρὸς τοὺς ξένους τὴν αἰσθάνονταν μόνον γιατί οἱ ξένοι ἦταν αἱρετικοὶ καὶ ἄξεστοι, ἀμάθητοι στὶς λεπτότητες τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας (ἑπομένως τὰ κριτήρια ἦταν πολιτιστικά). Κάθε ἀλλοδαπὸς ποῦ προσηλυτιζόταν καὶ γινόταν ὑπήκοος τοῦ κράτους μποροῦσε νὰ παντρευτεῖ ὁποιαδήποτε βυζαντινή, ὅποια καὶ ἂν ἦταν ἡ καταγωγή του, ἢ ἡ καταγωγή της. Οἱ βυζαντινὲς ἀρχόντισσες παντρεύονταν ἐλεύθερα μὲ Φράγκους ἢ ἀνατολίτες μετοίκους. Ἀνάμεσα στὶς γυναῖκες τῶν αὐτοκρατόρων ὑπῆρχαν δύο Χαζάρες καθαρῆς τουρκικῆς καταγωγῆς καὶ ἀπειράριθμες πριγκίπισσες ἀπὸ τὴν Δύση".

4. Ὁ πολιτισμὸς τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας

Ἡ βάση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας δὲν ἦταν ἁπλῶς τὸ αὐτοκρατορικὸ πολίτευμα καὶ ἡ Διοίκηση, ἀλλὰ κυρίως ὁ πολιτισμὸς ποῦ εἶχε καλλιεργήσει. Ἄλλωστε αὐτὸς ὁ πολιτισμὸς ἦταν ἐκεῖνος ποῦ ἔδιδε ἀξία καὶ στὴν οἰκουμενικότητα τῆς αὐτοκρατορίας, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως. Ὁ Ράνσιμαν στὸ βιβλίο ποῦ μελετοῦμε σὲ διάφορα κεφάλαια ἀναφέρεται στὸ μεγάλο θέμα τοῦ πολιτισμοῦ. Σὲ ἕνα κεφάλαιο ποῦ κάνει λόγο γιὰ τὴν ἐκπαίδευση καὶ τὴν μόρφωση λέγει ὅτι "ἡ καλὴ μόρφωση ἦταν τὸ ἰδανικὸ κάθε βυζαντινοῦ. τὴν ἀπαιδευσία, τὴν ἔλλειψη πνευματικῆς καλλιέργειας, τὴν θεωροῦσαν ἀτύχημα καὶ συμφορά, σχεδὸν ἔγκλημα". Σὲ ἄλλο κεφάλαιο ἀναφέρεται στὴν βυζαντινὴ λογοτεχνία καὶ κάνει λόγο γιὰ τοὺς ὕμνους, τὰ ἔργα τῆς μυστικῆς εὐλαβείας καὶ τὶς βιογραφίες καὶ λέγει ὅτι "ἐνῷ τὸ Βυζάντιο δὲν ἔδωσε παρὰ λίγα αἰώνια λογοτεχνικὰ ἀριστουργήματα, μπορεῖ ὡστόσο νὰ καυχηθῇ ὅτι εἶχε μιὰ πολὺ μεγάλη σειρὰ ἀπὸ εὐφυεῖς καὶ ἀξιόλογους συγγραφεῖς, πολὺ περισσότερους ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο σύγχρονο ἔθνος". Σὲ ἄλλο κεφάλαιο κάνει λόγο γιὰ τὴν Βυζαντινὴ τέχνη γιὰ τὴν ὁποία λέγει ἐπιγραμματικά: "Μὲ τὰ ἔργα τῆς τέχνης του ἄφησε τὸ Βυζάντιο στὸν κόσμο τὴν μεγαλοπρεπέστερη καὶ διαρκέστερη κληρονομία του. Ἡ Βυζαντινὴ τέχνη εἶναι ὁ καθαρότερος καθρέπτης ὅπου φαίνεται ἡ συνείδηση τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Ἐκεῖ μπορεῖ νὰ δεῖ κανεὶς ὅλα τὰ στοιχεῖα, ἑλληνορωμαϊκά, ἀραμαϊκά, περσικά, σὲ ποικίλες ἀναλογίες, ἀλλὰ ἑνωμένα πάντα σὲ ἕνα μῖγμα τέλειο, σὲ κάτι τὸ μοναδικὸ καὶ πρωτότυπο, παρὰ τὶς διαφορετικὲς προελεύσεις".

Γενικὰ ὁ πολιτισμὸς τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ὁ λεγόμενος βυζαντινὸς πολιτισμός, προξενεῖ τὸ ἐνδιαφέρον καὶ συγχρόνων ἐρευνητῶν, γιὰ τὴν ἐσωτερικότητα, τὸ βάθος καὶ τὴν πληρότητα. Ἐκεῖνο ποῦ κάνει ἰδιαίτερη ἐντύπωση εἶναι ὅτι ἡ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ἀσκοῦσε τρομερῆ ἐπίδραση στοὺς γειτονικοὺς λαοὺς καὶ τοὺς γοήτευε ὄχι μὲ τὰ ὅπλα, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὴν πολιτιστικὴ παράδοση. Θὰ πρέπει νὰ δὴ κανεὶς ἰδιαιτέρως τὴν ἱεραποστολικὴ δράση τῶν Βυζαντινῶν στοὺς Σλάβους. Ὁ Ράνσιμαν παρατηρεῖ: «Ξεχνᾶμε ὅτι ὅσον καιρὸ ὑπῆρχε ἡ Αὐτοκρατορία δὲν σταμάτησε οὔτε μιὰ στιγμὴ νὰ ἀσκεῖ ἐνεργητικὰ μιὰ ἐπίδραση στὸν πολιτισμὸ τοῦ κόσμου. Ἡ ἀνατολικὴ Εὐρώπη ὅλο της σχεδὸν τὸν πολιτισμὸ τὸν χρωστοῦσε στοὺς ἱεραποστόλους καὶ τοὺς ἀξιωματούχους τῆς Κωνσταντινούπολης, καὶ ἀκόμα καὶ ἡ δυτικὴ Εὐρώπη εἶχε κι αὐτὴ ἕνα μόνιμο χρέος ἀπέναντί της, πολὺ πρὶν μεταφέρουν οἱ σοφοί της, τὴ στιγμὴ τοῦ θανάτου της, τὰ χειρόγραφά τους καὶ τὸν νεοπλατωνισμό τους στὴν Ἰταλία, ἐνῷ ἀκόμη καὶ τὸ Ἰσλὰμ συνεχῶς δεχόταν ἕνα ρεῦμα ἰδεῶν ἀπὸ τὸν Βόσπορο» .

5. Ἡ προσφορὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας

Μεγάλη συμμετοχὴ στὴν ἔκφραση ὅλου αὐτοῦ τοῦ οἰκουμενικοῦ καὶ πολιτισμένου τρόπου ζωῆς εἶχε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν ἀποκαλυπτικὴ ἀλήθεια, ὅπως ἐκφραζόταν στὰ πρόσωπα τῶν θεουμένων ἁγίων.

Κατ' ἀρχὰς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ποῦ διαφέρει σαφῶς ἀπὸ τὸ μονοκρατορικὸ σύστημα διοικήσεως τῆς παπικῆς "Ἐκκλησίας", διότι διακρίνεται ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς συνοδικότητας, προσέλαβε τὸ διοικητικὸ σύστημα διαιρέσεως τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ἑπομένως τὸ σύστημα διοικήσεώς της εἶναι καθαρὰ συνοδικό. Στὶς ὑπαρχίες τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους ὁρίσθηκε τὸ Πατριαρχικὸ σύστημα διοικήσεως, στὶς ἐπαρχίες ὁρίσθηκε τὸ Μητροπολιτικὸ σύστημα διοικήσεως.

Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποῦ ἔχει μεγάλη σημασία δὲν εἶναι μόνον τὸ ἐξωτερικὸ σύστημα διοικήσεως, ποῦ διακρίνεται ἀπὸ τὴν αὐτονομία, ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος ζωῆς καὶ πολιτείας τῶν Χριστιανῶν, τὸ ὅραμα ποῦ εἶχε κάθε Χριστιανὸς πολίτης τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους. Βάση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν οἱ θεούμενοι ἅγιοι, ποῦ ζοῦσαν τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ ὑπῆρξαν τὸ εἰκονογραφημένο εὐαγγέλιο.

Εἶναι γνωστὸν ὅτι ἡ βάση τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας εἶναι ὁ θεραπευτικὸς τῆς χαρακτῆρας. Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ μετατρέψη τὴν ἰδιοτελῆ ἀγάπη σὲ ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, τὴν φιλαυτία νὰ τὴν κάνει φιλοθεΐα καὶ φιλανθρωπία. Οἱ Ἐνορίες καὶ τὰ Μοναστήρια λειτουργοῦσαν ὡς θεραπευτικὲς κοινότητες. Ὁ ἄνθρωπος θεραπευόμενος καθίσταται παράγων κοινωνικὸς καὶ λύει πολλὰ προβλήματα ἐσωτερικά, κοινωνικὰ καὶ οἰκολογικά. Ἐπίσης ἡ ἐσχατολογικὴ προσδοκία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἦταν ὁ κύριος στόχος τῶν Χριστιανῶν, ἔδινε ἄλλη προοπτικὴ στὴν κοινωνικὴ ζωή. Τελικὰ εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ θεσμοὶ μποροῦν νὰ λειτουργοῦν καλά, ὅταν τὸ περιεχόμενό τους εἶναι ὑπαρξιακό, πνευματικό, ἰσορροπημένο.

Ὅλοι ἀναγνωρίζουν τὴν σημαντικὴ προσφορὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴν διατήρηση γιὰ χίλια ἑκατὸ χρόνια τοῦ μεγαλείου τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.

Ὑπάρχουν πολλοὶ μελετητὲς καὶ στοχαστὲς ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ ἑνότητα τῆς Εὐρώπης δὲν πρέπει νὰ στηριχθῇ μόνον σὲ οἰκονομικὰ θεμέλια οὔτε καὶ σὲ πολιτικά, ἀλλὰ κυρίως στὸν πολιτισμό. Ἡ Εὐρώπη πρέπει νὰ ἔχη σταθερὰ πνευματικὰ θεμέλια. Οἱ ἀρχὲς τοῦ οὑμανισμοῦ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἀλλάζουν καὶ μεταβάλλονται. Εἶναι ἀνάγκη τὰ πνευματικὰ αὐτὰ θεμέλια νὰ εἶναι διαχρονικὰ καὶ νὰ ἐμπνέονται ἀπὸ σταθερὴ ὀντολογία.

Γι' αὐτὸ σήμερα ποῦ γίνεται πολὺς λόγος γιὰ τὴν θεσμικὴ μετεξέλιξη τῆς Εὐρώπης θὰ πρέπει τοὐλάχιστον ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε στὴν ἱστορική μας μνήμη πῶς μεγαλούργησε ἕνα κράτος νὰ μελετήσουμε ὅλο τὸ σύστημα διοικήσεως καὶ ζωῆς τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς πατρίδας μας, μὲ τὴν καθολικότητα καὶ οἰκουμενικότητα, μὲ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν φιλοθεΐα μὲ τὸν ἐσώτερο πολιτισμό, μὲ τὴν ἑνότητα καὶ τὴν ἀποκέντρωση. Καὶ ὅταν συμμετέχουμε στὰ κέντρα λήψης ἀποφάσεων θὰ πρέπει νὰ προσφέρουμε τέτοια μοντέλα, προσαρμοσμένα ὅμως στὴν ἐποχή μας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ βοηθήσουμε τὴν Εὐρώπη νὰ ζήση καὶ νὰ μεγαλουργήση. Νὰ μὴ ντρεπόμαστε νὰ κάνουμε λόγο γιὰ τὸ Βυζάντιο, τὸν τρόπο διοικήσεώς του, ποὺ δὲν ἦταν θεοκρατία, καὶ τὴν ὅλη πολιτιστική του διάσταση καὶ τὴν ζωή του.