Γράφτηκε στις .

Γραπτά Κηρύγματα: Κυριακή 31 Αὐγούστου

Ἑωθινὸ ΙΑ´ Ἰω. κα´ 11-25

Τὸ περιγραφόμενο περιστατικὸ στὸ σημερινὸ Ἑωθινὸ Εὐαγγέλιο εἶναι συνέχεια τοῦ περιστατικοῦ ποὺ περιγράψαμε στὸ προηγούμενο Ἑωθινό. Δηλαδὴ τὴν προηγουμένη Κυριακὴ εἴδαμε τὴν θαυματουργικὴ ἁλιεία καὶ τὸ φαγητὸ ποὺ ἔφαγε ὁ Χριστὸς μὲ τοὺς μαθητὰς Τοῦ στὸ γιαλὸ τῆς λίμνης τῆς Τιβεριάδος. Βέβαια, ὁ Χριστὸς μετὰ τὴν Ἀνάστασή Τοῦ δὲν εἶχε ἀνάγκη τῆς τροφῆς γιατί εἶχε ἀποβάλει τὴν θνητότητα, ἀλλὰ τὸ ἔκανε κατ' οἰκονομία γιὰ νὰ χαροποιήση τοὺς μαθητὰς καὶ νὰ τοὺς δείξη ὅτι δὲν ἦταν φάντασμα, ὅμως ἡ τροφὴ αὐτὴ κάηκε ἀπὸ τὴν θεότητα.

Ἀμέσως μετὰ τὸ φαγητὸ ὁ Χριστὸς συνομίλησε μὲ τὸν Πέτρο, ὁ ὁποῖος εἶχε δείξει τὴν μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ μὲ τὸ νὰ μπὴ μέσα στὴν θάλασσα καὶ νὰ ἔλθη κολυμπῶντας στὸν γιαλὸ καὶ νὰ συναντήση τὸν Χριστό. Τρεὶς φορὲς τὸν ἐρώτησε ἂν τὸν ἀγαπᾶ, καὶ ἔδωσε θετικὴ ἀπάντηση. Τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ποιμαίνη τὰ πρόβατά Τοῦ, ὡς ἔκφραση τῆς ἀγάπης του πρὸς Αὐτόν.

Τὸ ἐρώτημα εἶναι γιατί τὸν ἐρωτᾶ σὲ ἐπήκοον πάντων, καὶ μάλιστα τρεῖς φορές, ἂν τὸν ἀγαπᾶ, ἀφοῦ προηγουμένως ὡς Θεὸς τὸ διεπίστωσε ὅτι τὸν ἀγαπᾶ. Καὶ τὸ ἄλλο ἐρώτημα εἶναι γιατί τὸν ἐρώτησε τρεῖς φορές.

Φαίνεται καθαρὰ ὅτι αὐτὸ τὸ περιστατικὸ εἶναι μιὰ ἀποκατάσταση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου ἐνώπιον καὶ τῶν ἄλλων μαθητῶν. Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀρνήθηκε τρεῖς φορὲς τὸν Χριστὸ λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος του. Ἡ ἁμαρτία του ἦταν μεγάλη καὶ κλονίσθηκε κατὰ κάποιον τρόπο ἡ θέση του, ἀνάμεσα στὸν ὅμιλο τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως, μετὰ τὴν τριπλὴ ἄρνηση δὲν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν ὅμιλο τῶν μαθητῶν, ὅπως ἔκανε ὁ Ἰούδας, ἀλλὰ ἔκλαυσε πικρῶς γιὰ τὴν ἁμαρτία τοῦ αὐτὴ καὶ ἐξακολούθησε νὰ παραμένη μέσα στὴν ὁμάδα τῶν μαθητῶν. Αὐτὸ δείχνει ὅτι ὁποιαδήποτε ἁμαρτία καὶ νὰ πράξουμε δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ἀπογοητευόμαστε, ἀλλὰ νὰ μετανοοῦμε ἀμέσως καὶ νὰ παραμένουμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Νὰ μὴ διανοηθοῦμε ποτὲ νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

Μὲ τὴν πρόκληση τῆς τριπλὴς δημόσιας ὁμολογίας τῆς ἀγάπης θεράπευσε ὁ Χριστὸς τὴν δημόσια ἄρνηση τοῦ μαθητοῦ Τοῦ. Ὁπότε ὄχι μόνον τὸν ἀποκαθιστᾶ δημοσίως στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ τοῦ ἀναθέτει καὶ τὴν διακονία νὰ ποιμαίνη τὰ πρόβατά Τοῦ. Ἑπομένως, ἔκφραση τῆς ἀγάπης Τοῦ θὰ εἶναι τὸ «ποίμαινε τὰ πρόβατά μου» , «βόσκε τὰ ἀρνία μου» . Πρόκειται γιὰ τὴν ποιμαντικὴ διακονία τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος εἶχε γνώση τῆς ἁμαρτίας, ἀπέκτησε γνώση τῆς μετανοίας, εἶδε τον Ἀναστάντα Χριστόν, ἐξέφρασε τὴν μεγάλη ἀγάπη του σὲ Αὐτὸν μὲ τὶς πράξεις του καὶ ἑπομένως μπορεῖ νὰ ποιμαίνη σωστὰ καὶ ἀλάνθαστα τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ.

Στὴν συνέχεια, ὁ Χριστὸς τοῦ προαναγγέλλει τὸν μαρτυρικό του θάνατο, ὅταν τοῦ εἶπε ὅτι ὅταν θὰ γηράση θὰ ἀπλώση τὰ χέρια του καὶ θὰ τὸν ζώση ἄλλος καὶ θὰ τὸν πάη ἐκεῖ ποὺ δὲν θέλει, δηλαδὴ στὸ μαρτύριο. Καὶ μάλιστα, ὅπως λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «τοῦτο δὲ εἶπε σημαίνων ποίῳ θανάτῳ δοξάσει τὸν Θεόν» . Τὸ μαρτύριο εἶναι δοξολογία πρὸς τὸν Θεό. Πρῶτα κανεὶς δίνει τὴν ὁμολογία τῆς πίστεώς του καὶ τὴν μαρτυρία τῆς ἀγάπης του καὶ στὴν συνέχεια ὑφίσταται καὶ τὸ μαρτύριο, τὸ ὁποῖο πιστοποιεῖ καὶ βεβαιώνει τὴν ἀγάπη του καὶ τὴν πίστη του πρὸς τὸν Χριστό.

Ἡ ποιμαντικὴ διακονία εἶναι μιὰ σταυρικὴ διακονία, ποὺ γίνεται μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ βέβαια, καταλήγει στὸν Σταυρό. Ἡ ἀγάπη ἀπὸ τὴν φύση της δὲν εἶναι ἕνα συναίσθημα, ἀλλὰ βίωμα καὶ ἔκφραση μαρτυρίου. Ὅποιος ἀγαπᾶ χωρὶς θυσία ἔχει μιὰ ψεύτικη καὶ ἐπιπόλαια ἀγάπη. Οἱ Χριστιανοὶ εἶναι πρόβατα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι τῶν Κληρικῶν. Οἱ Κληρικοὶ ποιμαίνουν τὰ πρόβατα καὶ τὰ ἀρνία τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ Κληρικοὶ ἰδιοποιοῦνται τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ κάνουν δικά τους, αὐτὸ δὲν εἶναι ἀληθινὴ ποιμαντικὴ διακονία.

Ὁ Χριστὸς ἔκανε πολλὰ ὅσο ζοῦσε, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Τοῦ, ὥστε ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης νὰ γράψη ὅτι ἂν γράφονταν ὅλα αὐτὰ σὲ βιβλία τότε δὲν θὰ μποροῦσαν τὰ βιβλία αὐτὰ νὰ χωρέσουν σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, σὲ ὅλες τὶς βιβλιοθῆκες τοῦ κόσμου. Ὅμως αὐτὴ ἡ ζωὴ ποὺ δὲν χωρᾶ σὲ βιβλία, περικλείεται μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀρχίση νὰ τὰ διαβάζη καὶ νὰ τὰ ζῇ, ὅταν κολυμπᾶ μέσα στὸν πνευματικὸ αὐτὸ πλοῦτο τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Χριστὸς εἶναι ἀναστημένος, καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως καὶ ὅσοι κάθε Κυριακὴ μετέχουν σὲ αὐτὸ τὸ πανηγύρι τῆς Ἀναστάσεως, ὅπως γράψαμε στὰ σύντομα αὐτὰ κηρύγματα, μπορεῖ νὰ μυηθῇ στὸ μεγάλο μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ ὑπερβαίνη ὅλα τὰ προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζει στὴν ζωή του.

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ