Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Πίσω από τα αίματα της Μαδρίτης

του Πρωτ. π. Θωμά Βαμβίνη

Οι βόμβες στον περιφερειακό σιδηρόδρομο της Μαδρίτης ήταν, όπως δείχνουν τα πράγματα, μια από τις οδυνηρότερες, μέχρι τώρα, φάσεις του ακήρυκτου πολέμου μεταξύ του πληγωμένου Ισλάμ και της υπεροπτικής Δύσης. Η ανάλυση των πολιτικών, πολιτιστικών και οικονομικών παραμέτρων αυτής της αιματηρής σύγκρουσης έχει ανοίξει ένα πολύ ενδιαφέρον πεδίο έρευνας για τους αρθρογράφους των πολιτικών εφημερίδων. Εμείς εδώ όμως δεν θα αναλωθούμε σε τέτοιου είδους αναλύσεις, γιατί μας ενδιαφέρει πιο πολύ το πνεύμα που κρύβεται πίσω από τα αίματα της Μαδρίτης· μας ενδιαφέρει, δηλαδή, η θεολογική παράμετρος των γεγονότων, η οποία πρέπει να πούμε ότι είναι μάλλον η πιο σημαντική.

Ο τρόπος που επέλεξε η Αλ Κάιντα να χτυπήση την Δύση είναι σύμφωνος με τις επιταγές του Κορανίου. Η πίστη στο ιερό βιβλίο του Ισλάμ συνδέεται με το σπαθί και την σφαγή των απίστων. Κάπως αντίστοιχα, βέβαια, πορεύτηκαν και οι Χριστιανοί της Δύσης στις σταυροφορίες τους και στις αποικιοκρατικές ιεραποστολές τους. Οι αντιλήψεις και των δύο για την πίστη, κρινόμενες κάτω από το φως της διδασκαλίας του απ. Παύλου, είναι αποκυήματα του “σαρκικού” και του “ψυχικού” ανθρώπου. Απουσιάζει από αυτές το ταπεινό και ειρηνικό Πνεύμα του Θεού, που ζει μέσα στην ορθόδοξη Εκκλησία. Αντίθετα, λοιπόν, με όλους αυτούς, ο “πνευματικός” άνθρωπος –ο άνθρωπος που ζει και αναπνέει μέσα στο θεανθρώπινο μυστήριο της Εκκλησίας- δεν γνωρίζει τι θα πη βία και τρομοκρατία· δεν είναι ικανός να τραυματίση σωματικά η ψυχικά κανένα άνθρωπο, ούτε να του περιορίση έστω ελάχιστα την ελευθερία του.

Κάτι κοινό, όμως, που υπάρχει σ’ όλα τα “στρατόπεδα” είναι μάρτυρες. Γι’ αυτό στις μέρες μας εύλογα γεννιέται στο νου πολλών ανθρώπων το ερώτημα( Σε τι διαφέρει ένας μάρτυρας της πίστεως του Χριστού, όπως είναι τα εκατομμύρια των μαρτύρων που υμνεί η ’Εκκλησια μας στα μηναία της, από ένα νεαρό μάρτυρα του ’Ισλαμ, ο οποίος ζωσμένος εκκρηκτικά σπέρνει τον όλεθρο στις τάξεις των ανυποψίαστων αντιπάλων του( Και ο ένας και ο άλλος μέσα στις κοινότητες των ομοθρήσκων του δοξάζεται ως άγιος μάρτυρας. Αυτό είναι ένα πρόβλημα “πίσω από τα αίματα της Μαδρίτης, της Ιερουσαλήμ η της Βαγδάτης”, το οποίο μας προκαλεί να δούμε την αβυσσαλέα ποιοτική διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στις θεολογικές αντιλήψεις των Ισλαμιστών και των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Συγκρίνοντας, λοιπόν, τους δύο μάρτυρες, το πρώτο που μπορούμε να πούμε είναι ότι διαφέρουν ριζικά στο άμεσο αποτέλεσμα του μαρτυρίου τους. Στη μια περίπτωση υπάρχει αγάπη ακόμη και προς τους εχθρούς (στην πραγματικότητα εχθροί για τον χριστιανό μάρτυρα δεν υπάρχουν( γι’ αυτό, όπως διαβάζουμε στα συναξάρια τους, κατά την ώρα του μαρτυρίου τους μπορούσαν να προσεύχονται για όλο τον κόσμο, ακόμη και για τους δημίους τους. Η αδιατάρακτη ειρήνη της ψυχής τους, η μεγάλη αγάπη τους και τα θαύματα που συνήθως τελούνταν κατά τη διάρκεια της αθλήσεώς τους, μεταμόρφωναν στην κυριολεξία τις ψυχές των δημίων τους και πολλούς από αυτούς τους οδηγούσαν στην πίστη του Χριστού και στο μαρτύριο. Στην άλλη περίπτωση η κινητήρια δύναμη είναι ένα “ιερό μίσος”, μια δικαιολογημένη τις πιο πολλές φορές αγανάκτηση, η οποία μέσα στο θρησκευτικό πλαίσιο του Ισλαμισμού αντί να θεραπευθή ιεροποιείται. Αυτή η “ιερή οργή” δεν έχει καμμιά σχέση με την ανάσταση, δεν έχει καμμιά σχέση με τη νίκη της ζωής· σπέρνει παντού το θάνατο και εδραιώνει τον τρόμο και το μίσος.

Είναι σαφές ότι αυτή η διαφορά των αποτελεσμάτων οφείλεται στις διαφορετικές προϋποθέσεις των δύο μορφών του μαρτυρίου. Γι’ αυτό είναι χρήσιμο, μέσα στην σύγχυση του καιρού μας, κατά τον οποίο το φως λέγεται σκοτάδι και το σκοτάδι φως, να επαναδιατυπώνουμε τις βασικές αλήθειες, που συνδέονται με τα θεμέλια της εν Χριστώ ζωής.

Ο χριστιανός μάρτυρας δεν επιζητεί το θάνατο· γνώρισε την αληθινή ζωή στο πρόσωπο του Χριστού, οπότε δεν επιθυμεί να χωρισθή από Αυτόν με οποιοδήποτε αντάλλαγμα στον κόσμο. Αυτή, βέβαια, η γνώση του Χριστού δεν είναι μια ανυπόστατη διανοητική γνώση, αλλά είναι εμπειρία της χάριτος του Θεού. Έτσι, το “μαρτύριο του αίματος” δεν είναι μια πράξη που γεννήθηκε από τον ενθουσιασμό μιας στιγμής. Είναι το φυσικό αποτέλεσμα μιας ολόκληρης ζωής, είναι καρπός της αναγέννησης ολόκληρης της ύπαρξης του αγίου. Η δύναμη, με λίγα λόγια, των μαρτύρων της πίστης μας δεν είναι δική τους ανθρώπινη δύναμη· ο άνθρωπος δεν μπορεί να παραθεωρήση το θάνατο. ’Απεναντι του φυσιολογικά δειλιάζει. Η υπέρβαση του θανάτου γίνεται μόνο με την εμπειρία της Ανάστασης του Χριστού, με τη γεύση της αυθεντικής αθάνατης ζωής. Η δύναμη των μαρτύρων της πίστης μας είναι η δύναμη της ζωής του Χριστού, η οποία μέσα στο μυστήριο της Εκκλησίας έγινε και δική τους ζωή.

Είναι γεγονός, βέβαια, ότι υπάρχουν και “εγκόσμιοι μάρτυρες” που δεν ελπίζουν σε ανάσταση, που δεν έχουν γευθεί τη δύναμη της ζωής του Χριστού μέσα τους. Είναι πράγματι σοβαρό το ερώτημα( πως αυτοί οι άνθρωποι παραθεωρούν το θάνατο( Κατ’ αρχήν πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι ο κάθε άνθρωπος είναι μια ιδιαίτερη υπόσταση, που στέκεται απέναντι στα γεγονότα που συναντά στην ζωή του και σε ο,τι έχει ιερό με έναν ιδιαίτερο τρόπο, οπότε χρειάζεται το σεβασμό μας, κυρίως σε τέτοιες ακραίες επιλογές του. Γενικά όμως είναι γνωστό ότι η υπερβολική οργή και το ιεροποιημένο μίσος εγκλωβίζουν τον λογισμό μέσα στο πνεύμα της εκδίκησης, μέσα στο οποίο η μεγαλύτερη δυνατή βλάβη των αντιπάλων η η συγκλονιστική μετάδοση ενός μηνύματος φαντάζει αξιολογότερη και από την ζωή του ίδιου του “εγκόσμιου μάρτυρα”. Η ψυχή φορτίζεται με μίσος, είτε από κάποια ιστορικά γεγονότα –αδικίες των ισχυρών της γης με οποιαδήποτε “ανθρωπιστικά” προσχήματα– είτε από κάποιες λανθασμένες θρησκευτικές απόψεις που “αγιοποιούν” την εκδίκηση και δικαιολογούν τον φόνο, είτε και από ορισμένες ιδεολογίες, οι οποίες γεννιούνται από την οργή των ανθρώπων. Όλα αυτά οδηγούν ορισμένους σ’ έναν ανέλπιδο –ιερό η απλά ηρωικό- θάνατο. Τους προτρέπουν, δηλαδή, να σβήσουν την ζωή τους με πάταγο μέσα σε μια πιθανώς δίκαιη οργή, αλλά και σε ένα τυφλό μίσος που δεν τους δικαιώνει.

Αυτού του είδους το “μαρτυρικό πνεύμα” είναι τελείως ξένο προς το “ζωοποιό πνεύμα” των χριστιανών μαρτύρων. Αυτό φαίνεται πολύ καθαρά στην περίπτωση του απ. Τιμοθέου μαθητή του απ. Παύλου, ο οποίος είχε πάντα προ οφθαλμών το ενδεχόμενο του μαρτυρικού θανάτου. Γι’ αυτό ο απ. Παύλος, στην δεύτερη επιστολή που του έστειλε, τον προτρέπει να ενδυναμώνεται με τη χάρη του Θεού· “ενδυναμού εν τη χάριτι τη εν Χριστώ Ιησού”. Η χάρη αυτή δίνει την γεύση της ανάστασης, γιατί συνδέει στενά τον άνθρωπο με τον ’Ιησου Χριστό, τον “αναστάντα εκ νεκρών”. Αυτή η προτροπή του απ. Παύλου είναι πλουσιότατη σε πνευματικό περιεχόμενο. Δείχνει τον τρόπο αποδέσμευσης του ανθρώπου από τον τρόμο του θανάτου και από την μανία του μίσους. Δείχνει την ποιοτική διαφορά και το νόημα του χριστιανικού μαρτυρίου.

Στις μέρες μας η πιο αποτελεσματική αντίδραση στην διεθνή τρομοκρατία είναι η απόκτηση σε κάποιο βαθμό των προϋποθέσεων του χριστιανικού μαρτυρίου· είναι η διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους η χάρη του Θεού κατοικεί στην ψυχή και στο σώμα μας και ενδυναμώνει την ύπαρξή μας. Αυτό μπορούμε να το επιτύχουμε αν έχουμε, σύμφωνα με τον στίχο του Σολωμού, “πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μας”, ώστε να ρυθμίζουμε την εσωτερική μας κατάσταση σύμφωνα με το πνεύμα των εντολών του Χριστού. Αυτή η συμφωνία εξαλείφει η υπερβαίνει τις αιτίες και τ’ αποτελέσματα της “ιερής οργής”, γιατί μας καθιστά αληθινά ελεύθερους· ικανούς να αγαπάμε και ανίκανους να καταπιέζουμε και να τρομοκρατούμε.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ