Γράφτηκε στις .

Παναγιώτη Μελικίδη: Κοινότητες Ρωμηῶν

Παναγιώτη Μελικίδη, Θεολόγου

Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἔκρηξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τὸν Μαρτιο τοῦ 1821, θὰ ἀναφερθοῦμε σὲ μερικὲς πτυχὲς τοῦ κοινοτικοῦ τρόπου διοίκησης τῶν Ρωμηῶν στὰ πλαίσια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, γιατί ὁ θεσμὸς αὐτὸς συνέβαλε τὰ μέγιστα γιὰ τὴν αὐτοσυνειδησία τοῦ ὑπόδουλου Γενους.

Τὶς ἀπαρχὲς τοῦ κοινοτικοῦ συστήματος θὰ πρέπη, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱστορικούς, νὰ τὶς ἀναζητήσουμε κατὰ βᾶσιν στὸ Ἀνατολικὸ τμῆμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, αὐτὸ ποὺ οἱ προπαγανδιστὲς ἱστορικοὶ τῆς Δυσης μᾶς ἔμαθαν νὰ ὀνομάζουμε "Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία". Σιγουρα ὁ κοινοτικὸς θεσμὸς εἶναι ἀπόρροια τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου ζωῆς καὶ δὲν βασίζεται σὲ οἰκονομικὰ κριτήρια, ἀλλὰ σὲ πνευματικά, γι αὐτὸ εἶναι φιλάδελφος καὶ φιλάνθρωπος. Ἀναδύεται, μάλιστα, μέσα ἀπὸ τὸν κοινοβιακὸ τρόπο ζωῆς, ποὺ εἰσήγαγε τὸν 4ο αἰῶνα γιὰ τοὺς μοναχοὺς ὁ Μεγας Βασίλειος, καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο ὀργάνωσης τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ "αὐτονομία" τῶν κατὰ τόπους ἐπισκοπῶν, μὲ τὸ συνοδικὸ σύστημα ὡς ἔκφραση ἑνότητας, ἀπετέλεσε τὸ πρότυπο διοικητικῆς ἀποκέντρωσης, καὶ οἱ συνεδριάσεις τῶν συνόδων ἀναβίωσαν, κατ ἀναλογίαν, τὶς συνεδριάσεις τῆς "ἐκκλησίας τοῦ δήμου". Ἐπιπλέον, στὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ Ἐνορία ὑπῆρξε χῶρος ὄχι μόνο λατρευτικῶν, ἀλλὰ καὶ κοινωνικῶν συνάξεων, ὅπου ἐπιλύονταν τὰ διάφορα προβλήματα.

Στὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ὁ θεσμὸς τῶν κοινοτήτων παρέμεινε. Ἡ ὀρθόδοξη ἐνορία ἀποτελοῦσε ἀνέκαθεν τὸν χῶρο σύναξης τῆς κοινότητας γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων της καταδεικνύοντας ὅτι ὁ διαχωρισμὸς τοῦ θρησκευτικοῦ καὶ κοινωνικοῦ (ἄρα πολιτικοῦ) χώρου εἶναι τεχνητός, ἀφοῦ ἡ ζωη εἶναι ἑνιαῖα στὴν ἔκφρασή της. Ὡστόσο οἱ ἐξουσίες —ἡ καλύτερα οἱ διακονίες του Σωματος— ἦταν διακριτές. Τὴν πνευματικὴ διακονία ἀνελάμβανε ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία καὶ τὴν πολιτικὴ οἱ ἄρχοντες. Γι αὐτὸ παρατηροῦμε ὅτι στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ρωμηοσύνης δὲν ἀναδύθηκαν φαινόμενα κληρικοκρατίας. Οἱ δύο ἐξουσίες ὅμως συνεργάζονταν ἐπ ὠφελεία τοῦ ὑπόδουλου Γενους.

Οἱ Πρόκριτοι ἦταν αἱρετοὶ ἀπὸ τὸν λαο καὶ κατὰ κανόνα οἱ πιὸ εὔποροι καὶ ἐγγράμματοι, ὥστε ἀπερίσπαστα νὰ ἐπιδοθοῦν στὸ ἔργο τους καὶ νὰ ἀνταποκριθοῦν καλύτερα στὴν ἀποστολή τους. Οἱ ἁρμοδιότητές τους κάλυπταν ὅλο τὸ φάσμα τοῦ δημόσιου καὶ ἰδιωτικοῦ βίου καὶ ἦταν ὑπόλογοι στὴν ὀθωμανικὴ ἐξουσία γιὰ λογαριασμὸ τῆς κοινότητας. Γι αὔτὸ καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς στὰ κηρύγματά του ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς Ρωμηοὺς νὰ προσεύχονται γιὰ τοὺς Προεστοὺς συμπληρώνοντας: "Ὅ,τι χρεία τύχη τῆς χώρας, τοὺς προεστοὺς γυρεύουν καὶ σεῖς κοιμᾶσθαι ξέγνοιαστοι". Ὅσον ἀφορᾶ τὸ φιλάνθρωπο καὶ τὸ φιλάδελφο πνεῦμα ποὺ ἐπικρατοῦσε, ἀναφέρουμε τὸ κλασικὸ παράδειγμα τῶν φόρων τῆς κοινότητας. Ὅταν κάποιος ἀδυνατοῦσε νὰ πληρώση τοὺς φόρους, ἡ κοινότητα ἀνελάμβανε νὰ καλύψη τὸ ἔλλειμμα καὶ πάντοτε ὁ καταμερισμὸς τῶν οἰκονομικῶν βαρῶν γινόταν, σύμφωνα μὲ τὸν Ν. Σβορῶνο, δίκαια ("ἰσότιμη κατανομὴ τῆς πενίας").

Ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν πλευρά της μὲ κηρύγματα ἐνίσχυε τὸν κοινοτικὸ θεσμό, γιατί ἦταν ἐγγυητὴς τῆς ὁμαλῆς πορείας του Γενους. Οἱ κληρικοὶ μάλιστα ἦταν οἱ πυρῆνες τῆς κοινοτικῆς ὀργάνωσης καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις οἱ σπουδαιότεροι.

Θὰ πρέπη νὰ σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι στὶς περιοχὲς ὅπου ἐπικράτησαν, πρὶν ἀπὸ τὴν τουρκοκρατία, οἱ Φράγκοι, τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶχε ἀλλοιωθῇ ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ δυτικοῦ φεουδαρχικοῦ συστήματος καὶ ὁ κοινοτισμὸς δὲν λειτουργοῦσε.

Ὅταν τὸ ἐλεύθερο πλέον ἑλληνικὸ κρατίδιο ἀπεμπόλησε τὸν θεσμό, ὁ Ἰων Δραγούμης (1878-1920) κατηγόρησε ἀνοιχτὰ τὸ ἑλληνικὸ κράτος γιατί κατάργησε οὐσιαστικὰ τὴν τοπικὴ αὐτοδιοίκηση (τὶς κοινότητες δηλαδή), ποὺ εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἑλληνικοῦ τρόπου ὑπάρξεως.-