Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Τὰ "πολιτικὰ τῆς Ἐκκλησίας"

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Δημοσιεύθηκε στὴν Κυριακάτικη Ἐλευθεροτυπία, 16-5-2004)

Σὲ κάποια ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις μου στὴν Ἀμερική, ὅταν ρώτησα ἕναν διαπρεπῆ ἑλληνοαμερικανό, ποὺ κατέχει μεγάλη θέση στὴν ἀμερικανικὴ κοινωνία, ποιά ἦταν ἡ γνώμη του γιὰ κάποια γεγονότα ἐκκλησιαστικά, ποὺ συνέβαιναν ἐκείνη τὴν ἐποχὴ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀμερικῆς, μοῦ ἀπήντησε ἁπλὰ καὶ ἀφοπλιστικά: "μὲ συγχωρεῖτε, δὲν ἀσχολοῦμαι μὲ τὰ πολιτικὰ τῆς Ἐκκλησίας", ἐννοῶντας ὅτι συμμετέχει στὴν λατρεία καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν ἀναμειγνύεται στὶς διοικητικὲς καὶ προσωπικὲς διαφορὲς μεταξὺ τῶν Ἐπισκόπων.

Θὰ ἐπιχειρήσω νὰ κάνω μιὰ μικρὴ ἀνάλυση αὐτῆς τῆς ἐκφράσεως τοῦ διακεκριμένου ἐκείνου ἑλληνοαμερικανοῦ, ἀλλὰ καὶ καλοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας, γιατί εἶναι ἐπίκαιρη σὲ σχέση μὲ τὰ γεγονότα ποὺ ἀπασχολοῦν τὴν ἑλληνικὴ κοινωνία τὸν τελευταῖο καιρό.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας Θεανθρώπινος ὀργανισμός, εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅπως λέγει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι κοινωνία θεώσεως, διότι ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό, στὴν κατὰ Χάρη θέωση, ποὺ εἶναι ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου. Πρόκειται γιὰ ἕνα μεγάλο θησαυρό, ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι Θεανθρώπινος ὀργανισμὸς καὶ ὄχι ἀνθρώπινη ὀργάνωση, Θεανθρώπινο Σῶμα καὶ ὄχι ἀνθρώπινο σωματεῖο, ἐκδηλώνεται ἑνιαίως καὶ ποικιλοτρόπως, ἤτοι μὲ τὴν θεία Εὐχαριστία, ποὺ εἶναι κέντρο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, τὴν λατρεία μὲ τὰ μυστήρια, τὴν θεολογία, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν διοίκηση. Καὶ αὐτὲς οἱ ἐκδηλώσεις τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ συνδέονται στενὰ μεταξύ τους. Ἡ θεία Εὐχαριστία καὶ τὰ μυστήρια ἐκφράζουν τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ θεολογία δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἀποκεκομμένη ἀπὸ τὴν θεία Εὐχαριστία, ἡ ἄσκηση δὲν μπορεῖ νὰ αὐτονομηθῇ ἀπὸ τὴν θεολογία καὶ τὴν θεία Εὐχαριστία, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας δὲν μπορεῖ νὰ ἀσκῆται ξεχωριστὰ ἀπὸ τὴν θεολογία, τὴν λατρεία, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν θεία Εὐχαριστία. Γι' αὐτό, κατὰ τὴν ἐκκλησιαστική μας παράδοση, οἱ ἱεροὶ Κανόνες εἶναι ἔκφραση τῆς θεολογίας καὶ τῆς λατρείας.

Ὅμως μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας ἐπικρατοῦν δυὸ καταστάσεις.

Ἡ μία ὅτι, παρὰ τὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος ποὺ δέχθηκαν ὅλα τὰ μέλη κατὰ τὴν νηπιακή τους ἡλικία, ἐν τούτοις ἐξακουλουθεῖ νὰ ὑπάρχη αὐτὴ ἡ διάκριση μεταξὺ κατηχουμένων καὶ πιστῶν, μὲ τὴν θεολογικὴ ἔννοια τῶν ὅρων αὐτῶν. Ὑπάρχει, δηλαδή, ἕνα εἶδος βαπτισμένων κατηχουμένων, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ πιστοὶ ποὺ ζοῦν τὴν πίστη ὡς ζωὴ καὶ ὄχι ὡς ἰδεολογία, ἀφοῦ ἡ πίστη, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, εἶναι δύναμη σχετικὴ καὶ σχέση δραστική, διὰ τῆς ὁποίας ἑνώνεται ὁ πιστευόμενος μὲ τὸν πιστεύοντα ὑπὲρ νοῦν καὶ διάνοια.

Ἡ δεύτερη κατάσταση εἶναι ὅτι μὲ τὴν θεία Εὐχαριστία, τὰ μυστήρια, τὴν θεολογία καὶ τὴν ἄσκηση μπορεῖ κανεὶς νὰ ὑπερβῆ τὴν φθαρτότητα καὶ τὴν θνητότητα, καὶ βεβαίως ὅλες τὶς συνέπειες τοῦ θανάτου, ὅλα τὰ ἀποτελέσματα τῶν λεγομένων δερμάτινων χιτώνων. Ἀκριβῶς γι' αὐτὸ ἡ Ὀρθόδοξη πίστη δὲν εἶναι ἰδεολογική, ἀτομική, ἐθνικιστική, φονταμενταλιστική, δὲν συνδέεται μὲ ἐθνοφυλετισμοὺς καὶ ἐθνικὲς Ἐκκλησίες. Ὅμως εἶναι ἐνδεχόμενο ἀσκῶντας κανεὶς τὴν διοίκηση, χωρὶς τὴν θεολογία, τὴν ἄσκηση καὶ τὰ μυστήρια, νὰ ἐκφράζη τὴν φθαρτότητα καὶ τὴν θνητότητα μὲ ὅλα τὰ ἐπακόλουθά τους. Ὁπότε, ἐνῷ ἡ ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι βίωση τῆς ἀναστάσεως, ἡ διοίκησή της νὰ ἐπηρεάζεται ἀπὸ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ποὺ ἐκφράζουν τὴν παθητότητα, τὴν φθαρτότητα, τὴν θνητότητα, τὰ συμπτώματα τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.

Ἕνας τέτοιος τρόπος διοίκησης εἶναι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται "πολιτικὰ τῆς Ἐκκλησίας". Ὅταν ἀσχολῆται κανεὶς μὲ τὰ ἐξωτερικὰ γεγονότα καὶ τὰ βιώνη ὡς κατηχούμενος, ὅταν βλέπη καὶ ἀντιμετωπίζη τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας ὡς κατηχούμενος, ὅταν ἀποσυνδέη τὴν διοίκηση ἀπὸ τὴν θεολογία, τὴν θεία Εὐχαριστία καὶ τὴν ἄσκηση, τότε αὐτὸ εἶναι καὶ λέγεται "πολιτικὰ τῆς Ἐκκλησίας".

Τὸ πρόβλημα ἀκόμη γίνεται βαθύτερο ὅταν ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας διοργανώνεται ὄχι μὲ βάση τὴν διδασκαλία καὶ τὴν ζωὴ τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀλλὰ μὲ τὴν κομματικὴ νοοτροπία. Αὐτὸ νοεῖται μὲ δύο τρόπους. Ὁ ἕνας, εἶναι ἐνδεχόμενο ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας νὰ ταυτίζεται μὲ ἰδιαίτερες κομματικὲς παρατάξεις, καὶ ὁ ἄλλος εἶναι ὅταν αὐτοὶ ποὺ ἀσκοῦν τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας νὰ μετέρχωνται τρόπους ποὺ χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τὰ κόμματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν τοὺς δικούς τους σκοπούς. Τότε κάνουμε λόγο γιὰ ἐκκοσμίκευση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

Καὶ βέβαια γράφοντας αὐτὰ δὲν θὰ ἤθελα νὰ κατακρίνω τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον ἐργάζονται οἱ κομματικὲς παρατάξεις, ἀφοῦ ἀποβλέπουν στὴν διαχείριση τοῦ κοινωνικοῦ καὶ οἰκονομικοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου, πρᾶγμα ἀπολύτως ἀπαραίτητο, ἀλλὰ ἐπικρίνω τὸ γεγονὸς ὅταν αὐτοὶ οἱ τρόποι ὑιοθετοῦναι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀντικαθιστοῦν τὸν εὐχαριστιακὸ τρόπο λειτουργίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἄλλωστε ἡ Ἐκκλησία δὲν κομματιάζει, ἀλλὰ ἑνοποιεῖ τα "πρὶν διεστώτα". Καὶ βεβαίως ὁ διοικητικὸς τρόπος λειτουργίας τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ ἐκφράζη τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο τελεῖται ἡ θεία Εὐχαριστία. Ὅταν ἡ ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση ἀποβάλλη αὐτὴν τὴν εὐχαριστιακὴ δομή της, τότε ἐκκοσμικεύεται καὶ βιώνονται τὰ "πολιτικὰ τῆς Ἐκκλησίας".

Διαβάζοντας τὸν μεγάλο Ρῶσο φιλόσοφο Νικολάϊ Μπερντιάγιεφ, μοῦ ἄρεσε μιὰ ἔκφρασή του, ὅτι πρέπει νὰ ἀποβλέπουμε στὴν δύναμη τοῦ πνεύματος καὶ νὰ μὴ μᾶς καταλαμβάνη καὶ ἐξουσιάζει τὸ "πνεῦμα" τῆς δυνάμεως. Πράγματι, αὐτὴ ἡ ἀντικατάσταση τῆς δύναμης τοῦ πνεύματος ἀπὸ τὸ "πνεῦμα" τῆς δυνάμεως ἀποτελεῖ ἕναν μεγάλο σύγχρονο πειρασμό.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ πέλαγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μέσα στὸ ὁποῖο ὑπάρχει ὁ μεγάλος θησαυρὸς καὶ τὸν βρίσκει ὁ πνευματικὸς ἐκεῖνος δύτης, ποὺ ἀγωνίζεται νὰ φθάση μέχρι τὸν βυθό. Ὡστόσο στὴν ἐπιφάνεια ὑπάρχουν διάφορα μικρὰ ἢ μεγάλα κύματα ποὺ δημιουργοῦν προβλήματα. Στὸ βυθὸ ὅμως ὑπάρχει γαλήνη καὶ ἠρεμία. Ὁ καλὸς κολυμβητὴς γιὰ νὰ περάση τὰ κύματα, ὅπως λέγει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, δὲν πρέπει νὰ τὸ κάνη περνῶντας πάνω ἀπὸ τὰ αὐτά, ποὺ εἶναι ἐπισφαλὲς καὶ ἐπικίνδυνο, ἀλλὰ διασχίζοντάς τα ἀπὸ κάτω, κάνοντας βουτιά.

Σχετικὰ μὲ τὰ γεγονότα ποὺ ἀπασχολοῦν τὴν ἐποχὴ αὐτὴ τὶς δύο Ἐκκλησίες, ἀσφαλῶς ὁ τρόπος ἐπιλύσεως δὲν εἶναι νὰ παλεύουμε μὲ τὰ νομικά, ἐθνικιστικά, πολιτικὰ καὶ ἰδεολογικὰ κύματα, ποὺ εἶναι ἀνθρωποκεντρικοὶ τρόποι συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ νὰ διασχίζουμε τὰ κύματα μὲ τὴν μετάνοια, τὴν αὐτομεμψία, τὴν αὐτοκριτική, τὴν σύννοια, τὸν σεβασμὸ τῶν θεσμῶν καὶ τὸν κενωτικὸ διάλογο, δηλαδὴ μὲ ἕναν τρόπο ποὺ ἐκφράζεται ἔντονα στὴν εὐχαριστιακὴ δομὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ φράση "δὲν ἀσχολοῦμαι μὲ τὰ πολιτικὰ τῆς Ἐκκλησίας" ἢ τὸ καλύτερο δὲν ταυτίζω τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν πολιτική, ὡς πρὸς τὶς ἐπιδιώξεις καὶ τὶς μεθόδους της, εἶναι ἕνας τρόπος ὑπερβάσεως τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ εἶναι στὴν πραγματικότητα σταυρικὴ ζωή, δηλαδὴ εἶναι σταύρωση τῶν φαινομένων καὶ ταφὴ τῶν νοουμένων καὶ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ζῇ τὸν λόγο τῆς ἀναστάσεως, κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 3283