Skip to main content

ΤΟ ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟ
Η ΤΑΦΗ ΚΑΙ ΕΙΣ ΑΔΟΥ ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

3

Ἐπιτάφιος, κεντημένος,

Ἱερὰ Μονὴ Ἀμπελακιωτίσσης

Μεγάλη Παρασκευή: «Ἦταν Τρίτη ὥρα (9 τό πρωΐ) καί ἐσταύρωσαν Αὐτόν... Ὅταν ἔγινε ὥρα ἕκτη (12 τό μεσημέρι) ἔγινε σκοτάδι πάνω σέ ὅλη τήν γῆ, ὡς τήν ἐνάτη ὥρα (3 μετά τό μεσημέρι). Καί τήν ἐνάτη ὥρα (3 μετά τό μεσημέρι) ὁ Ἰησοῦς φώναξε μέ δυνατή φωνή, λέγοντας: ... «Ὁ Θεός μου, ὁ Θεός μου, εἰς τί μέ ἐγκατέλιπες», ... ὁ δέ Ἰησοῦς ἀφήνοντας δυνατή φωνή, ἐξέπνευσε...» (Εὐαγγελιστής Μᾶρκος)

Ἕξι ὧρες ἔμεινε καρφωμένος, κρεμασμένος ἀπό τά καρφιά, πάνω στόν Σταυρό ὁ Χριστός, πρίν παραδώσει τό πνεῦμα Του στόν Πατέρα. Ἦταν Παρασκευή, ἡ Μεγάλη πλέον Παρασκευή.

*

Τό Ἅγιο καί Μεγάλο Σάββατο ἑορτάζουμε τήν Ταφή καί τήν κάθοδο στόν Ἅδη τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τῶν ὁποίων ἀνακλήθηκε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν φθορά καί μεταβέβηκε πρός τήν αἰώνια ζωή.

*

Ἡ Μεγάλη Παρασκευή εἶναι ἡ μόνη ἡμέρα πού δέν τελεῖται θεία Λειτουργία, οὔτε Προηγιασμένη.

Οἱ μεγάλες Ὧρες

Τό πρωί τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς τελεῖται ἡ κατανυκτική Ἀκολουθία τῶν Μεγάλων Ὡρῶν τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, κατά τίς ὁποῖες διαβάζονται οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού προφήτευσαν τά γεγονότα τοῦ Πάθους, τῆς Σταυρώσεως καί τῆς Ταφῆς τοῦ Χριστοῦ, τά σχετικά Ἀποστολικά καί Εὐαγγελικά Ἀναγνώσματα τῆς Καινῆς Διαθήκης πού περιγράφουν πλέον τά γεγονότα ὅταν ἔγιναν. Τά ἀναγνώσματα διανθίζονται ἀπό θαυμάσια τροπάρια.

Ἀμέσως μετά καί μαζί μέ τίς Ὧρες τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, γύρω στίς 11 τό πρωί, τελεῖται καί ὁ Ἑσπερινός τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, μέ τήν ἀκολουθία τῆς Ἀποκαθήλωσης, κατά τήν ὁποία τό Σῶμα τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀποκαθηλώνεται ἀπό τόν Σταυρό πού ἔχει ὑψωθεῖ στήν μέση τοῦ Ναοῦ, καί τοποθεῖται –κεντημένο σέ ὕφασμα– στό κουβούκλιο τοῦ Ἐπιταφίου, τό ὁποῖο οἱ Χριστιανές γυναῖκες τῶν Ἐνοριῶν –ἐν εἴδει μυροφόρων– τό στολίζουν τήν νύχτα τῆς Μ. Πέμπτης πρός Μ. Παρασκευή.

Ἡ Ἀποκαθήλωση

 b

Ἐπιτάφιος κεντημένος ἀπό τήν Ἱερὰ Μονή Σουρωτῆς

Καί στόν Ἑσπερινό διαβάζονται προφητεῖες, Ἀπόστολος καί Εὐαγγέλιο, πού περιγράφει ὅλα τά γεγονότα τῆς Σταύρωσης, τοῦ Θανάτου καί τῆς Ταφῆς τοῦ Χριστοῦ, στήν διάρκεια τῆς ἀνάγνωσης τοῦ ὁποίου τελεῖται ἡ Ἀποκαθήλωση.

Ὅταν λιτανεύται μέσα στόν Ναό ὁ «Ἐπιτάφιος», δηλαδή τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ κεντημένο σέ ὕφασμα, καί τοποθεῖται στό κουβούκλιο τοῦ Ἐπιταφίου, κτυποῦν οἱ καμπάνες τοῦ Ναοῦ πένθιμα καί ψάλλονται τά τροπάρια «Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρόν» καί τό θαυμάσιο δοξαστικό «Σέ τόν ἀναβαλλόμενον τό φῶς ὥσπερ ἱμάτιον».

 a

Ἐπιτάφιος κεντημένος

ἀπό τήν Ἱερὰ Μονή Σουρωτῆς

Οἱ Ἱερεῖς ἐκδύονται τά πένθιμα ἄμφια, καί ἐνδύονται συνήθως κόκκινα, γιατί ἡ Σταύρωση καί ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ δέν ἀποτελεῖ μόνον αἰτία λύπης γιά τήν ἄδικη θυσία ἀλλά καί χαρᾶς γιά τήν νίκη κατά τοῦ θανάτου καί τήν ἐλευθέρωση τῶν δικαίων ἀπό τόν Ἅδη. Ἐπίσης ἀλλάζουν τά ἐνδύματα τῆς Ἁγίας Τραπέζης καί γενικότερα ἡ διακόσμηση τοῦ Ναοῦ.

Ὁρισμένοι φιλομαθεῖς ὑπολογίουν τίς ὧρες πού ἡ ψυχή τοῦ Χριστοῦ ἦταν στόν Ἅδη, καί διαπιστώνουν ὅτι ἦταν τόσες ὧρες, ὅσα χρόνια ἔζησε πάνω στήν γῆ, ἤτοι 33 ὧρες: Ἀπό τίς 3 μετά τό μεσημέρι τῆς Μ. Παρασκευῆς πού παρέδωσε τό πνεῦμα, μέχρι τά μεσάνυχτα ξημερώνοντας Κυριακή.

Ὅλη τήν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς οἱ καμπάνες τῶν Ναῶν κτυποῦν πένθιμα καί ὁ λαός προσκυνᾶ μέ εὐλάβεια τόν Ἐπιτάφιο.

Ὅλες τίς ἡμέρες τῆς Μ. Ἑβδομάδας εἶναι αὐστηρά νηστήσιμες, ἰδιαιτέρως ὅμως ἡ Μεγάλη Παρασκευή, πού ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις τοῦ καθενός δέν παρατίθεται τράπεζα.

*

Ὁ Ὄρθρος τοῦ Μεγάλου Σαββάτου

Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι χαρμολύπης, κατανυκτικῆς μεγαλοπρέπειας, γιά τόν λόγο πού μόλις προαναφέρθηκε.

Ψάλλεται ὁ Ὄρθος τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ἀκοῦμε τόν θαυμάσιο κανόνα «Κύματι θαλάσσης, τόν κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον», «Ἄφραστον θαῦμα», «Ὄλβιος τάφος», «Μή ἐποδύρου μοι, Μῆτερ».

Ἀκοῦμε ἐπίσης τά λαοφιλῆ «Ἐγκώμια», συνήθως ἀπό χορωδίες μεγάλων καί νέων καί παιδιῶν, σέ τρεῖς στάσεις: «Ἡ Ζωή ἐν τάφῳ», «Ἄξιον ἐστί», «Αἱ γενεαί πᾶσαι», τά ἀναστάσιμα Εὐλογητάρια.

Ἡ λιτανεία τοῦ Ἐπιταφίου

c

Ἡ Ἀνάστασις,

τοιχογραφία Ἱεροῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου

 Ὁπωσδήποτε ἡ πιό ἀγαπημένη καί ἐπιβλητική λιτανεία τῶν Ὀρθοδόξων ἀνά τόν κόσμο, κατά τήν ὁποία περιφέρεται στίς πόλεις καί τά χωριά τό κουβούκλιο τοῦ Ἐπιταφίου στολισμένο μέ ἄνθη, καί ἐνῶ ψάλλεται τό τροπάριο «Τόν ἥλιον κρύψαντα τάς ἰδίας ἀκτῖνας, ... Δός μοι τοῦτον τόν ξένον ...» ἤ τά Ἐγκώμια.

Ὅταν ἐπιστρέφει ὁ Ἐπιτάφιος στόν Ναό, γίνεται ὁ διάλογος τοῦ Ἱερέως μέ τόν «Ἅδη», μέ τά ψαλμικά λόγια «ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, καί ἐπάρθητε πῦλαι αἰώνιαι καί εἰσελεύσεται ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης...» καί ἀνοίγουν οἱ πύλες τοῦ Ναοῦ μέ τό κτύπημα τοῦ Σταυροῦ.

Ὁ Ἐπιτάφιος σηκώνεται ψηλά καί ὅλος ὁ λαός περνάει ἀπό κάτω, γιά εὐλογία.

Ἀμέσως μετά τήν ἐπιστροφή στόν Ναό, θά ἀναγνωστεῖ ἡ προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ γιά τήν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα γιά τήν σφράγιση καί φύλαξη τοῦ Τάφου τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς Ἰουδαίους.

Τό Πρωί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου

Ἤδη ἡ ἀτμόσφαιρα στούς Ναούς εἶναι προσμονῆς τῆς μεγάλης Ἑορτῆς. Ψάλλεται ὁ Ἑσπερινός πρό τῆς Λαμπρῆς, μέ τόν ἀναστάσιμο Κανόνα του, μέ τίς 15 πανηγυρικές προφητεῖες (στίς Ἐνορίες διαβάζονται μόνον οἱ 3), μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Ὕμνος δοξολογίας τῶν Τριῶν Παίδων.

Ψάλλεται τό ψαλμικό «ἀνάστα ὁ Θεός» καί σκορπίζονται ἀπό τόν Ἀρχιερέα ἤ τόν Ἱερέα βάγια καί δάφνες σέ ὅλο τόν Ναό.

Ἀναγινώσκεται ἀναστάσιμο Εὐαγγέλιο, ἤτοι τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ στίς Μυροφόρες μέ τήν προσφώνηση «Χαίρετε» καί στόν ὅμιλο τῶν Μαθητῶν.

Τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἀντί χερουβικοῦ ψάλλεται «Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία καί στήτω μετά φόβου καί τρόμου καί μηδέν γήϊνον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω∙ ὁ γάρ Βασιλεύς τῶν Βασιλευόντων...».

Ὅλο τό Μεγάλο Σάββατο οἱ Χριστιανοί ἑτοιμάζονται πνευματικά, μέ προσευχή, μέ ἡσυχία γιά τήν Μεγάλη Ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως, τήν Καινή Κυριακή, τήν Λαμπρή, τήν Πασχαλιά.

 Ἀπό τήν θεολογία τῆς ἡμέρας

Ἡ εἰκόνα τῆς Καθόδου τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη
τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(ἀπόσπασμα παραφρασμένο ἀπό τό βιβλίο του «Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές»)

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν στιγμή τῆς καταβάσεώς Του στόν Ἅδη, ὅπου ἐλευθέρωσε τίς ψυχές τῶν δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπό τό κράτος τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου. Ἔτσι τήν πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία μας. Στά λειτουργικά κείμενα φαίνεται καθαρά ὅτι ὁ πανηγυρισμός τῆς Ἀναστάσεως ἀρχίζει ἀπό τήν Μεγάλη Παρασκευή, ὅπως τό βλέπουμε στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ὅπου γίνεται καί ἡ περιφορά τοῦ Ἐπι¬ταφίου. Καί οἱ ὁμιλίες τῶν Πατέρων κατά τήν Μεγάλη Παρασκευή στήν πραγματικότητα εἶναι ἀναστάσιμες καί νικητήριες.

 d

Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ.

Τοιχογραφία Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου - Πελαγίας

Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τήν ἱερή ἁγιογραφία τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ Ἐκκλησία καθόρισε νά θεωρῆται ὡς χαρακτηριστικότερη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἡ κάθοδός Του στόν Ἅδη. Βέβαια, ὑπάρχουν καί εἰκόνες τῆς Ἀναστάσεως πού περιγράφουν τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στίς Μυροφόρες καί τούς Μαθητές, ἀλλά ἡ κατ’ ἐξοχήν εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἡ συντριβή τοῦ θανάτου, πού ἔγινε μέ τήν κάθοδο τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη, ὅταν ἡ ψυχή μαζί μέ τήν θεότητα κατῆλθε στόν Ἅδη καί ἐλευθέρωσε τίς ψυχές τῶν δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού τόν περίμεναν ὡς Λυτρωτή.

Ἡ εἰκονογράφηση τῆς Ἀναστάσεως μέ τήν κάθοδο τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη γίνεται γιά πολλούς καί σοβαρούς θεολογικούς λόγους.

Πρῶτον, γιατί κανείς δέν εἶδε τόν Χριστό τήν ὥρα πού ἀναστήθηκε, ἀφοῦ ἐξῆλθε ἀπό τόν τάφο «ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος». Ὁ σεισμός πού ἔγινε καί ἡ κάθοδος τοῦ ἀγγέλου πού σήκωσε τήν πλάκα τοῦ τάφου, ἔγινε γιά νά βεβαιωθοῦν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Χριστός.

Δεύτερον, γιατί, ὅταν ἡ ψυχή τοῦ Χριστοῦ ἑνωμένη μέ τήν θεότητα κατῆλθε στόν Ἅδη, συνέτριψε τό κράτος τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ μέ τόν δικό Του θάνατο νίκησε τόν θάνατο. Φαίνεται καθαρά στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅτι μέ τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ καταργήθηκε ὁλοκληρωτικά τό κράτος τοῦ θανάτου. Ἄλλωστε, ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία: «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας...». Ἡ θριαμβευτική νίκη Του ἐναντίον τοῦ θανάτου ἔγινε ἀκριβῶς τήν ὥρα πού ἡ ψυχή τοῦ Χριστοῦ ἑνωμένη μέ τήν θεότητα κατῆλθε στόν Ἅδη καί κατήργησε τόν θάνατο.

Τρίτον, ὁ Χριστός μέ τήν κάθοδό Του στόν Ἅδη ἐλευθέρωσε τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα ἀπό τόν θάνατο. Ἔτσι, ὅπως διά τοῦ Ἀδάμ προῆλθε ἡ πτώση ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἀφοῦ αὐτός εἶναι ὁ γενάρχης μας, ἔτσι διά τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἀδάμ γευόμαστε τούς καρπούς τῆς ἀναστάσεως καί τῆς σωτηρίας. Λόγῳ τῆς ἑνότητος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ὅ,τι ἔγινε στόν προπάτορα ἔγινε σέ ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση.

Γι’ αὐτούς τούς λόγους ἡ χαρακτηριστικότερη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ θεωρεῖται ἡ κάθοδός Του στόν Ἅδη, ἀφοῦ, ἄλλωστε, ὅπως θά δοῦμε καί στά ἑπόμενα, ἡ οὐσία τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἡ νέκρωση τοῦ θανάτου καί ἡ κατάργηση τοῦ διαβόλου: «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ἅδου τήν καθαίρεσιν», ψάλλουμε στόν ἀναστάσιμο κανόνα. Ἡ καθαίρεση τοῦ Ἅδου καί ἡ νέκρωση τοῦ θανάτου εἶναι τό βαθύτερο νόημα τῆς ἀναστασίμου ἑορτῆς».

Ἐπιμέλεια Ἀρχιμ. Καλλινίκου Γεωργάτου, Πρωτοσυγκέλλου